Οι Ηνωμένες Πολιτείες σκοπεύουν να καλέσουν τους συμμάχους τους στην Ομάδα των Επτά (G7) να επιβάλουν δασμούς έως και 100% σε Κίνα και Ινδία για τις αγορές ρωσικού πετρελαίου, με στόχο να πεισθεί ο Βλαντίμιρ Πούτιν να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Σύμφωνα με πρόταση που είδε το Bloomberg, οι ΗΠΑ θα ζητήσουν επίσης από τις χώρες της G7 να δημιουργήσουν νομική οδό για την κατάσχεση «παγωμένων» ρωσικών κρατικών περιουσιακών στοιχείων, αξίας περίπου 300 δισ. δολαρίων, τα περισσότερα εκ των οποίων βρίσκονται στην Ευρώπη. Υψηλόβαθμοι Αμερικανοί αξιωματούχοι έχουν ήδη συζητήσει με Ευρωπαίους ομολόγους τους το ενδεχόμενο σταδιακής κατάσχεσης των περιουσιακών στοιχείων της ρωσικής κεντρικής τράπεζας, ώστε να αυξηθεί η πίεση στη Μόσχα για διαπραγματεύσεις. Μέχρι στιγμής, τα κέρδη από αυτά τα κεφάλαια χρησιμοποιούνται για τη χορήγηση δανείων στην Ουκρανία.
Η Ινδία έχει εξελιχθεί σε έναν από τους μεγαλύτερους αγοραστές ρωσικού αργού στην Ασία, με τα στοιχεία να δείχνουν έντονη αύξηση των εισαγωγών της μετά την εισβολή στην Ουκρανία. Αυτό εντείνει την ανησυχία στη Δύση για τη συνέχιση των ρωσικών εξαγωγών παρά τις κυρώσεις.
O Καναδάw, που προεδρεύει της G7, συγκάλεσε συνάντηση των υπουργών Οικονομικών την Παρασκευή για να συζητηθούν πρόσθετα μέτρα «περιορισμού της ρωσικής πολεμικής μηχανής». Το αμερικανικό σχέδιο προβλέπει δασμούς 50% έως 100% σε Κίνα και Ινδία, καθώς και περιοριστικά μέτρα στο εμπόριο εισαγωγών και εξαγωγών, με στόχο την παρεμπόδιση της ροής ρωσικής ενέργειας και της μεταφοράς τεχνολογιών διπλής χρήσης.
Ο πρώην πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει εκφράσει προθυμία να στηρίξει παρόμοια μέτρα, τονίζοντας όμως ότι οι ΗΠΑ θα επιβάλουν δασμούς μόνο αν η Ευρώπη κινηθεί αντίστοιχα. Ωστόσο, η πρόταση είναι δύσκολο να εφαρμοστεί, καθώς αρκετά κράτη-μέλη της ΕΕ, όπως η Ουγγαρία, αντιτίθενται σε αυστηρότερες κυρώσεις στον ενεργειακό τομέα της Ρωσίας, όπου απαιτείται ομοφωνία.
Η πρωτοβουλία του Τραμπ ήρθε μετά τη λήξη της προθεσμίας που είχε θέσει στον Πούτιν για απευθείας συνάντηση με τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι, χωρίς να υπάρξει ανταπόκριση από τη ρωσική πλευρά. Αντίθετα, η Μόσχα έχει εντείνει τους βομβαρδισμούς της στην Ουκρανία.
Διαβάστε ακόμη