Τον ρόλο της Ελλάδας στη νέα ενεργειακή αρχιτεκτονική, υπογραμμίζοντας τη γεωπολιτική και οικονομική σημασία που αποκτά η χώρα μέσα από κρίσιμες ενεργειακές συμφωνίες και έργα διασύνδεσης ανέλυσε σε δηλώσεις του στην ΕΡΤ News, ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σταύρος Παπασταύρου. Κεντρικό μήνυμα της τοποθέτησής του ήταν ότι η Ελλάδα βρίσκεται πλέον σε ισχυρότερη θέση, με ισχυρή υποστήριξη από τις ΗΠΑ και με προοπτικές που μπορούν να ενισχύσουν σημαντικά τα δημόσια έσοδα και τη στρατηγική της σημασία.

Για το καλώδιο GSI, ο Υπουργός δήλωσε ότι την προσεχή Δευτέρα θα συναντηθεί με τον νέο Υπουργό Ενέργειας της Κύπρου, ώστε «να ξαναπιάσουμε το νήμα» σχετικά με την προώθηση του έργου. Όπως υπογράμμισε, το GSI αποτελεί «πολύ σημαντικό έργο» και, κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στις ΗΠΑ, διαπίστωσε ότι υπάρχει ουσιαστικό ενδιαφέρον τόσο από κρατικούς όσο και από ιδιωτικούς φορείς για την υλοποίησή του.

Για τις νέες ενεργειακές συμφωνίες

Ο κ. Παπασταύρου εξέφρασε αισιοδοξία για τη νέα θέση της Ελλάδας στο υπό διαμόρφωση ενεργειακό τοπίο. Τόνισε ότι η χώρα έχει εξαιρετική αξιολόγηση από τις ΗΠΑ για την πρόοδο που έχει σημειωθεί, επισημαίνοντας χαρακτηριστικά ότι «η ελληνική οικονομία έφτασε στο σημείο να δανείζεται φθηνότερα από την αμερικανική». Σύμφωνα με τον Υπουργό, το πιο κρίσιμο στοιχείο είναι πως οι ενεργειακές συμφωνίες επιταχύνονται και ότι η Ουάσιγκτον στηρίζει αποφασιστικά την προσπάθεια απεξάρτησης της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο. Όπως συμπλήρωσε, «και οι Δημοκρατικοί και οι Ρεπουμπλικάνοι στηρίζουν αυτές τις προσπάθειες απεξάρτησης».

Αναφερόμενος στις επενδύσεις που αφορούν την Ελλάδα, υπογράμμισε ότι οι ενεργειακές συμφωνίες έχουν σαφές αποτύπωμα στη χώρα. Ειδική μνεία έκανε στην ερευνητική γεώτρηση της ExxonMobil, η οποία αναμένεται σε περίπου 18 μήνες. Εφόσον εντοπιστεί εμπορικά εκμεταλλεύσιμο κοίτασμα, τα προσδοκώμενα δημόσια έσοδα θα είναι σημαντικά. Όπως είπε, για αυτά τα έργα απαιτούνται «υπομονή και σχεδιασμός».

Ο Υπουργός σημείωσε ότι η Ελλάδα βρίσκεται στο κέντρο της νέας ενεργειακής αρχιτεκτονικής, γεγονός που έχει όχι μόνο γεωπολιτική αλλά και οικονομική σημασία: η ενέργεια που θα κατευθύνεται προς τις χώρες του Κάθετου Διαδρόμου θα διέρχεται μέσα από τη χώρα μας. Ως ένδειξη της σημασίας που δίνουν οι ΗΠΑ στην επιτάχυνση των ενεργειακών συμφωνιών, ανέφερε την τηλεδιάσκεψη που θα πραγματοποιηθεί σήμερα με τη συμμετοχή όλων των κρατών-μελών, υπό αμερικανικό συντονισμό, με στόχο «να δούμε πώς θα τρέξουμε τις συμφωνίες όσο πιο γρήγορα γίνεται». Επιπλέον, προανήγγειλε ότι το πρώτο τρίμηνο του 2026 θα πραγματοποιηθεί νέα συνάντηση των υπουργών των κρατών του Κάθετου Διαδρόμου στην Ουάσιγκτον.

