Για ακόμη μία φορά, η προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) να προτάξει μια ενιαία στάση απέναντι στη Ρωσία εμφανίζει «ρωγμές». Την Παρασκευή, συμφωνήθηκε, μεν, η παράταση των υφιστάμενων κυρώσεων κατά της Ρωσίας, όχι όμως και η υιοθέτηση του νέου προτεινόμενου πακέτου κυρώσεων, αφού η Σλοβακία έθεσε βέτο και η ψηφοφορία αναβλήθηκε επ’ αόριστον. Μέσα στον Ιούνιο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέθεσε πρόταση για πλήρη απαγόρευση των εισαγωγών ρωσικού αερίου έως το τέλος του 2027, δημιουργώντας τρία στρατόπεδα εντός της ΕΕ. Από τη μία πλευρά, Ουγγαρία και Σλοβακία τίθενται ανοιχτά εναντίον του σχεδίου της Επιτροπής, ενώ από την άλλη βρίσκονται κράτη όπως οι χώρες της Βαλτικής, που τίθενται ξεκάθαρα υπέρ. Στη μέση βρίσκονται χώρες όπως η Ελλάδα, αλλά και η Ισπανία, η Γαλλία και το Βέλγιο, που λένε «ναι, αλλά υπό όρους». Βασική ανησυχία των κρατών μελών, ασφαλώς, είναι η πιθανή άνοδος των τιμών ενέργειας λόγω της απαγόρευσης των εισαγωγών ρωσικού αερίου. Ένα σενάριο, το οποίο η Επιτροπή χαρακτηρίζει ως «απίθανο».

Πιο συγκεκριμένα, σε συνοδό έγγραφο που είχε δημοσιεύσει μαζί με την πρόταση για απαγόρευση των εισαγωγών ρωσικού αερίου, η Επιτροπή υποστήριζε πως η διακοπή των εισαγωγών ρωσικού αερίου δεν θα προκαλέσει άνοδο στις τιμές ενέργειας εντός της Ένωσης λόγω του συνδυασμού κάποιων παραγόντων. Πρώτον, τα επόμενα χρόνια θα υπάρξει μεγάλη αύξηση στην προσφορά LNG παγκοσμίως, αφού θα τεθούν σε λειτουργία πολλά νέα έργα υγροποίησης φυσικού αερίου, κυρίως σε ΗΠΑ και Κατάρ. Το LNG έχει αναβαθμισμένο ρόλο τα τελευταία χρόνια εντός της ΕΕ, αφού καλύπτει πλέον το 40% των συνολικών εισαγωγών φυσικού αερίου της. Η αύξηση της παγκόσμιας προσφοράς LNG θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των ανοδικών πιέσεων στις τιμές, αναφέρει η Επιτροπή. Πέραν του LNG, από το 2026 θα είναι δυνατή η διοχέτευση επιπλέον 1,2 δισ. κυβικών μέτρων αζερικού αερίου μέσω της επέκτασης του TAP, ενώ το 2027 θα ξεκινήσει η παραγωγή φυσικού αερίου από το κοίτασμα Neptun Deep της Ρουμανίας, παρέχοντας άλλα 8 δισ. κυβικά μέτρα ετησίως.

Πέραν αυτών, τα τελευταία χρόνια έχουν ολοκληρωθεί αρκετά έργα εισαγωγής LNG από τα κράτη μέλη της ΕΕ. Αυτό καθιστά δυνατή την εισαγωγή ολοένα μεγαλύτερων ποσοτήτων LNG από την Ένωση. Μάλιστα, ειδική αναφορά έκανε η Επιτροπή και στις υποδομές της Ελλάδας, και κυρίως στο FSRU της Αλεξανδρούπολης. Ένα άλλο «συν» της ΕΕ, κατά την Επιτροπή, είναι η βελτιωμένη διασυνδεσιμότητα μεταξύ των κρατών μελών για μεταφορά φυσικού αερίου, αναγνωρίζοντας, δε, την αξία του αγωγού IGB που συνδέει την Ελλάδα με τη Βουλγαρία, αλλά και του Κάθετου Διαδρόμου, μέσω του οποίου πρόκειται να μεταφέρεται φυσικό αέριο από τη χώρα μας έως την Κεντρική Ευρώπη και την Ουκρανία. Σαν ένας επιπλέον παράγοντας που θα συμβάλει στη «συγκράτηση» των τιμών, κατά την Επιτροπή, αναφέρεται η πρόβλεψη για σταδιακή μείωση της ζήτησης φυσικού αερίου εντός ΕΕ. Αυτό, μαζί με την επιτάχυνση της πράσινης μετάβασης, θα συμβάλει στην εξισορρόπηση των «παρενεργειών» από τη διακοπή των εισαγωγών ρωσικού αερίου.

