Του Μιχάλη Μαθιουλάκη*

Όπως και να το δει κανείς, οι ενεργειακές αγορές έχουν προσφέρει άπλετη ηρεμία σε αναλυτές και καταναλωτές στην Ελλάδα και την υπόλοιπη ΕΕ τον τελευταίο καιρό. Οι χαμηλές τιμές ενέργειας δεν επηρεάστηκαν από τις γεωπολιτικές εξελίξεις, στην Ελλάδα ο ανταγωνισμός στη λιανική αγορά ηλεκτρισμού δείχνει να ξυπνά υπέρ των καταναλωτών, και ένα-ένα καταρρίπτονται όλα τα ρεκόρ παραγωγής ηλεκτρισμού από ΑΠΕ.

Στην Ελλάδα η χρονιά έκλεισε με την παραγωγή των ΑΠΕ να ισούνται με πάνω από το 50% της ετήσιας παραγωγής ηλεκτρισμού της χώρας μας και με την παραγωγή από φωτοβολταϊκά να ισούται με το υψηλότερο ποσοστό σε σχέση με το σύνολο της παραγωγής από κάθε άλλο κράτος-μέλος της ΕΕ.

Αν και λιγότερο εντυπωσιακά από την Ελλάδα, και στην υπόλοιπη ΕΕ τα πράγματα πήγαν το ίδιο καλά για τις ΑΠΕ και για την παραγωγή τους ως μέρος του συνόλου της ηλεκτροπαραγωγής. Το ενδιαφέρον είναι πως αυτή η επιτυχία καταλήγει να είναι το πρόβλημα για την επέκταση των ΑΠΕ στο μέλλον.

Οι ΑΠΕ έφτασαν πλέον σε μερίδια που αρχίσουν και δοκιμάζουν τα όρια του συστήματος, όρια τα οποία όταν σπάνε οδηγούν σε blackouts. Για να πούμε απλά αυτό που συμβαίνει, και αυτό που γνωρίσουν πολύ καλά οι άνθρωποι της αγοράς, πλέον τα δίκτυα ηλεκτρισμού, τα καλώδια δηλαδή, δεν μας φτάνουν και δεν αντέχουν για να μπούνε πολλές ακόμα ΑΠΕ στο σύστημα.

Πού να πάει τόσο ρεύμα;

Κάτι επίσης που διαφεύγει από πολλούς, είναι ότι η υψηλή παραγωγή των ΑΠΕ για την οποία μιλάμε, δεν σημαίνει απαραιτήτως και υψηλή κατανάλωση της στην Ελλάδα. Αυτό συμβαίνει γιατί πολύ συχνά, όταν εμείς έχουμε υψηλή παραγωγή από ΑΠΕ σε κάποια ώρα της μέρας που δεν την χρειαζόμαστε, επειδή δεν μπορούμε να τη αποθηκεύσουμε, αναγκαστικά την εξάγουμε. Το ίδιο γίνεται σε όλη την Ευρώπη και έτσι τα συστήματα δεν κολλάνε αφού όταν περισσεύει κάπου ρεύμα από ΑΠΕ, τότε αυτό εξάγεται κάπου που τους λείπει.

Τώρα όμως που όλοι αρχίζουν και παράγουν τόσο πολύ από το δικό τους ρεύμα από ΑΠΕ, γίνεται όλο και πιο δύσκολο το να μπορέσεις να βρεις κάπου να στείλεις το ρεύμα που σου περισσεύει. Αυτό το πρόβλημα λύνεται με δύο τρόπους: Με περισσότερα και μεγαλύτερα καλώδια εντός της χώρας και μεταξύ κρατών, και με περισσότερους τρόπους να αποθηκεύσουμε ρεύμα.

Το πρόβλημα και με τις δύο αυτές λύσεις είναι ότι είναι εξαιρετικά κοστοβόρες και χρονοβόρες. Κυρίως όμως, και οι δύο αυτές λύσεις χρηματοδοτούνται από τους λογαριασμούς των καταναλωτών μέσω αυτού που ονομάζουμε ρυθμιζόμενες χρεώσεις. Αυτό σημαίνει ότι ως καταναλωτές δεν μπορούμε να διαλέξουμε κάποιον πάροχο για αυτές ο οποίος θα μας τις δώσει σε καλύτερες τιμές.