Σχετικά με την ανάπτυξη ενεργειακών υποδομών, ο κ. Παπασταύρου επεσήμανε ότι  η χώρα «θα έχει πάντα έναν κομβικό ρόλο», διότι όποιος διαθέτει τις κατάλληλες υποδομές εξασφαλίζει ροή αμερικανικού φυσικού αερίου, ενώ ακόμη και ενδεχόμενη επανένταξη της Ρωσίας «δεν θα αναιρέσει τη θέση μας».

Για νέο FSRU και τις αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών

Απαντώντας σε ερώτηση για τις αντιδράσεις απέναντι στη δημιουργία νέου FSRU, ο Υπουργός σημείωσε ότι η εγκατάσταση δεύτερης μονάδας είναι «απαραίτητη» για την επίτευξη της ενεργειακής απεξάρτησης. Αναγνώρισε ότι ο ρόλος των τοπικών κοινωνιών είναι σημαντικός, αλλά τόνισε ότι το έργο πρέπει να υλοποιηθεί σε σημείο που να εξυπηρετεί τη ροή του φυσικού αερίου.

Ο κ. Παπασταύρου ανέφερε ότι ο ρόλος της Τουρκίας έχει περιοριστεί στο πλαίσιο της νέας ενεργειακής αρχιτεκτονικής, επισημαίνοντας όμως ότι αυτό δεν σημαίνει πως θα παραμείνει μόνιμα περιορισμένος. Τόνισε πάντως ότι «δεν χωρούν απειλές πολέμου ούτε προκλήσεις» σε ένα μοντέλο συνεργασίας που στηρίζεται στη σταθερότητα και την ειρήνη.

Τέλος, σε σχέση με τα ζητήματα των αγροτών, υπογράμμισε ότι «η λύση είναι ο διάλογος» και ότι είναι αναγκαίο να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι με την κυβέρνηση. Όπως ανέφερε, την Κυριακή αναμένεται να εκλεγεί αντιπροσωπευτικό όργανο, ενώ οι πόρτες της κυβέρνησης «είναι ανοιχτές για διάλογο, αλλά όχι υπό συνθήκες ανομίας και αποκλεισμών που δεν επιτρέπουν στους συμπολίτες να κινηθούν».

Σε πρωινό ρεπορτάζ, το energygame.gr έγραψε τα εξής :

Αβέβαιο εξακολουθεί να παραμένει το μέλλον της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης – Κύπρου, σε μια συγκυρία κατά την οποία τα ερωτήματα για το εάν και πότε θα περάσει από το στάδιο του σχεδιασμού στην πράξη παραμένουν αναπάντητα. Παρά τη στρατηγική βαρύτητα του έργου και την πολλαπλή ευρωπαϊκή στήριξη που έχει εξασφαλίσει, οι αρμόδιοι φορείς αποφεύγουν έως σήμερα να δώσουν σαφές χρονοδιάγραμμα για την έναρξη της κατασκευής, τροφοδοτώντας ένα κλίμα αβεβαιότητας γύρω από την εξέλιξη της διασύνδεσης.

Το θολό τοπίο γύρω από την ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης – Κύπρου ενίσχυσε χθες δημοσίευμα του κυπριακού Τύπου, σύμφωνα με το οποίο η κοινή απόφαση των κυβερνήσεων Ελλάδας και Κύπρου να «παγώσουν» αποφάσεις και δράσεις για το έργο του Great Sea Interconnector, προκειμένου να επικαιροποιηθούν τα τεχνικοοικονομικά του δεδομένα, οδηγεί τη Nexans σε αναθεώρηση του προγραμματισμού της και στην ακύρωση διαγωνιστικών διαδικασιών για υπηρεσίες που συνδέονται με την πόντιση και τις έρευνες του υποθαλάσσιου καλωδίου. Αρμόδιες πηγές στην Αθήνας, τόνισαν στο energygame.gr πως δεν είναι ενήμεροι για τις εν λόγω αποφάσεις.

