Ο Γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς υποστηρίζει «ενεργά» την πρόταση για επιβολή απαγόρευσης της ΕΕ στους αγωγούς Nord Stream που συνδέουν τη Ρωσία με τη Γερμανία, με σκοπό να εμποδίσει κάθε προσπάθεια των ΗΠΑ και της Ρωσίας να επαναλειτουργήσουν τους αγωγούς φυσικού αερίου. Οι Financial Times αναφέρουν πως η κυβέρνηση Μερτς δήλωσε νωρίτερα αυτή την εβδομάδα ότι στηρίζει την απαγόρευση ως μέρος του επόμενου πακέτου κυρώσεων της ΕΕ κατά της Ρωσίας για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Σύμφωνα με τρεις αξιωματούχους που γνωρίζουν το θέμα, ο καγκελάριος επιδιώκει να θέσει τέλος σε κάθε εσωτερική συζήτηση για το ενδεχόμενο επανενεργοποίησης των αγωγών.

Δημοσιεύματα των Financial Times τον Μάρτιο, σχετικά με Ρώσους και Αμερικανούς επιχειρηματίες συνδεδεμένους με το Κρεμλίνο που προσπαθούσαν να επανεκκινήσουν τους ιδιωτικούς αγωγούς, ώθησαν τον Μερτς να ξεκινήσει συνομιλίες με αξιωματούχους στο Βερολίνο και στις Βρυξέλλες για το πώς να το αποτρέψει, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές. Η προσθήκη των Nord Stream στη λίστα κυρώσεων της ΕΕ «αφαιρεί ενδεχομένως ένα πολιτικό πρόβλημα για τον Μερτς», ανέφερε ένας αξιωματούχος. Πρόκειται επίσης για μια προσπάθεια να «ευρωπαϊκοποιηθεί» η τύχη του αγωγού, ώστε το Βερολίνο να μη βρεθεί μόνο του υπό πιθανή πίεση από τις ΗΠΑ και τη Ρωσία.

Συννενόηση Μερτς – φον ντερ Λάιεν για Nord Stream

Αν και το Βερολίνο δεν έχει κρατικό έλεγχο στους τέσσερις αγωγούς (τρεις εκ των οποίων υπέστησαν ζημιές από εκρήξεις το 2022), θα έπρεπε να χορηγήσει πιστοποίηση για οποιαδήποτε επανενεργοποίησή τους. Οι κυρώσεις της ΕΕ θα στοχεύσουν την Nord Stream 2 AG, την εταιρεία με έδρα την Ελβετία που είναι ιδιοκτήτρια των αγωγών, καθώς και κάθε άλλη εταιρεία — ρωσική ή μη — που είναι απαραίτητη για την επανεκκίνηση και λειτουργία τους. Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, αναφέρθηκε στους Nord Stream ως μέρος του νέου πακέτου κυρώσεων, αφού είχε προηγηθεί συνεννόηση με τον Μερτς, ο οποίος έδωσε τη στήριξή του στην κίνηση. Οι επίσημες διαπραγματεύσεις μεταξύ των κυβερνήσεων της ΕΕ επρόκειτο να ξεκινήσουν το Σαββατοκύριακο και απαιτούν ομοφωνία.

Ο Nord Stream, έργο του πρώην καγκελαρίου Γκέρχαρντ Σρέντερ, στενού φίλου του Πούτιν και μετέπειτα στελέχους της Gazprom, υπήρξε κάποτε σύμβολο των βαθιών οικονομικών δεσμών Γερμανίας–Ρωσίας. Ακόμα και πριν την εισβολή του 2022, οι αγωγοί αποτέλεσαν πεδίο έντασης μεταξύ Βερολίνου και Ουάσινγκτον, με την κυβέρνηση Τραμπ να πιέζει τη Μέρκελ να μειώσει την ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία. Ο Ματίας Βάρνιχ, πρώην κατάσκοπος της Στάζι και φίλος του Πούτιν, φέρεται να συζητούσε την επανεκκίνηση του Nord Stream με στήριξη Αμερικανών επενδυτών, εκμεταλλευόμενος το ενδιαφέρον του Τραμπ για οικονομική προσέγγιση με τη Μόσχα.

«Είναι σωστό ότι ο καγκελάριος υποστηρίζει ενεργά τις κυρώσεις κατά του Nord Stream 2», δήλωσε κυβερνητικός εκπρόσωπος, προσθέτοντας: «Ένας από τους στόχους των κυρώσεων μας είναι να αποκόψουμε τη Ρωσία από έσοδα που μπορεί να χρησιμοποιήσει για να χρηματοδοτήσει τον επιθετικό της πόλεμο στην Ουκρανία κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου — και αυτό περιλαμβάνει τα έσοδα από εξαγωγές ορυκτών καυσίμων». Οι προσπάθειες του Τραμπ για διαπραγμάτευση συμφωνίας με τη Ρωσία σχετικά με την Ουκρανία αναζωπύρωσαν τη συζήτηση στη Γερμανία για τους αγωγούς και το ρωσικό φυσικό αέριο, το οποίο κάλυπτε πάνω από το 50% των εισαγωγών φυσικού αερίου της χώρας πριν το 2022.

Δημοσκόπηση της Forsa έδειξε ότι το 49% των κατοίκων του Μεκλεμβούργου-Δυτικής Πομερανίας, όπου καταλήγει ο αγωγός στο Λούμπμιν, τάσσεται υπέρ της επανεκκίνησης της προμήθειας ρωσικού αερίου. Το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), το οποίο συγκέντρωσε πάνω από 20% στις εκλογές του Φεβρουαρίου, ζητά την επαναλειτουργία των αγωγών, εν μέσω υψηλών τιμών ενέργειας και στασιμότητας στην οικονομία της Ευρωζώνης. Ανάλογες απόψεις εκφράζουν και ορισμένοι επιχειρηματικοί ηγέτες, καθώς και πολιτικοί τόσο από τη Χριστιανοδημοκρατική Ένωση (CDU) του Μερτς όσο και από τους κυβερνητικούς του εταίρους, τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD). Η αντιπολίτευση των Πρασίνων κατηγορεί ότι εξακολουθούν να υπάρχουν «υπόλοιπα της σύνδεσης με τη Μόσχα» στα κυρίαρχα κόμματα της χώρας.

Τον Μάρτιο, ο Μίχαελ Κρέτσμερ, πρωθυπουργός της Σαξονίας από το CDU, δήλωσε ότι η διατήρηση κυρώσεων κατά της Μόσχας είναι «εντελώς ξεπερασμένη και δεν έχει καμία σχέση με το τι κάνουν οι Αμερικανοί αυτή τη στιγμή». Σχολιάζοντας τα ρεπορτάζ για τους Nord Stream, ο βουλευτής της CDU Τόμας Μπαράις επαίνεσε σε ανάρτησή του στο LinkedIn «πόσο προσανατολισμένοι στην επιχειρηματικότητα είναι οι Αμερικανοί φίλοι μας». Ο πρωθυπουργός του Βρανδεμβούργου και στέλεχος του SPD, Ντίτμαρ Βόιντκε, ζήτησε εξομάλυνση των εμπορικών σχέσεων της Γερμανίας με τη Ρωσία μετά από ειρηνευτική συμφωνία.

Διαβάστε ακόμη