Καθώς το ενεργειακό σύστημα της Ευρώπης προχωρά προς τη βαθύτερη μεταμόρφωση των τελευταίων δεκαετιών, δύο φαινόμενα συγκλίνουν απειλητικά στη ζώνη υψηλού κινδύνου: η πιθανότητα για εκτεταμένες διακοπές ηλεκτροδότησης και η παράλληλη άνοδος των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας. Οι ενεργειακοί διαχειριστές καλούνται να απαντήσουν σε ένα διπλό ερώτημα: πώς να αποτρέψουν ένα μπλακάουτ όταν η σταθερότητα του συστήματος απειλείται από εσωτερικά τεχνικά όρια και εξωτερικές διασυνδέσεις αλλά και πώς να περιορίσουν την επίδραση τέτοιων επεισοδίων στις αγορές, οι οποίες ήδη δείχνουν σημάδια αποσταθεροποίησης.
Στο ερώτημα «πόσο συχνά μπορεί να έχουμε μπλακάουτ και πώς επηρεάζουν τις τιμές», άνθρωποι της αγοράς απάντησαν στο πλαίσιο της χθεσινής ημερίδας CIRGE NRG Greece πως η έλλειψη απόκρισης από ΑΠΕ, η περιορισμένη αποθήκευση, τα ασύμμετρα φορτία και οι αστάθειες τάσης δημιουργούν εύθραυστα σημεία σε όλη τη ροή ενέργειας —από την παραγωγή μέχρι την κατανάλωση. Όσο αυτά δεν επιλύονται, η πιθανότητα μπλακάουτ αυξάνεται και η μεταβλητότητα των τιμών γίνεται εντονότερη.
Όπως εξήγησε ο Νίκος Χατζηαργυρίου, Πρόεδρος της ΕΕ CIGRE το πιο πρόσφατο και ενδεικτικό περιστατικό σημειώθηκε στις 28 Απριλίου 2025 στην Ιβηρική Χερσόνησο. Την ημέρα εκείνη, το ηλεκτρικό σύστημα της Ισπανίας βασιζόταν σχεδόν αποκλειστικά σε αποκεντρωμένες πηγές πράσινης ενέργειας: 59% από φωτοβολταϊκά (17,7 GW), 12% από αιολικά, 11% από πυρηνικά και μόλις 5% από μονάδες φυσικού αερίου συνδυασμένου κύκλου. Λίγο μετά τις 12:33 το μεσημέρι, καταγράφηκε μια ξαφνική πτώση στη συχνότητα του συστήματος -ο βασικός δείκτης ισορροπίας μεταξύ προσφοράς και ζήτησης ενέργειας. Μέσα σε μόλις 1,5 δευτερόλεπτο η κατάσταση επιδεινώθηκε δραματικά. Στις 12:33:20 η διασυνδετική γραμμή Ισπανίας–Γαλλίας αποσυνδέθηκε αυτόματα λόγω απώλειας συγχρονισμού, μετατρέποντας την Ιβηρική σε ένα απομονωμένο ηλεκτρικό νησί. Η συχνότητα έπεσε κάτω από τα επιτρεπτά όρια και στις 12:33:24, μόλις τέσσερα δευτερόλεπτα αργότερα, το σύστημα κατέρρευσε.
Το επεισόδιο στην Ισπανία ανέδειξε με εμφατικό τρόπο μια θεμελιώδη πρόκληση της ενεργειακής μετάβασης: όσο αυξάνεται η συμμετοχή ΑΠΕ στο μείγμα —ιδίως μονάδων που βασίζονται σε μετατροπείς ισχύος και όχι σε σύγχρονες γεννήτριες— τόσο μειώνεται η ικανότητα του συστήματος να «αντέξει» τις απότομες διακυμάνσεις ή να επαναφέρει τη σταθερότητα σε περιόδους κρίσης. Τα σύγχρονα φωτοβολταϊκά και αιολικά συστήματα, αν δεν είναι εξοπλισμένα με προηγμένα εργαλεία ελέγχου συχνότητας και τάσης, τείνουν να αποσυνδέονται αυτόματα από το δίκτυο σε περίπτωση αστάθειας, αντί να συνεισφέρουν στη σταθεροποίησή του.