Κατόπιν επικοινωνίας του energygame.gr με τον γαλλικό όμιλο Nexans, η εταιρεία ξεκαθαρίζει ότι δεν τίθεται ζήτημα οριστικής ακύρωσης του έργου. Όπως επισημαίνει, το έργο Great Sea Interconnector συνεχίζει να υλοποιείται βάσει των συμβατικών της υποχρεώσεων και των συμφωνημένων οροσήμων με τον πελάτη, σημειώνοντας ότι σε έργα τέτοιας κλίμακας τα χρονοδιαγράμματα είναι δυνατόν να προσαρμόζονται. Παράλληλα, υπογραμμίζει ότι έχει ήδη λάβει σημαντικές πληρωμές που επέτρεψαν την κατασκευή του καλωδίου, τονίζοντας πως με τον τρόπο αυτό ο όμιλος μηδενίζει κάθε χρηματοοικονομική του έκθεση ακόμη και σε περίπτωση αναπροσαρμογών του έργου.

Πάντως, όπως έχει γράψει το energygame.gr, η υπόθεση του GSI ασκεί πλέον πιέσεις και στη Nexans από την πλευρά των αγορών, καθώς, σύμφωνα με αποκαλύψεις της γαλλικής Les Echos και ανάλυση της BNP Paribas Exane, ένα ενδεχόμενο ναυάγιο του έργου θα μπορούσε να οδηγήσει σε απώλεια έως και 6% των λειτουργικών της κερδών (EBIT), αφήνοντας τον όμιλο με μεγάλο απόθεμα μη αξιοποιήσιμων καλωδίων και επιβραδύνοντας την αναμενόμενη αύξηση κερδών μετά το 2026.

Το τελευταίο διάστημα παρατηρείται αυξημένη κινητικότητα γύρω από το Great Sea Interconnector, χωρίς όμως να έχει ακόμη αποτυπωθεί ξεκάθαρα αν αυτή θα οδηγήσει σε θετική ή αρνητική τροχιά για το έργο. Στο πλαίσιο της προσπάθειας επανεκκίνησης που έχουν συμφωνήσει Αθήνα και Λευκωσία, ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης φαίνεται να επιλέγει μια αλλαγή σκυτάλης στην κυπριακή πλευρά, αναθέτοντας τη διαχείριση του φακέλου σε νέο πολιτικό πρόσωπο. Ως εκ τούτου, ο Μιχάλης Δαμιανός μετακινήθηκε από το Υπουργείο Υγείας στο Υπουργείο Ενέργειας, αναλαμβάνοντας έναν από τους πιο σύνθετους και πολιτικά φορτισμένους φακέλους της κυβερνητικής ατζέντας.

Σύμφωνα με πληροφορίες, από ελληνικής πλευράς τηρείται στάση αναμονής. Στην Αθήνα εκτιμάται ότι οι ουσιαστικές συζητήσεις θα ξεκινήσουν αφού αποσαφηνιστούν τα πρώτα σήματα και η κατεύθυνση που θα δώσει ο νέος πολιτικός προϊστάμενος του ενεργειακού χαρτοφυλακίου στην Κύπρο, αμέσως μετά την ορκωμοσία του. Όπως μεταφέρεται από αρμόδιες πηγές, η ελληνική πλευρά αναμένει κατ’ ουσίαν τη θέση που θα υιοθετήσει η Λευκωσία σε ό,τι αφορά την επικαιροποίηση των τεχνικοοικονομικών παραμέτρων του έργου, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν και με ποιους όρους μπορεί να διαμορφωθεί ένας ρεαλιστικός οδικός χάρτης για τα επόμενα βήματα.

