Την ανησυχία του για δυνητικές σοβαρές παρενέργειες από το σχέδιο της Κομισιόν για πλήρη απεξάρτηση-εξπρές από το ρωσικό φυσικό αέριο έως το τέλος του 2027, εξέφρασε ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σταύρος Παπασταύρου χθες (Τετάρτη 18 Ιουνίου 2025) από το βήμα του Energy Transition Summit, στον απόηχο των επιφυλάξεων που είχαν εκφράσει και στελέχη της εγχώριας αγοράς όπως έγραψε το energygame.gr.  «Επί της αρχής η επιδίωξη για απεμπλοκή από το ρωσικό αέριο -που αναλογεί ακόμα στο 40% των συνολικών εισαγωγών της Ελλάδας – είναι σωστή, όμως έχει  μεγάλη σημασία ο τρόπος που θα γίνει», ήταν το ξεκάθαρο μήνυμα του κ. Παπασταύρου, ο οποίος τοποθέτησε την Ελλάδα στην πλειοψηφική ομάδα των μελών της ΕΕ που βρίσκονται μεταξύ του μπλοκ που είναι απολύτως αρνητικό στο σχέδιο, που περιλαμβάνει την Ουγγαρία και την Σλοβακία (Ο Ούγγρος ΥΠΕΞ Πέτερ Σιγιάρτο από το βήμα του ίδιου συνεδρίου μίλησε για μη ρεαλιστικό οδικό χάρτη που υπονομεύει την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας) και αυτό που υποστηρίζει την απεξάρτηση «εδώ και τώρα» και περιλαμβάνει εν πολλοίς χώρες που έχουν μικρή ή καθόλου εξάρτηση από το ρωσικό αέριο -όπως τη Δανία από όπου έλκει την καταγωγή του ο Επίτροπος Ενέργειας Νταν Γιόργκενσεν- καθώς και τις χώρες της Βαλτικής, οι οποίες αντιμετωπίζουν το θέμα με καθαρά πολιτικούς όρους και το θεωρούν ζήτημα επιβίωσης. Σε κάθε περίπτωση, οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για έναν ζωηρό δημόσιο διάλογο που μόλις άρχισε σε επίπεδο ευρωπαϊκών κυβερνήσεων αλλά και ευρωκοινοβουλίου, ο οποίος προοιωνίζεται αλλαγές στο σχέδιο Κανονισμού που παρουσίασε προ διημέρου η Επιτροπή προκειμένου να ψηφιστεί -έστω και με ενισχυμένη πλειοψηφία- και να τεθεί σε ισχύ.

Τα τρία προαπαιτούμενα Παπασταύρου για ομαλή απεξάρτηση από το φυσικό αέριο

Ο κ. Παπασταύρου έθεσε τρία συγκεκριμένα προαπαιτούμενα για να επιτευχθεί μια «ρεαλιστική» όπως είπε απεξάρτηση από το ρωσικό αέριο -που πηγαίνει χέρι χέρι με την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας και την εξασφάλιση στο μέγιστο βαθμό της ενεργειακής αυτονομία. Πρώτον- και πιο σημαντικό- να γίνει κατά τρόπο που δεν θα οδηγεί σε αύξηση των τιμών. Σύμφωνα με πληροφορίες που επικαλείται το Argus Media, η κρατική εταιρεία της Σλοβακίας TPP υπολόγισε ότι το ευρωπαϊκό σχέδιο θα οδηγούσε σε αύξηση των τιμών φυσικού αερίου κατά 3-6 ευρώ/MWh, δημιουργώντας ένα συνολικό κόστος -συνυπολογιζομένων και των αυξημένων μεταφορικών- της τάξης των 500 εκατ. ευρώ.

Δεύτερον, να γίνει κατά τρόπο που δεν θα επιτρέπει «παρακάμψεις», βάζοντας στο κάδρο την πρακτική των εισαγωγών του λεγόμενου “Turkish Blend”, δηλαδή ρωσικού αερίου που αναμειγνύεται επί τουρκικού εδάφους με αέριο από άλλες πηγές και εισέρχεται «αναβαπτισμένο» στη Νοτιοανατολική Ευρώπη μέσω Βουλγαρίας. Και τρίτον, να γίνει με νομικά στιβαρό τρόπο, καθώς είναι ορατό το ενδεχόμενο -όπως παραδέχονται και αξιωματούχοι των Βρυξελλών-  πολλές ευρωπαϊκές εταιρείες και κυβερνήσεις να καταλήξουν στα δικαστήρια με την Gazprom αν «σπάσουν» μακροχρόνια συμβόλαια που λήγουν μετά το τέλος του 2027, με την επίκληση λόγων ανωτέρας βίας (force majeure) λόγω της θέσης σε ισχύ του δεσμευτικού Κανονισμού της ΕΕ. Η SPP που έχει συμβόλαιο με την Gazprom που λήγει το 2034 εκτιμά ότι η μη τήρησή του θα μπορούσε να οδηγήσει σε πληρωμή πέναλτι ύψους 16 δις. ευρώ (στη βάση των τρεχουσών τιμών φυσικού αερίου).