Ωστόσο, όπως προαναφέρθηκε, δεν συμμερίζονται όλα τα κράτη μέλη την αισιοδοξία που διακατέχει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Την περασμένη Δευτέρα, ο Υπουργός Εξωτερικών της Ουγγαρίας, Πέτερ Σιγιάρτο, είχε ανακοινώσει πως η χώρα του και η Σλοβακία δεν θα στηρίξουν το νέο προτεινόμενο πακέτο κυρώσεων κατά της Ρωσίας. Αναφορικά με το σκεπτικό της απόφασης, ο Σιγιάρτο δήλωσε πως «το κάναμε αυτό επειδή η Ευρωπαϊκή Ένωση … θέλει να απαγορεύσει στα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένων της Ουγγαρίας και της Σλοβακίας, να αγοράζουν φθηνό ρωσικό φυσικό αέριο και φθηνό ρωσικό πετρέλαιο, όπως έκαναν μέχρι τώρα».

Οι δηλώσεις Παπασταύρου και οι χώρες που ζητούν μια ρεαλιστική λύση

Τις ανησυχίες του για το ζήτημα εξέφρασε πρόσφατα και ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας της χώρας μας, Σταύρος Παπασταύρου. Μιλώντας στο Energy Transition Summit, ο κ. Παπασταύρου δήλωσε: «Υπάρχουν πολλές χώρες, η μεγάλη πλειοψηφία των κρατών μελών της ΕΕ, που λένε: “Ναι, χρειαζόμαστε να απεξαρτηθούμε από το ρωσικό αέριο, αλλά να το κάνουμε με έναν τρόπο που δεν θα αυξήσει τις τιμές, που είναι τεχνικά ασφαλής και νομικά εφικτός, ώστε να μην υπάρχουν προβλήματα για τις χώρες”. Οι περισσότερες χώρες είναι υπέρ του σχεδίου απεξάρτησης από το ρωσικό αέριο, αλλά με έναν τρόπο που είναι ρεαλιστικός και οικονομικά αποδοτικός». Να σημειωθεί εδώ πως η Ελλάδα συνεχίζει να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές ρωσικού αερίου.

Στο ίδιο μήκος κύματος, με αφορμή την πρόταση της Επιτροπής, το αυστριακό υπουργείο Ενέργειας είχε δηλώσει πρόσφατα πως «η ΕΕ πρέπει να διατηρήσει τη δυνατότητα επανεκτίμησης της κατάστασης μόλις τελειώσει ο πόλεμος» και να είναι ανοιχτή στο ενδεχόμενο επανέναρξης των εισαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου σε περίπτωση που επιτευχθεί ειρηνευτική συμφωνία για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία. Αντίστοιχα, η Ιταλία, που πέρσι ήταν ο μεγαλύτερος εισαγωγέας ρωσικού αερίου στην ΕΕ, είχε επίσης αφήσει να εννοηθεί σε κλειστές συζητήσεις πως θα μπορούσε να επανεξετάσει τις εισαγωγές μετά τον πόλεμο.

Επίσης, χώρες όπως η Ισπανία, το Βέλγιο, η Ολλανδία και η Γαλλία, οι οποίες εισάγουν ρωσικό LNG, έχουν δηλώσει ότι στηρίζουν πλήρως την απαγόρευση των εισαγωγών ρωσικών καυσίμων, ωστόσο αναφέρουν πως αυτή θα πρέπει να είναι νομικά επαρκώς τεκμηριωμένη ώστε να αποτρέπεται η έκθεση των εταιρειών σε κυρώσεις ή σε διαιτησίες. Παρόμοιες ανησυχίες έχει εκφράσει και η Πολωνία. Υπενθυμίζεται, τέλος, πως το 2024, το ρωσικό φυσικό αέριο αντιπροσώπευε το 19% των συνολικών εισαγωγών αερίου της ΕΕ, ενώ για το τρέχον έτος εκτιμάται πως το ποσοστό έχει πέσει στο 13%.

Διαβάστε ακόμη