Τρία χρόνια μετά την εισβολή στην Ουκρανία, η ενεργειακή σχέση Ευρώπης – Ρωσίας έχει αλλάξει ριζικά. Το πετρέλαιο, που για δεκαετίες στήριζε τα δημόσια έσοδα της Μόσχας, υποχωρεί σταθερά, ενώ το φυσικό αέριο, που αρχικά κατέρρευσε, δείχνει σημάδια ανάκαμψης. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, από την πλευρά της, προσπαθεί να υλοποιήσει τον σχεδιασμό απεξάρτησης, αντιμετωπίζοντας όμως υψηλότερο κόστος και σημαντικές εσωτερικές αντιστάσεις. Σύμφωνα με στοιχεία του Brugel τα συνολικά έσοδα της Ρωσίας από εξαγωγές πετρελαίου προς την ΕΕ από τον Μάρτιο του 2022 όταν και αποφασίστηκαν οι πρώτες κυρώσεις, έως και τον Ιούλιο του 2025 ανήλθαν σε περίπου 303 δισ. δολ., ενώ από φυσικό αέριο σε περίπου 50 δισ. δολ. Το πετρέλαιο παραμένει η μεγαλύτερη πηγή εσόδων, αλλά το φυσικό αέριο δείχνει μεγαλύτερη ανθεκτικότητα μετά το αρχικό σοκ του 2022. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία τα συνολικά έσοδα από τις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου από το 2019 έως και τον Ιούλιο του 2025 ανήλθαν σε 753,7 δισ. δολ.
Πώς κινήθηκαν οι εξαγωγές πετρελαίου
Το 2022 οι εξαγωγές πετρελαίου προς την ΕΕ έφεραν στην Μόσχα έσοδα 140 δισ. δολ., ενισχυμένα από τις υψηλές διεθνείς τιμές. Από το 2023 όμως οι κυρώσεις της ΕΕ και το πλαφόν τιμών μείωσαν δραστικά τα έσοδα: 80 δισ. δολ. το 2023, 55 δισ. το 2024 και εκτίμηση για περίπου 50 δισ. το 2025. Μέσα σε τρία χρόνια, η πτώση φτάνει το 60%. Η Μόσχα βρήκε νέες διεξόδους κυρίως προς Κίνα και Ινδία, παραχωρώντας εκπτώσεις, όμως η ευρωπαϊκή αγορά έχει χαθεί οριστικά. Παρά τις κυρώσεις, μεγάλο μέρος του ρωσικού αργού εξακολουθεί να πωλείται πάνω από το πλαφόν, χάρη στη δημιουργία παράλληλου στόλου και ασφαλιστικών μηχανισμών εκτός Δύσης.
Πετρέλαιο (Εξαγωγές σε δισ. $)
- 2019: 119
- 2020: 72
- 2021: 120
- 2022: 140
- 2023: 80
- 2024: 55
- 2025 (μέχρι Ιούλιο): 27,5
Σύμφωνα με τον IEA τα έσοδα της Μόσχας από τις πωλήσεις πετρελαίου συνολικά μειώθηκαν τον περασμένο Αύγουστο κατά 920 εκατ. δολ. από τον Ιούλιο σε 13,51 δισ. δολ., μετά από τη μείωση των εξαγωγών αργού πετρελαίου και καυσίμων, καθώς και την αύξηση της έκπτωσης στην τιμή του ρωσικού πετρελαίου Urals σε περίπου 56 δολ. ανά βαρέλι, κάτω από το ανώτατο όριο των 60 δολ. ανά βαρέλι που επέβαλε η Δύση. «Τα έσοδα της Ρωσίας από τις εξαγωγές πετρελαίου παραμένουν κοντά στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων πέντε ετών, μειώνοντας τα φορολογικά έσοδα και επιδεινώνοντας την οικονομική επιβράδυνση της Ρωσίας», ανέφερε ο Οργανισμός Ενέργειας.
Άνοδος για το φυσικό αέριο το 2025
Στο φυσικό αέριο η εξέλιξη ήταν διαφορετική. Από 26 δισ. δολ. το 2022, τα έσοδα από τις εξαγωγές προς την ΕΕ υποχώρησαν στα 10 δισ. το 2023 και μόλις στα 7 δισ. το 2024. Η δεξαμενή σκέψης Ember δείχνει ότι οι εισαγωγές ρωσικού αερίου της ΕΕ αυξήθηκαν κατά 18% το 2024. Και η άνοδος σε έσοδα συνεχίζεται το 2025 καθώς σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία που έχει συγκεντρώσει το Bruegel, μόνο στο πρώτο επτάμηνο του 2025 τα έσοδα έφθασαν τα 7,2 δισ. δολ. και οι προβλέψεις ανεβάζουν το σύνολο της χρονιάς στα 12–13 δισ., σημειώνοντας αύξηση άνω του 70% σε σχέση με πέρυσι.
