Πρωτοφανές κύμα καύσωνα σαρώνει την Ευρώπη, με τις θερμοκρασίες να ξεπερνούν σε πολλές περιοχές τους 40 βαθμούς Κελσίου και τις επιπτώσεις να γίνονται αισθητές σε πολλαπλά επίπεδα. Στην Ιταλία, δύο άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους, ενώ οι αρχές προχωρούν στη λήψη περιοριστικών μέτρων για τις υπαίθριες δραστηριότητες, σε μια προσπάθεια προστασίας του πληθυσμού από τις ακραίες συνθήκες.

Οι υποδομές σε πολλές χώρες της ηπείρου δέχονται σημαντική πίεση. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα περιοχών της κεντρικής Αγγλίας, όπου οι τοπικές αρχές ρίχνουν αλάτι στους δρόμους – όχι για την αντιμετώπιση του πάγου, αλλά για την προστασία της ασφάλτου από τη θερμική καταπόνηση που προκαλούν οι υψηλές θερμοκρασίες. Ανάλογες πιέσεις καταγράφονται και στον ενεργειακό τομέα. Η αυξημένη ζήτηση, κυρίως λόγω της χρήσης κλιματιστικών και συστημάτων ψύξης, επιβαρύνει σοβαρά τις ενεργειακές υποδομές. Ταυτόχρονα, προβληματισμό προκαλεί η μειωμένη διαθεσιμότητα υδροηλεκτρικής ενέργειας, καθώς τα αποθέματα σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα. Επιπλέον, η παραγωγή των γαλλικών πυρηνικών μονάδων συνεχίζει να κινείται υποτονικά, περιορίζοντας περαιτέρω τα περιθώρια κάλυψης της ζήτησης.

Σε αυτό το ήδη επιβαρυμένο περιβάλλον, ένα ακόμη ζήτημα που δυσχεραίνει τη διαχείριση των ενεργειακών συστημάτων είναι η ασυμμετρία στην παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Από τη μία πλευρά, τα φωτοβολταϊκά λειτουργούν στο μέγιστο της απόδοσής τους, προσφέροντας ισχυρή παραγωγή κατά τη διάρκεια της ημέρας. Από την άλλη, η παραγωγή από τα αιολικά είναι χαμηλή, ιδίως τις βραδινές ώρες, οπότε και η ηλιακή ενέργεια δεν είναι διαθέσιμη, ενώ η ζήτηση παραμένει υψηλή. Το φαινόμενο αυτό είναι γνωστό ως Hitzeflaute και χαρακτηρίζεται από την ταυτόχρονη παρουσία υψηλών θερμοκρασιών, αυξημένων ενεργειακών αναγκών – κυρίως για ψύξη – και απουσίας επαρκών ανέμων, με αποτέλεσμα τα αιολικά να μην μπορούν να συνεισφέρουν επαρκώς. Όπως επισημαίνει το Montel Analytics σε σχετική ανάρτησή του στο LinkedIn, «κατά τη διάρκεια της ημέρας, η ηλιακή ενέργεια βοηθά στη διατήρηση των τιμών σε χαμηλά επίπεδα. Αλλά μόλις δύσει ο ήλιος, η ζήτηση παραμένει υψηλή – και οι τιμές εκτοξεύονται».

Σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να προστεθούν τρία κρίσιμα δεδομένα που επιδεινώνουν την κατάσταση. Πρώτον, τα γαλλικά πυρηνικά εργοστάσια αναγκάζονται να περιορίσουν τη λειτουργία τους λόγω της έλλειψης επαρκούς νερού για τις ανάγκες ψύξης, καθώς οι υψηλές θερμοκρασίες επηρεάζουν τους ποταμούς από τους οποίους αντλείται το νερό. Δεύτερον, τα εργοστάσια φυσικού αερίου δυσκολεύονται να λειτουργήσουν με πλήρη δυναμικότητα στη διάρκεια του καύσωνα, καθώς οι μονάδες συνδυασμένου κύκλου αποδίδουν χαμηλότερα όταν η εξωτερική θερμοκρασία είναι πολύ υψηλή. Τρίτον, τις τελευταίες ημέρες καταγράφηκε αισθητή μείωση της υδροηλεκτρικής παραγωγής σε χώρες όπως η Ρουμανία, η Βουλγαρία και η Σερβία, γεγονός που ενισχύει τους φόβους για περιορισμό της προσφοράς σε περιφερειακό επίπεδο.

Αναλυτές έχουν επισημάνει εδώ και καιρό ότι η μείωση της υδροηλεκτρικής ισχύος εν μέσω περιόδων παρατεταμένης ζέστης μπορεί να αποτελέσει έναν από τους βασικούς παράγοντες πίεσης στις αγορές, οδηγώντας σε άνοδο των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας, ιδιαίτερα όταν συνοδεύεται από αυξημένη ζήτηση και αδυναμία επαρκούς κάλυψης από άλλες πηγές.

Παράλληλα, παρατηρώντας την εικόνα των ευρωπαϊκών τιμών ηλεκτρικής ενέργειας την Τρίτη, σε αρκετές αγορές σημειώθηκε απότομη άνοδος. Στην Ολλανδία και το Βέλγιο, οι μέσες τιμές εκτινάχθηκαν κοντά στα 150 ευρώ ανά μεγαβατώρα, ενώ στη Γαλλία η υψηλότερη τιμή άγγιξε τα 235 ευρώ. Ακόμη πιο έντονη ήταν η μεταβολή στη Γερμανία, όπου η τιμή κορυφώθηκε στα 476,19 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Στην Ιταλία, οι τιμές του Ιουνίου διαμορφώθηκαν στα 110,30 ευρώ ανά μεγαβατώρα, καταγράφοντας αύξηση της τάξης του 9% σε σύγκριση με τον Ιούνιο του 2023.

Στη Γαλλία, όπως ανέφερε σε σχετικό δημοσίευμά του το Montel, αρκετοί πυρηνικοί αντιδραστήρες περιόρισαν την παραγωγή τους, καθώς η άνοδος της θερμοκρασίας των ποταμών που χρησιμοποιούνται για την ψύξη των μονάδων δυσχεραίνει τη λειτουργία τους. Ενδεικτικά, η κρατική εταιρεία EDF μείωσε την ισχύ του αντιδραστήρα Blayais 1, ισχύος 910 MW, κατά 100 MW, επικαλούμενη «περιβαλλοντικά προβλήματα» που σχετίζονται με τις υψηλές θερμοκρασίες.

Παρότι σήμερα παρατηρείται σχετική υποχώρηση στις τιμές χονδρικής, οι αναλυτές τηρούν στάση αναμονής ως προς την εξέλιξη του κύματος καύσωνα κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Την ίδια ώρα, το βλέμμα στρέφεται ολοένα και περισσότερο στην πορεία των αποθεμάτων φυσικού αερίου, καθώς αρκετές ευρωπαϊκές χώρες εκφράζουν ανησυχίες για τα επίπεδα πλήρωσης στο τέλος της θερινής περιόδου. Το ερώτημα που απασχολεί πλέον κυβερνήσεις και αγορές είναι αν η Ευρώπη θα καταφέρει να προετοιμαστεί επαρκώς για τον επόμενο χειμώνα, ενόψει ενός περιβάλλοντος που χαρακτηρίζεται από κλιματική αστάθεια και αυξανόμενες ενεργειακές ανάγκες.

Διαβάστε ακόμη