Το πρόβλημα δεν είναι νέο, αλλά η συχνότητα με την οποία εμφανίζεται έχει αυξηθεί. Από το μεγάλο μπλακάουτ του 2006 που διαίρεσε την Ευρώπη σε τρεις ζώνες, μέχρι το split του Ιανουαρίου 2021 στα Βαλκάνια και το συμβάν του Μαΐου 2023, τα ηλεκτρικά συστήματα της Ευρώπης εμφανίζουν όλο και πιο συχνά περιστατικά διαχωρισμού και αστάθειας, κυρίως όταν το ποσοστό ΑΠΕ είναι υψηλό και τα μέσα σταθεροποίησης ανεπαρκή. Παράλληλα, καταγράφεται αυξανόμενος αριθμός περιπτώσεων όπου τα παραδοσιακά συστήματα προστασίας —όπως οι αποζεύκτες ή οι αυτοματισμοί ρύθμισης— δεν καταφέρνουν να αντιδράσουν σωστά, καθώς δεν έχουν σχεδιαστεί για τη δυναμική συμπεριφορά των μονάδων ΑΠΕ νέας γενιάς.
Ο Ιωάννης Καμπούρης, στέλεχος του ΑΔΜΗΕ και αντιπρόεδρος της CIGRE ανέδειξε με σαφήνεια τις τεχνικές και θεσμικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα το ευρωπαϊκό σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην ευαλωτότητα του νοτιοανατολικού διαδρόμου. Ο ίδιος επεσήμανε ότι η ιδέα της ενιαίας αγοράς ενέργειας στην Ευρώπη παραμένει θεωρητικά ελκυστική, όμως στην πράξη η περιορισμένη ικανότητα μεταφοράς και η ανομοιογένεια των δικτύων εμποδίζουν τη μεταφορά φθηνής ενέργειας από τις πιο ανταγωνιστικές πηγές παραγωγής. Αναφέρθηκε στις στρεβλώσεις της αγοράς λόγω συμφόρησης (congestion) και στο γεγονός ότι οι υποδομές σε χώρες της περιφέρειας δεν μπορούν να απορροφήσουν αποτελεσματικά τα φορτία, ειδικά όταν προκύπτουν τεχνικές ή γεωπολιτικές κρίσεις.
Το ερώτημα για το τι μέλλει γενέσθαι φέτος το καλοκαίρι πλανάται απειλητικά και πάνω από τη Βόρεια Μακεδονία, χώρα με καθοριστική ηλεκτρική διασύνδεση με την Ελλάδα. Η συγκεκριμένη σύνδεση δεν είναι απλώς ένα τεχνικό στοιχείο του δικτύου — αποτελεί κρίσιμο άξονα ενεργειακής ασφάλειας και για τις δύο πλευρές, διευκολύνοντας τη ροή ισχύος και την αντιμετώπιση φορτίων αιχμής. Το περυσινό καλοκαίρι, ωστόσο, αποτέλεσε ένα σκληρό τεστ. Η ταυτόχρονη εμφάνιση ισχυρού καύσωνα στις δύο χώρες, σε συνδυασμό με περιορισμούς στα διαθέσιμα φορτία, έπληξε τη δυνατότητα εισαγωγών. Ως αποτέλεσμα, κάθε σύστημα αναγκάστηκε να βασιστεί αποκλειστικά στη δική του παραγωγή. Τον Ιούνιο του 2024, η Βόρεια Μακεδονία υπέστη ακόμη ένα μπλακάουτ, αναδεικνύοντας για ακόμη μία φορά τη δομική ευαλωτότητα της περιοχής σε περιόδους αυξημένης καταπόνησης. Με αυτόν τον σκληρό τρόπο το ζήτημα των υποδομών και της ενίσχυσης των διασυνδέσεων έρχεται στο προσκήνιο.