Φυσικό Αέριο (Εξαγωγές σε δισ. $)
- 2019: 36
- 2020: 23
- 2021: 31
- 2022: 26
- 2023: 10
- 2024: 7
- 2025 (μέχρι Ιούλιο): 7,2
Η ανάκαμψη που καταγράφεται στο πρώτο μισό του 2025 οφείλεται σε πολλούς παράγοντες: Ο αγωγός TurkStream αύξησε τις ροές του μετά την ολοκλήρωση τεχνικών εργασιών. Παράλληλα, χώρες όπως η Ουγγαρία και η Σλοβακία εξασφάλισαν προμήθειες με εκπτώσεις 13–15%, ενώ από την 1η Ιανουαρίου 2025 σταμάτησε η διαμετακόμιση μέσω Ουκρανίας, συγκεντρώνοντας τη ροή αποκλειστικά προς τον TurkStream και ενισχύοντας τον ρόλο της Τουρκίας. Παρά την πολιτική δέσμευση για απεξάρτηση, οι εισαγωγές ρωσικού αερίου στην ΕΕ αυξήθηκαν το 2024 κατά 18%.
Ποιες οι κινήσεις στο παγκόσμιο ενεργειακό σκάκι
Στο διεθνές επίπεδο, οι ΗΠΑ έχουν κατακτήσει μερίδιο άνω του 50% στην ευρωπαϊκή αγορά LNG, αλλά σε υψηλότερο κόστος, επηρεάζοντας την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας. Ακολουθούν οι εισαγωγές από τη Ρωσία (17%) και το Κατάρ (10,8%). Σύμφωνα με τη Eurostat, το κόστος εισαγωγής ρωσικού LNG στην ΕΕ αυξήθηκε κατά 359% το πρώτο τρίμηνο του 2025 σε σχέση με το αντίστοιχο του 2021, ενώ το μερίδιο της Ρωσίας στις εισαγωγές LNG μειώθηκε στο 19%.
Οι ΗΠΑ ανεβάζουν ταχύτητες ασκώντας πιέσεις προς την ΕΕ προκειμένου να αναλάβει πιο δραστικά μέτρα κατά της Ρωσίας στον τομέα της ενέργειας. Χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις του υπουργού ΗΠΑ, Κρις Ράιτ, ο οποίος σημείωσε ότι η Ε.Ε. θα μπορούσε – και κατά την άποψή του θα έπρεπε – να διακόψει τις αγορές ρωσικού φυσικού αερίου και να τις αντικαταστήσει με αμερικανικό LNG μέσα σε έξι έως δώδεκα μήνες. Αυτό, σύμφωνα με τον ίδιο, θα μειώσει τα έσοδα της Ρωσίας που χρηματοδοτούν τον πόλεμο και θα ενισχύσει την ασφάλεια των ευρωπαϊκών προμηθευτών ενέργειας. «Αν η Ευρώπη σταματήσει τις αγορές ρωσικής ενέργειας, οι ΗΠΑ θα μπορούν να επιβάλουν πιο σκληρές κυρώσεις», δήλωσε ο Ράιτ, υπενθυμίζοντας και τη συμφωνία ΕΕ–ΗΠΑ για αγορά αμερικανικής ενέργειας ύψους 750 δισ. δολαρίων έως το 2028.
Η τοποθέτηση έρχεται σε σειρά συναντήσεων της αμερικανικής διοίκησης με ευρωπαϊκούς πολιτικούς και σηματοδοτεί μια ξεκάθαρη πολιτική ώθηση για γρήγορη «αλλαγή» προμηθευτή.
Την ίδια ώρα, ο Αμερικανός πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ και μέλη της κυβέρνησής του ασκούν πίεση με διπλωματικά και οικονομικά μέσα: η Ουάσινγκτον έχει προτείνει σε G7 και συμμάχους επιβολή υψηλών δασμών σε Κίνα και Ινδία που συνεχίζουν να αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο, ενώ ο ίδιος ο Τραμπ έχει πιέσει ευρωπαίους ηγέτες να σταματήσουν τις εισαγωγές που χρηματοδοτούν –όπως λένε οι ΗΠΑ– τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Οι κινήσεις αυτές φαίνεται πως αποδίδουν εντός ΕΕ όπου καταγράφεται έντονη κινητικότητα αλλά και διχογνωμία. Η Πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, στην ομιλία της για την κατάσταση της Ένωσης ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δήλωσε ότι, στο πλαίσιο του 19ου πακέτου κυρώσεων κατά της Ρωσίας που βρίσκεται υπό προετοιμασία, «εξετάζουμε ιδιαίτερα την ταχύτερη κατάργηση των ρωσικών ορυκτών καυσίμων, του σκιώδους στόλου και των τρίτων χωρών». Στο πακέτο αυτό υπάρχει ήδη επίσημη πρόταση της Επιτροπής για πλήρη έξοδο από τις ρωσικές εισαγωγές μέχρι το 2027/2028
Σύμφωνα με πρόσφατο σχέδιο, οι χώρες μέλη εργάζονται για να αποτρέψουν την παράκαμψη της απαγόρευσης, η οποία αναμένεται να τεθεί σε πλήρη εφαρμογή έως την 1η Ιανουαρίου 2028. Το σχέδιο τονίζει την ενίσχυση των τελωνειακών κανόνων για να αποτραπεί η απόκρυψη της ρωσικής προέλευσης του αερίου, όπως για παράδειγμα το αέριο που εισέρχεται μέσω του αγωγού TurkStream, ο οποίος περνά από τη Ρωσία, την Τουρκία και φτάνει στη Βουλγαρία.