Για να προχωρήσουν λοιπόν οι ΑΠΕ πέρα από τα τωρινά επίπεδα του 45-50% του συνόλου, πρέπει να πέσουν πολλά κεφάλαια για νέα δίκτυα και για αποθήκευση και αυτό κινδυνεύει να φουσκώσει υπέρμετρα τους λογαριασμούς ρεύματος με το λεγόμενο μη-ανταγωνιστικό κόστος. Αν όμως ο λογαριασμός σου καταλήξει να είναι κατά 80% από χρεώσεις που δεν μπορείς να ελέγξεις ως καταναλωτής, τότε σταματάς να νοιάζεσαι για αυτόν και πλέον ο ανταγωνισμός στο ρεύμα έχει πεθάνει.

Χαμένοι από κάτι τέτοιο είναι πρωτίστως οι καταναλωτές αλλά και οι εταιρίες παροχής ηλεκτρισμού και όλη η προστιθέμενη αξία, θέσεις εργασίας, και κρατικά έσοδα που προκύπτουν από αυτές.

Ανάπτυξη με περικοπές;

Τα νέα δίκτυα και αποθήκευση πάντως, είναι μέτρα που λύνουν το πρόβλημα μέσο-μακροπρόθεσμα. Για το βραχυπρόθεσμο διάστημα, υπάρχει το πρόβλημα ότι τις ώρες που οι ΑΠΕ ρίχνουν πολύ ρεύμα στο δίκτυο το οποίο δεν το χρειαζόμαστε, κινδυνεύουμε να κλείσει, να «καεί» το σύστημα αν δεν βρούμε να το εξάγουμε. Για να μη συμβεί αυτό, η λύση που έχουν σκεφτεί μέχρι στιγμής τα περισσότερα κράτη είναι να δίνουν εντολή στις ΑΠΕ να σταματήσουν να παράγουν. Η τάση λοιπόν σε όλη την Ευρώπη αρχίζει να είναι να δίδεται εντολή στις μονάδες ΑΠΕ να κόβουν την παραγωγή τους.

Καταλαβαίνουμε την παράνοια του πράγματος εδώ: Κάνουμε στην ΕΕ μια τεράστια προσπάθεια για να φέρουμε περισσότερες ΑΠΕ μέσα στο σύστημα, και όταν τα καταφέρνουμε τους λέμε να σταματήσουν να παράγουν!

Είναι προφανές ότι αυτό δημιουργεί σοβαρά προβλήματα για το μέλλον, καθώς αν συνεχιστούν όλα τα παραπάνω θέματα, θα καταλήξουμε με λιγότερες νέες επενδύσεις σε ΑΠΕ και σε πιο ασταθές δίκτυο ηλεκτρισμού με αυξημένους κινδύνους για blackouts. Ήδη, η δανέζικη Orsted που είναι κολοσσός σε παραγωγή νέων ΑΠΕ ανακοίνωσε ότι θα μειώσει την κατασκευή έργων ΑΠΕ κατά τουλάχιστον 24% για τα επόμενα έξι χρόνια, ενώ και από τα μέσα του 2023 οι ακυρώσεις μεγάλων αιολικών έργων όλο και αυξάνονται. Ίσως και τις πρόσφατες ανακοινώσεις στην Ελλάδα για ακύρωση των νέων πιλοτικών για πλωτά αιολικά θα πρέπει να την μεταφράσουμε υπό το ίδιο πρίσμα.

Στην επιφάνεια λοιπόν μπορεί να έχουμε ηρεμία, από κάτω όμως υφίστανται δομικά προβλήματα που χρειάζονται προσοχή και κυρίως ρεαλιστική αντιμετώπιση. Οι εποχές που με ευχολόγια και μεγαλεπήβολες δηλώσεις περνούσαμε στην επόμενη μέρα ενεργειακών στρατηγικών έχει πλέον περάσει ανεπιστρεπτί.

*Ο Μιχάλης Μαθιουλάκης είναι αναλυτής ενεργειακής στρατηγικής, Ακαδημαϊκός Διευθυντής του Greek Energy Forum και Επιστημονικός Συνεργάτης του ΕΛΙΑΜΕΠ για θέματα ενέργειας.