Όλα αυτά δείχνουν ότι στην Αθήνα και σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες η επιχειρηματολογία της Κομισιόν ότι το σχέδιο στην υφιστάμενη μορφή του δεν θα έχει παρενέργειες ούτε στην ασφάλεια εφοδιασμού ούτε στις τιμές αντιμετωπίζεται με αρκετή επιφύλαξη. Και τούτο διότι βασίζεται σε δυο βασικές παραδοχές που σηκώνουν αμφότερες πολλή κουβέντα. Η πρώτη είναι ότι η ζήτηση για φυσικό αέριο στην ΕΕ θα μειωθεί κατά 40-50 δισ. κυβικά μέτρα (bcm) έως το τέλος του 2027 εξαιτίας των μέτρων εξηλεκτρισμού των οικονομιών μειώνοντας το «κενό» που θα δημιουργήσει η εξάλειψη του ρωσικού αερίου από το μείγμα των εισαγωγών. Και η δεύτερη είναι ότι θα υπάρχει άφθονο LNG για να αντικαταστήσει το ρωσικό αέριο, καθώς η παγκόσμια παραγωγή LNG θα αυξηθεί κατά 200 περίπου bcm έως το 2028, ποσότητα πενταπλάσια σε σχέση με τις συνολικές εισαγωγές ρωσικού αερίου στην ΕΕ σήμερα. Μια εικόνα που «παραβλέπει» το ότι στην Ελλάδα παρά την ενεργειακή κρίση η ζήτηση για φυσικό αέριο κατέγραψε οριακή μόνο μείωση, της τάξης του 2% κατά την περίοδο Αύγουστος 2022-Μάρτιος 2025 (έναντι 17% σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της Κομισιόν). Την ίδια στιγμή, η χώρα μας εμφανίζει το τέταρτο μεγαλύτερο ποσοστό συμμετοχής φυσικού αερίου στο μείγμα του ηλεκτρισμού το 2024 (37,5%) και στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην ακριβή ηλεκτροπαραγωγή από φυσικό αέριο (που αυξήθηκε κατά 35% το περασμένο έτος) για να καλύψει τις αιχμές της ζήτησης. Ένα άλλο στοιχείο που παραβλέπεται είναι το υψηλότερο σε πολλές περιπτώσεις κόστος του LNG σε σχέση με το ρωσικό αέριο, με παράγοντες της ελληνικής αγοράς να αναδεικνύουν την παράμετρο αυτή.

Η σημασία της ίδρυσης της Task Force

Σε αυτή τη συγκυρία -και με ορατό το ενδεχόμενο ενός θερινού ράλι των τιμών ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου εάν η αβεβαιότητα που προκαλεί το σχέδιο της Κομισιόν και η έκρυθμη κατάσταση στη Μέση Ανατολή συνδυαστεί με ένα κύμα έντονου και παρατεταμένου καύσωνα όπως αυτού που χτύπησε την Νοτιοανατολική Ευρώπη το περασμένο καλοκαίρι, έχει ιδιαίτερη σημασία η σύσταση και η άμεση ενεργοποίηση της ευρωπαϊκής Task Force για τις τιμές ρεύματος, της οποίας προηγήθηκε -όπως υπογράμμισε ο κ. Παπασταύρου-  η επίσημη αναγνώριση από την ΕΕ της «επίμονης απόκλισης των τιμών ηλεκτρισμού» στη βαλκανική γειτονιά της Ελλάδας, ως πρώτο βήμα για την επίλυση του προβλήματος, μέσω ενός νέου θεσμικού φορέα που «μπήκε στην πρίζα». H πρώτη συνεδρίαση της ομάδας για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη έχει προσδιοριστεί για τα τέλη του μήνα,  με τις χώρες της περιοχής να χαιρετίζουν την εξέλιξη προσβλέποντας σε ενίσχυση του συντονισμού και της επιχειρησιακής ετοιμότητας όλων των εμπλεκόμενων φορέων.

Διαβάστε ακόμη