«Αν είχαμε άφθονη ικανότητα μεταφοράς, θα είχαμε μια ενιαία τιμή», σημείωσε χαρακτηριστικά ο κ. Καμπούρης, στέλεχος του ΑΔΜΗΕ και αντιπρόεδρος της CIGRE, συνοψίζοντας την κεντρική τεχνική αντίφαση της ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας. Παρότι το θεσμικό πλαίσιο προβλέπει ενιαίες τιμές μέσω κοινών διασυνδέσεων και ροών, στην πράξη οι περιορισμένες δυνατότητες του συστήματος μεταφοράς επιτρέπουν μόνο μερική σύγκλιση. Οι αποκλίσεις ανάμεσα στις αγορές του ευρωπαϊκού πυρήνα και της περιφέρειας δεν είναι ζήτημα αγοράς, αλλά υποδομών.
Την ίδια ώρα, με αυξανόμενη ανησυχία παρακολουθούν οι αγορές της Νοτιοανατολικής Ευρώπης τις αναταράξεις που προκαλούν τεχνικές αστοχίες και περιορισμοί στις ροές ηλεκτρικής ενέργειας, αποτυπώνοντας τις σοβαρές ανισορροπίες που εξακολουθούν να διέπουν την κοινή ευρωπαϊκή αγορά. Ο πρόσφατος περιορισμός των εισαγωγών ενέργειας από τη Δυτική Ευρώπη προς τη Ρουμανία μέσω της Ουγγαρίας προκάλεσε συνθήκες στενότητας σε ολόκληρο τον νοτιοανατολικό διάδρομο, την ώρα που παραμένει εκτός λειτουργίας μία από τις βασικές μονάδες του πυρηνικού σταθμού Κοζλοντούι στη Βουλγαρία. Το συνδυαστικό αυτό πλήγμα στην προσφορά ισχύος έχει εντείνει την πίεση στις αγορές της περιοχής, οι οποίες εμφανίζουν οξυμένη αντίδραση ακόμη και σε μικρές διαταραχές. Οι αποκλίσεις σε σχέση με τις αγορές του ευρωπαϊκού πυρήνα βαθαίνουν, με τις χώρες της περιφέρειας να λειτουργούν υπό δυσμενέστερους όρους λόγω περιορισμένων εναλλακτικών ροών, ελλιπούς ευελιξίας του συστήματος και καθυστέρησης στην ανάπτυξη σύγχρονων μηχανισμών εξισορρόπησης.
Οι γραμμές άμυνας των Διαχειριστών
Οι Διαχειριστές Συστημάτων Μεταφοράς έχουν κληθεί να αναπτύξουν πολυεπίπεδες γραμμές άμυνας απέναντι στις ολοένα και πιο πολύπλοκες προκλήσεις του ενεργειακού συστήματος. Οι γραμμές αυτές δεν περιορίζονται στη διαχείριση της στιγμής, αλλά καλύπτουν τρεις κρίσιμους άξονες: πρόβλεψη, λειτουργία και ανάκαμψη. Σε αυτό το πλαίσιο, ο ρόλος του SEleNe-CC (Southeast Electricity Network Coordination Center) στη Θεσσαλονίκη αποκτά κομβική σημασία.
Το SEleNe-CC ιδρύθηκε το 2020 από τους Διαχειριστές Συστημάτων Μεταφοράς τεσσάρων χωρών – της Ελλάδας (ΑΔΜΗΕ), της Βουλγαρίας (ESO-EAD), της Ιταλίας (Terna) και της Ρουμανίας (Transelectrica) – με σκοπό να λειτουργήσει αρχικά ως Περιφερειακός Συντονιστής Ασφάλειας (RSC) και να καλύψει κρίσιμες ανάγκες επιχειρησιακού συντονισμού για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Το 2022, με βάση τις διατάξεις του Ευρωπαϊκού Κανονισμού 2019/943 για την ενίσχυση της ασφάλειας εφοδιασμού και της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, το κέντρο απέκτησε πλήρες καθεστώς Regional Coordination Center (RCC).