Επιπρόσθετα, το σχέδιο προβλέπει ότι το αέριο που εισέρχεται μέσω συγκεκριμένων σημείων διασύνδεσης θα θεωρείται ρωσικής προέλευσης, εκτός αν οι εισαγωγείς αποδείξουν το αντίθετο. Οι προτάσεις περιλαμβάνουν συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα για την κατάργηση: νέες συμβάσεις από τον Ιανουάριο του 2026, υφιστάμενες βραχυπρόθεσμες συμβάσεις έως τον Ιούνιο του 2026 και μακροπρόθεσμες συμβάσεις έως τον Ιανουάριο του 2028. Η τελική έγκριση αναμένεται τον Οκτώβριο, απαιτώντας ενισχυμένη πλειοψηφία, προκειμένου να αποτραπεί η αντίθεση χωρών όπως η Ουγγαρία και η Σλοβακία.
Τι σημαίνει όπως πρακτικά η υποκατάσταση των ρωσικών ροών από αμερικανικές προμήθειες; Η Anne-Sophie Corbeau, ειδική στις διεθνείς αγορές φυσικού αερίου (Center on Global Energy Policy), έκανε τους αριθμούς πιο συγκεκριμένους: Η Corbeau υπολόγισε ότι αν οι εισαγωγές ρωσικού αερίου (αγωγών και LNG) είχαν αντικατασταθεί πλήρως από αμερικανικό LNG από τον Ιανουάριο του 2025 η Ευρώπη θα χρειαζόταν να εισάγει επιπλέον 16–17 δισ. κ.μ. LNG (κατανεμημένα σε μηνιαία βάση). Όπως επισημαίνει, αν καλυφθεί και το ρωσικό LNG, τότε οι συνολικές πρόσθετες ανάγκες ανεβαίνουν σε περίπου 38 δισ. κ.μ. LNG από τις ΗΠΑ (επίσης κατανεμημένα μηνιαία). Σε απλούστερους όρους, αυτό μεταφράζεται σε μέση ανάγκη περίπου 13 δισ. κ.μ. τον μήνα, από τα οποία περίπου 10 δισ. κ.μ./μήνα θα προέρχονταν από τις ΗΠΑ — και το μερίδιο του αμερικανικού LNG στις εισαγωγές της Ε.Ε. θα έφτανε κατά μέσο όρο το 74%. Η ίδια τονίζει ότι πρόκειται για υποθετικό σενάριο «αντικατάστασης», όχι για πρόβλεψη.
Την ίδια ώρα η Μόσχα, απέναντι στην απώλεια της ευρωπαϊκής ζήτησης, ήδη αναδιατάσσει τις ροές των εξαγωγών της επενδύοντας στις αγορές της Ασίας κυρίως μέσω Κίνας, χωρίς να αποσύρει εντελώς την παρουσία της από την Ευρώπη. Η πρόσφατη συμφωνία της Gazprom με την Κίνα για αύξηση των προμηθειών φυσικού αερίου και η κατασκευή του αγωγού Power of Siberia 2 δείχνουν αυτή την προσαρμοστικότητα. Το Reuters σημειώνει ότι οι κυρώσεις είναι πιο αποτελεσματικές όταν εφαρμόζονται σύντομα και από ευρεία διεθνή συμμαχία μακροχρόνια, η Ρωσία βρίσκει τρόπους να τις παρακάμψει, όπως με τον «σκιώδη στόλο» δεξαμενόπλοιων. Ωστόσο, η μεγαλύτερη απώλεια για τη Ρωσία ήταν η ευρωπαϊκή αγορά: η ΕΕ εισήγαγε πριν τον πόλεμο το 45% του φυσικού αερίου της από τη Ρωσία, ποσοστό που σήμερα πέφτει κάτω από 20%, με στόχο πλήρη διακοπή έως το 2027. Το ρωσικό πετρέλαιο καλύπτει πλέον μόλις το 3% των εισαγωγών της ΕΕ, ενώ Κίνα και Ινδία απορροφούν το 80% των εξαγωγών. Η Ινδία αγοράζει τώρα το 37% του πετρελαίου της από τη Ρωσία, από σχεδόν μηδενικό πριν το 2022. Την ίδια ώρα η Τουρκία επιχειρεί να αναλάβει ρόλο διαμετακομιστικού κόμβου για προμήθειες προς τη νοτιοανατολική Ευρώπη, ενώ παράλληλα διατηρεί ισχυρούς ενεργειακούς δεσμούς με τη Ρωσία. Όπως επισημαίνουν αναλυτές, οι κινήσεις αυτές μειώνουν την αποτελεσματικότητα οποιασδήποτε μονομερούς προσπάθειας να απομονωθεί πλήρως η ρωσική ενέργεια χωρίς ευρύτερα γεωπολιτικά εργαλεία.
Διαβάστε ακόμη