Μνημόνιο συνεργασίας πρόκειται να υπογραφεί μέσα στον Οκτώβριο μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου σχετικά με τη βιώσιμη ανάπτυξη του τομέα ορυκτών πρώτων υλών των δύο χωρών, την ανταλλαγή απόψεων και τεχνογνωσίας για θέματα θεσμικού πλαισίου και πολιτικής Ορυκτών Πρώτων Υλών και τον συντονισμό δράσεων στο πλαίσιο εφαρμογής του Ευρωπαϊκού Κανονισμού 2024/1252 για τις Κρίσιμες και Στρατηγικές Πρώτες Ύλες (Critical Raw Materials Act).

Η υπογραφή του μνημονίου συνεργασίας θα πραγματοποιηθεί κατά τη διάρκεια συνάντησης εργασίας που λάβει χώρα στη Λευκωσία από τις 20 έως τις 23 Οκτωβρίου. Η συνάντηση εργασίας προγραμματίστηκε κατόπιν πρόσκλησης της υπηρεσίας μεταλλείων και λατομείων του Υπουργείου Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος της Κύπρου προς το ελληνικό Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ). Από ελληνικής πλευράς, στην Κύπρο θα μεταβεί ο Πέτρος Τζεφέρης, Προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Ορυκτών Πρώτων Υλών του ΥΠΕΝ, η Ευφροσύνη Βαρβιτσιώτη, Προϊστάμενη της Διεύθυνσης Ανάπτυξης και Πολιτικής, η Κυριακή Κονταράτου, Προϊστάμενη του Τμήματος Τεκμηρίωσης – Παρατηρητήριο Μεταλλευτικών και Λατομικών Δραστηριοτήτων, καθώς και η Διαμαντούλα Λάμπου, Προϊστάμενη του Τμήματος Ανάπτυξης και Ανάλυσης Πολιτικών Ορυκτών Πρώτων Υλών. Πέραν της υπογραφής του μνημονίου συνεργασίας, θα πραγματοποιηθεί και επίσκεψη σε λατομικούς και μεταλλευτικούς χώρους της Κύπρου.

Οι ορυκτές πρώτες ύλες στο επίκεντρο των προτεραιοτήτων της Ευρώπης

Οι ορυκτές πρώτες ύλες αποτελούν τη βάση πάνω στην οποία στηρίζεται η ενεργειακή μετάβαση και η τεχνολογική εξέλιξη. Αποτελούν βασικό συστατικό για την κατασκευή φωτοβολταϊκών, ανεμογεννητριών, μπαταριών ηλεκτρικών οχημάτων, αλλά και για συστήματα άμυνας, για smartphones και άλλα αντικείμενα που χρησιμοποιούμε καθημερινά. Η ΕΕ εδώ και δεκαετίες έχει δημιουργήσει ένα υψηλό βιοτικό επίπεδο, χρησιμοποιώντας τους ορυκτούς πόρους άλλων, αναπτυσσόμενων κυρίως κρατών. Αυτό την έχει οδηγήσει να εξαρτάται από τρίτες χώρες, και κυρίως από την Κίνα, σε κομβικούς τομείς της οικονομίας της. Σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΕ έχει θέσει ως στόχο την εξασφάλιση εναλλακτικών προμηθευτών και την αξιοποίηση των εγχώριων κοιτασμάτων που διαθέτει στο υπέδαφός της.

Υπενθυμίζεται πως πριν μερικές ημέρες, ο Εκτελεστικός Αντιπρόεδρος της Κομισιόν για την Ευημερία και τη Βιομηχανική Στρατηγική, Στεφάν Σεζουρνέ, ανακοίνωσε την έναρξη της δεύτερης πρόσκλησης για στρατηγικά έργα, με στόχο τη διασφάλιση ασφαλούς και βιώσιμου εφοδιασμού της ευρωπαϊκής βιομηχανίας με κρίσιμες πρώτες ύλες. Η ανακοίνωση βασίζεται στην επιτυχία της πρώτης πρόσκλησης, μέσω της οποίας επιλέχθηκαν 60 στρατηγικά έργα (47 που βρίσκονται σε κράτη μέλη της ΕΕ, μεταξύ των οποίων ήταν και η επένδυση της Metlen σε βωξίτη, αλουμίνα και γάλλιο, καθώς και 13 σε κράτη που βρίσκονται εκτός αυτής). Η προθεσμία υποβολής λήγει στις 15 Ιανουαρίου 2026.

Τα στρατηγικά αυτά έργα θα συμβάλουν στην υλοποίηση του Critical Raw Materials Act, θα ενισχύσουν την ανθεκτικότητα της ΕΕ μέσω της διασφάλισης πρώτων υλών που είναι απαραίτητες για την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, θα ενδυναμώσουν την εγχώρια παραγωγή, θα διαφοροποιήσουν τον εφοδιασμό και θα εμβαθύνουν αμοιβαία επωφελείς συνεργασίες. Για να είναι επιλέξιμα, τα έργα πρέπει να ενισχύουν ουσιαστικά την ασφάλεια εφοδιασμού, να είναι τεχνικά εφικτά και να υλοποιούνται με βιώσιμο τρόπο. Όσα επιλεγούν θα επωφεληθούν από ταχύτερες διαδικασίες αδειοδότησης, ευκολότερη πρόσβαση σε χρηματοδότηση και συμφωνίες διάθεσης προϊόντων. Η Κομισιόν αναφέρει σε σχετική ανακοίνωση πως συνεργάζεται στενά με τα κράτη μέλη και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για να καταστήσει αυτά τα οφέλη πραγματικότητα.

Διαβάστε ακόμη