Μέχρι το τέλος του 2024, η ισχύς των φωτοβολταϊκών είχε διπλασιαστεί σε σύγκριση με μόλις δύο χρόνια νωρίτερα, φτάνοντας τα 9,6 GW, και το 2025 αυξήθηκε περαιτέρω στα 10,9 GW. Αυτή τη διαπίστωση μοιράστηκε με ανάρτηση του στο LinkedIn ο κ. Μηνάς Χατζηγεωργιάδης, GIS consultant and environmental analyst, ο οποίος αξιοποιώντας ένα σύνολο δεδομένων από την Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, Αποβλήτων και Υδάτων, καταλήγει σε μερικά συμπεράσματα.

Πιο ειδικά, όπως αναφέρει «η ηλιακή ενέργεια στην Ελλάδα άρχισε να κερδίζει έδαφος στα τέλη της δεκαετίας του 2000 με feed-in tariffs και έκτοτε έχει ωριμάσει σε ένα σύστημα δημοπρασιών, συμφωνιών αγοράς ενέργειας και αυτοπαραγωγής. Η χώρα έχει επίσης ένα φυσικό πλεονέκτημα: Η Ελλάδα λαμβάνει περίπου 50% περισσότερη ηλιακή ακτινοβολία από τις χώρες της Βόρειας Ευρώπης, γεγονός που βελτιώνει σημαντικά την απόδοση των φωτοβολταϊκών συστημάτων».

Επίσης, ο κ. Χατζηγεωργιάδης τονίζει πως «η ανάπτυξη τις τελευταίες δύο δεκαετίες ήταν αξιοσημείωτη. Το 2000, η ​​ηλιακή ενέργεια συνέβαλε λιγότερο από το 0,1% της εθνικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Μέχρι το 2010, ήταν ακόμα μόνο 0,3%. Μεταφερόμαστε στο 2022 και το μερίδιο είχε αυξηθεί στο 12,6%, υποστηριζόμενο από την ταχεία επέκταση της εγκατεστημένης ισχύος. Μέχρι το τέλος του 2024, η ισχύς είχε διπλασιαστεί σε σύγκριση με μόλις δύο χρόνια νωρίτερα, φτάνοντας τα 9,6 GW, και το 2025 αυξήθηκε περαιτέρω στα 10,9 GW».

Οι προοπτικές περαιτέρω ανάπτυξης των φωτοβολταϊκών στη χώρα μας

Όπως έχει αναφέρει το energygame.gr, η στασιμότητα που υπάρχει λόγω της καθυστέρησης στην τροποποίηση της υπουργικής απόφασης για το net billing έχει δημιουργήσει προβλήματα στην αγορά. Παράλληλα, εκτιμάται πως όταν θα «ξεμπλοκάρει» η αυτοκατανάλωση, θα προστεθούν αρκετά νέα έργα. Από κει και πέρα, υπάρχει μια κατηγορία έργων ισχύος 400 έως 500 MW σε Κρήτη και Πελοπόννησο, που αναμένεται να ενισχύσουν τη δυναμική ανόδου των φωτοβολταϊκών. Αυτά τα έργα θα πρέπει μέχρι τέλος του χρόνου να υπογράψουν σύμβαση με τον ΔΑΠΕΕΠ και να λειτουργήσουν μέσα στο 2026.

Μεγάλη ανάπτυξη εκτιμάται ότι θα σημειωθεί τα επόμενα χρόνια και στα συστήματα αυτοπαραγωγής. Φέτος, βέβαια, τους πρώτους τέσσερις μήνες παρατηρήθηκε μείωση, σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2024. Να σημειωθεί πως την περσινή χρονιά, η συνολική αγορά των συστημάτων αυτοκατανάλωσης αυξήθηκε κατά 40% σε σχέση με πέρυσι, ενώ η αγορά των οικιακών συστημάτων αυτοκατανάλωσης υπερδιπλασιάστηκε, σύμφωνα με τον Σύνδεσμο Εταιρειών Φωτοβολταϊκών (ΣΕΦ). Εντός του 2024 διασυνδέθηκαν, μεταξύ άλλων, και 9.091 μικρά συστήματα με μπαταρία (60 MW) στο πλαίσιο του προγράμματος «Φωτοβολταϊκά στη Στέγη».

Διαβάστε ακόμη