Αυτή τη στιγμή, Αθήνα και Λευκωσία αναμένεται να προχωρήσουν στην ανάθεση σε διεθνή οίκο μελέτης επανεξέτασης των βασικών τεχνικών και οικονομικών του παραμέτρων. Η κίνηση αυτή αποδίδεται επισήμως στην ανάγκη προσαρμογής του έργου στα επικαιροποιημένα δεδομένα της αγοράς και στη δυνατότητα προσέλκυσης νέων επενδυτών, τοποθετώντας τη διασύνδεση σε φάση αναπροσαρμογής του σχεδιασμού της. Ωστόσο, η εξέλιξη αυτή σηματοδοτεί σαφή μετατόπιση από τις συνεχείς διαβεβαιώσεις των προηγούμενων μηνών ότι «το έργο είναι βιώσιμο, προχωρά και θα ολοκληρωθεί απρόσκοπτα».

Παράγοντες της αγοράς επισημαίνουν ότι η λεγόμενη «επικαιροποίηση» δεν περιορίζεται σε τεχνικές προσαρμογές δευτερεύουσας σημασίας, αλλά παραπέμπει στην εκπόνηση νέας Μελέτης Κόστους–Οφέλους (CBA) και σε συνολική επανεξέταση των κρίσιμων παραδοχών του έργου, από το κόστος και την απόδοση της επένδυσης έως τη χρηματοοικονομική της δομή. Πρόκειται για μια διαδικασία που απαιτεί χρόνο και, αναπόφευκτα, επαναφέρει την αβεβαιότητα ως προς το πού ακριβώς βρίσκεται σήμερα το Great Sea Interconnector. Στην ουσία, πρόκειται για αναθεώρηση της τεχνικοοικονομικής μελέτης του 2016, στην οποία είχε βασιστεί η Ευρωπαϊκή Ένωση προκειμένου να εγκρίνει χρηματοδότηση ύψους 657 εκατ. ευρώ.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στηρίζει την ηλεκτρική διασύνδεση GSI… ξανά

Πάντως, παρά τις καθυστερήσεις, τις αναθεωρήσεις και την αβεβαιότητα που έχει προκύψει σε πολιτικό και τεχνικό επίπεδο, ο Great Sea Interconnector εξακολουθεί να βρίσκεται στον σκληρό πυρήνα της ευρωπαϊκής ενεργειακής στρατηγικής. Όπως έχει αναφέρει το energygame.gr, το έργο αναμένεται να συμπεριληφθεί στο επικείμενο Πακέτο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τα Δίκτυα (Grids Package) ως μία από τις λεγόμενες Energy Highways της Ένωσης, δηλαδή στα έργα που θεωρούνται κρίσιμα για την άρση δομικών «στενώσεων» στα ευρωπαϊκά ενεργειακά δίκτυα και απαιτούν άμεση πολιτική ώθηση. Για την Κομισιόν, ο GSI αποτελεί έργο ύψιστης στρατηγικής σημασίας, καθώς τερματίζει την ηλεκτρική απομόνωση της Κύπρου, ενισχύει την ασφάλεια εφοδιασμού στην Ανατολική Μεσόγειο και διευκολύνει τη μεγαλύτερη ενσωμάτωση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε περιφερειακό επίπεδο.

Δεν είναι τυχαίο ότι το έργο έχει επαναβεβαιωθεί στη λίστα PCI/PMI, έχει ήδη λάβει ισχυρή χρηματοδοτική στήριξη από το CEF και χαρακτηρίζεται από την Επιτροπή ως διασύνδεση με ευρωπαϊκή –και όχι αποκλειστικά διμερή– διάσταση. Παράλληλα, η Κομισιόν αναγνωρίζει ανοιχτά ότι η πρόοδος του GSI έχει επηρεαστεί από το σύνθετο γεωπολιτικό περιβάλλον, ωστόσο δηλώνει αποφασισμένη να συνεχίσει την πολιτική και τεχνική στήριξη του έργου, με ενισχυμένο συντονισμό κρατών-μελών και ειδική συνεργασία με την επικείμενη κυπριακή προεδρία της ΕΕ το 2026, στέλνοντας σαφές μήνυμα ότι το έργο παραμένει ευρωπαϊκή προτεραιότητα και δεν έχει τεθεί εκτός στρατηγικού σχεδιασμού.