Η αναβάθμισή του συνοδεύτηκε από σημαντική διεύρυνση αρμοδιοτήτων. Πλέον, το SEleNe-CC έχει υπό την εποπτεία του δύο ζώνες υπολογισμού δυναμικότητας: την GR-IT, η οποία περιλαμβάνει τη Νότια Ιταλία και την Ελλάδα, και τη Southeast Europe, η οποία περιλαμβάνει Ελλάδα, Βουλγαρία και Ρουμανία. Το κέντρο συντονίζει τεχνικά δεδομένα σε διασυνοριακό επίπεδο, εντοπίζει κινδύνους, αναλύει επιπτώσεις πιθανών συμβάντων και εισηγείται προληπτικές ή διορθωτικές παρεμβάσεις με σκοπό τη σταθεροποίηση του συστήματος.
Η δράση του κέντρου δεν είναι θεωρητική. Σε περιόδους αυξημένης μεταβλητότητας – για παράδειγμα, σε φαινόμενα μεγάλης διείσδυσης ΑΠΕ, αιφνίδιας διακοπής παραγωγής ή συμφόρησης στις διασυνδέσεις – το SEleNe-CC λειτουργεί ως κεντρικός πυλώνας διαλειτουργικότητας, αποστέλλοντας σε πραγματικό χρόνο τεχνικές εισηγήσεις στους διαχειριστές των επιμέρους χωρών, με στόχο τον συντονισμό αποφάσεων. Οι ομάδες του εργάζονται σε 24ωρη βάση με πρόσβαση σε προηγμένα μοντέλα πρόβλεψης και λογισμικά αξιολόγησης αστάθειας, αξιοποιώντας συστήματα σε επίπεδο τόσο D-1 (μια μέρα πριν) όσο και σε real-time.
Η Θεσσαλονίκη επιλέχθηκε όχι μόνο για τη γεωγραφική της θέση, αλλά και για τη δυνατότητά της να λειτουργήσει ως διαμετακομιστικός ενεργειακός κόμβος μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Το SEleNe-CC φιλοξενεί 24 μηχανικούς υψηλής εξειδίκευσης και αποτελεί τον πρώτο περιφερειακό κόμβο RCC που προβλέπεται να επεκτείνει τις υπηρεσίες του και προς τρίτες χώρες. Ήδη βρίσκονται σε εξέλιξη συζητήσεις για τη συμμετοχή των διαχειριστών από την Αλβανία, τη Βόρεια Μακεδονία, το Μαυροβούνιο και το Κόσοβο, ώστε να δημιουργηθεί ένα ευρύτερο πλέγμα συντονισμού για την περιοχή των Βαλκανίων.
Πέρα από την τεχνική του λειτουργία, το SEleNe-CC συνιστά έναν από τους ελάχιστους θεσμούς σε ευρωπαϊκό επίπεδο που συνδυάζει επιχειρησιακό συντονισμό με συνειδητή πολιτική στρατηγική για την ασφάλεια των δικτύων. Παίζει κομβικό ρόλο στην επίτευξη του στόχου της ΕΕ για διασυνοριακές αγορές ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά και στη διατήρηση της σταθερότητας σε περιφέρειες με ασύμμετρες δυνατότητες – όπως η Νοτιοανατολική Ευρώπη, όπου η διείσδυση ΑΠΕ δεν συνοδεύεται ακόμη από ανάλογη ενίσχυση των δικτύων ή των υπηρεσιών εξισορρόπησης.
Διαβάστε ακόμη