Λύση σε ένα πρόβλημα που είχε οδηγήσει εκατοντάδες μικρομεσαίους επενδυτές ΑΠΕ στα όρια της ασφυξίας επιχειρεί να δώσει η τροπολογία που κατατέθηκε για τα φωτοβολταϊκά έως 400 kW. Πρόκειται για έργα που είχαν ολοκληρωθεί εγκαίρως και είχαν δηλώσει ετοιμότητα σύνδεσης, αλλά κινδύνευαν να χάσουν το ευνοϊκό καθεστώς τους απλώς και μόνο επειδή δεν πρόλαβαν να ηλεκτριστούν έως το τέλος του 2025, λόγω καθυστερήσεων στο δίκτυο.

Η ρύθμιση έρχεται σε μια περίοδο έντονης αναστάτωσης στην αγορά, καθώς πλησίαζε η κρίσιμη ημερομηνία της 31ης Δεκεμβρίου και δεκάδες έργα –ιδίως στην Κρήτη– παρέμεναν ανενεργά, παρά το γεγονός ότι οι παραγωγοί είχαν καταβάλει εγγυητικές επιστολές και είχαν στα χέρια τους Οριστικές Προσφορές Σύνδεσης. Το ερώτημα που κυριαρχούσε ήταν αν τα έργα αυτά θα «τιμωρούνταν» περνώντας στο νέο καθεστώς εξισορρόπησης και περικοπών, χωρίς να φέρουν καμία ευθύνη για τις καθυστερήσεις.

Σε αυτό το φόντο, η τροπολογία αποσαφηνίζει ότι τα έργα που είχαν κατασκευαστεί και δηλώσει ετοιμότητα έως το τέλος του 2025 δεν χάνουν την προτεραιότητα ένταξης ούτε επιβαρύνονται με ευθύνη εξισορρόπησης, ακόμη κι αν η σύνδεσή τους μετατεθεί χρονικά για το 2026. Δεν αλλάζει, όμως, το ευρωπαϊκό ορόσημο ούτε τους κανόνες της αγοράς, γεγονός που τροφοδότησε διαφορετικές αναγνώσεις τόσο στην αγορά όσο και στο πολιτικό πεδίο.

Ενδεικτικά, από το σύνολο των 298 Οριστικών Προσφορών Σύνδεσης που έχουν εκδοθεί για φωτοβολταϊκά έργα ισχύος 400 kW στο νησί, ο ΔΕΔΔΗΕ έχει καταφέρει να ηλεκτρίσει μόλις 15 έως 20 πάρκα. Η καθυστέρηση αυτή σημαίνει ότι περισσότερα από 270 φωτοβολταϊκά οδηγούνται αναγκαστικά σε ηλεκτροδότηση εντός του 2026 και, χωρίς τη συγκεκριμένη θεσμική πρόβλεψη, θα κινδύνευαν να υπαχθούν αυτομάτως στο καθεστώς ευθύνης εξισορρόπησης και πιθανών περικοπών, εξέλιξη που –όπως έχει επισημανθεί– δημιουργεί «σοβαρή αδικία» μεταξύ όσων προλαβαίνουν και όσων όχι.

Την ίδια στιγμή, πηγές με γνώση της αγοράς χαρακτηρίζουν τη ρύθμιση «θεσμική θωράκιση» αλλά επισημαίνουν πως δεν γίνεται λόγος για αλλαγή πλαισίου. Όπως σημειώνουν, η τροπολογία καλύπτει κάτι «εντελώς αυτονόητο», το οποίο έλειπε από το θεσμικό πλαίσιο και είχε προκαλέσει έντονη αναστάτωση στους επενδυτές.