Να σημειωθεί επίσης πως η επίσημη θέση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής διατυπώνεται ξεκάθαρα διά στόματος του Επιτρόπου Ενέργειας και Στέγασης Νταν Γιόργκενσεν: το Great Sea Interconnector παραμένει έργο προτεραιότητας για την ΕΕ, χωρίς ωστόσο να προβλέπεται η εκπόνηση νέας ανάλυσης κόστους–οφέλους ή η δημοσίευση επιμέρους μελετών βιωσιμότητας.

Όπως διευκρίνισε, η ανάλυση κόστους–οφέλους πραγματοποιείται στο στάδιο ένταξης ενός έργου στον κατάλογο Έργων Κοινού Ενδιαφέροντος, διαδικασία που έχει ήδη ολοκληρωθεί για τον GSI και επιβεβαιώνει ότι τα οφέλη του υπερτερούν του κόστους. Παράλληλα, η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι οι αυξήσεις κόστους είναι σύνηθες φαινόμενο στα μεγάλα έργα τα τελευταία χρόνια, λόγω των πιέσεων στις εφοδιαστικές αλυσίδες και των γεωπολιτικών εξελίξεων, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι τα στρατηγικά οφέλη, ιδίως σε όρους ασφάλειας εφοδιασμού και ενσωμάτωσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έχουν ενισχυθεί. Υπό αυτό το πρίσμα, η ολοκλήρωση του έργου και ο τερματισμός της ηλεκτρικής απομόνωσης της Κύπρου εξακολουθούν να αποτελούν σαφή προτεραιότητα για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Στο φόντο των εξελίξεων βρίσκεται αυτή τη στιγμή και το αμερικανικό ενδιαφέρον για τον Great Sea Interconnector, το οποίο επανέρχεται στο προσκήνιο και τροφοδοτεί σενάρια αναδιάταξης του σχήματος υλοποίησης του έργου. Οι δημόσιες τοποθετήσεις που ακολούθησαν τη συνάντηση Μητσοτάκη – Χριστοδουλίδη, σε συνδυασμό με το γεωπολιτικό αποτύπωμα της κινεζικής State Grid στον ΑΔΜΗΕ και τη διακηρυγμένη στρατηγική των ΗΠΑ για τον περιορισμό της κινεζικής παρουσίας σε κρίσιμες ενεργειακές υποδομές, έχουν ανοίξει τη συζήτηση για εναλλακτικά μοντέλα διακυβέρνησης και χρηματοδότησης του GSI. Το ενδιαφέρον της αμερικανικής Development Finance Corporation (DFC), που είχε εκδηλωθεί ήδη από το 2024, επανέρχεται στο τραπέζι, με τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Σταύρο Παπασταύρου να έχει διευκρινίσει ότι βρίσκεται σε διερευνητικό στάδιο και ότι το έργο μπορεί να προχωρήσει και με το υφιστάμενο σχήμα, τονίζοντας πως «οι Αμερικανοί θέλουν τα στοιχεία για να καταλάβουν τι, πώς και πού».

Μέσα σε λίγους μήνες το αφήγημα γύρω από το καλώδιο Ελλάδας–Κύπρου–Ισραήλ (Great Sea Interconnector – GSI) άλλαξε πλήρως τροχιά. Εκεί όπου κυριαρχούσε η αβεβαιότητα, η Τουρκία παρουσιαζόταν ως ο «ελέφαντας στο δωμάτιο» και οι κυπριακές ρυθμιστικές εκκρεμότητες ενέτειναν το αδιέξοδο, η δυναμική των τελευταίων μηνών έχει ανατρέψει τους συσχετισμούς και η αγορά αναμένει τις εξελίξεις.

Διαβάστε ακόμη