Υπενθυμίζουν ότι τα φωτοβολταϊκά των 400 kW παρέμειναν για σχεδόν δύο χρόνια σε εκκρεμότητα λόγω γραφειοκρατικών προβλημάτων και δυσλειτουργιών της διαγωνιστικής διαδικασίας, με αποτέλεσμα, όταν τελικά ξεμπλόκαραν οι άδειες, όλα τα έργα να συσσωρευτούν χρονικά προς το τέλος του 2025. Παρότι, όπως τονίζουν, «ο ΔΕΔΔΗΕ κατέβαλε μεγάλη προσπάθεια το τελευταίο διάστημα και κατάφερε να συνδέσει σημαντικό αριθμό έργων, αντικειμενικά δεν ήταν εφικτό να προχωρήσουν όλες οι συνδέσεις εγκαίρως. Η ρύθμιση λύνει το πρόβλημα όσο κι αν καθυστερήσει ο ΔΕΔΔΗΕ», σημειώνουν χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι πρόκειται για μια θετική ανταπόκριση στο αίτημα της αγοράς, ώστε να μη μετατραπούν οι καθυστερήσεις του συστήματος σε ποινή για τους επενδυτές

Όπως σημειώνουν, στην πράξη εφαρμόζεται αυτό που ισχύει εδώ και χρόνια στη διακράτηση της ταρίφας των φωτοβολταϊκών έργων: η ημερομηνία «κλειδώματος» είναι η ημέρα κατάθεσης της δήλωσης ετοιμότητας, στην περίπτωση που ο ΔΕΔΔΗΕ δεν είναι σε θέση να προχωρήσει άμεσα στη σύνδεση του έργου στο δίκτυο. Υπενθυμίζουν, μάλιστα, ότι η δήλωση ετοιμότητας δεν αποτελεί τυπική διαδικασία, αλλά συνοδεύεται από αυτοψία και έκθεση ανεξάρτητου μηχανικού του ΤΕΕ, βάσει του θεσμικού πλαισίου που ισχύει από το 2020 και έχει εφαρμοστεί ευρέως μέχρι σήμερα. «Πρακτικά εφαρμόζεται το αυτονόητο», αναφέρουν χαρακτηριστικά.

Οι ίδιες πηγές ξεκαθαρίζουν, ωστόσο, ότι το ευρωπαϊκό ορόσημο της 31ης Δεκεμβρίου 2025 δεν μεταβάλλεται ούτε μπορεί να μεταβληθεί, καθώς απορρέει άμεσα από τον Κανονισμό (ΕΕ) 943/2019. Μετά την ημερομηνία αυτή, τα νέα έργα άνω των 200 kW –όριο που μειώνεται από τα 400 kW που ίσχυαν έως σήμερα– χάνουν την προτεραιότητα κατανομής και εντάσσονται στο καθεστώς ευθύνης εξισορρόπησης, στο πλαίσιο της σταδιακής ενσωμάτωσης των ΑΠΕ στους κανόνες λειτουργίας της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

Την ευρωπαϊκή αυτή διάσταση ανέδειξε και ο υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Νίκος Τσάφος, απαντώντας στη Βουλή σε σχετική ερώτηση. Όπως δήλωσε, «η Ευρώπη λέει ότι όλοι έχουν ευθύνη για την εξισορρόπηση του δικτύου, εκτός από τους πολύ μικρούς. Είναι ένας διαχωρισμός που δημιουργεί το ευρωπαϊκό σύστημα, όχι εμείς». Από την 1η Ιανουαρίου 2026, πρόσθεσε, αλλάζουν τα όρια για το ποιος θεωρείται μικρός και απαλλάσσεται, με την απαίτηση εξισορρόπησης να μεταφέρεται από τα 400 kW στα 200 kW.

«Σκοπός είναι, όσο περνάει ο καιρός, όλο και περισσότερα έργα να έχουν ευθύνη εξισορρόπησης. Αυτή η διαφοροποίηση προέρχεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και είναι άμεσα συνυφασμένη με όλες τις επενδύσεις σε ΑΠΕ», σημείωσε, αναγνωρίζοντας ότι «υπάρχουν περιορισμοί και συνθήκες που αλλάζουν ανά καιρούς· υπάρχουν ταρίφες που μπορεί να μειώνονται», ενώ υπογράμμισε ότι «το καθεστώς με το οποίο εισέρχεσαι είναι κάτι το οποίο μεταλλάσσεται».

Διαβάστε επίσης