«Απόλυτα συνεπής και στο χρονοδιάγραμμα των περιβαλλοντικών της δεσμεύσεών», παραμένει η χώρα όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σταύρος Παπασταύρου από το Βήμα της Βουλής, θέτοντας ως κεντρικό άξονα την τεχνολογία δέσμευσης, αξιοποίησης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα. Ο Υπουργός υπογράμμισε ότι «η δέσμευση και αποθήκευση του διοξειδίου του άνθρακα καθώς και οι τεχνολογίες δέσμευσης και αξιοποίησης του CO₂ αποτελούν σαφή και θεμελιωμένη επιλογή πολιτικής στο αναθεωρημένο εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα», περιγράφοντας το CCS ως αναπόσπαστο κομμάτι της εθνικής στρατηγικής.
Στο ίδιο πνεύμα τόνισε ότι η ενσωμάτωση αυτών των τεχνολογιών δεν αποτελεί θεωρητική επιλογή ούτε μακρινή προοπτική, αλλά αναγκαιότητα για την επίτευξη των εθνικών στόχων μείωσης εκπομπών έως το 2030. Όπως είπε χαρακτηριστικά, «η ένταξη των τεχνολογιών είναι αναγκαία προκειμένου η χώρα να πετύχει τους εθνικούς στόχους μείωση εκπομπών ως το 2030». Υπενθύμισε δε ότι η Ελλάδα είναι μία από τις χώρες που «παραμένουν συνεπείς ως προς τη στοχοθέτηση του 2030 του 55%» και πως αυτή η επίδοση είναι προϋπόθεση για να επιτευχθούν οι συμφωνημένοι ευρωπαϊκοί στόχοι για το 2040, αλλά και ο τελικός στόχος της κλιματικής ουδετερότητας το 2050.
Ο κ. Παπασταύρου συνέδεσε άμεσα τον κλιματικό σχεδιασμό με τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας, ειδικά για τη βαριά βιομηχανία, σημειώνοντας ότι η μετάβαση δεν μπορεί να γίνει εις βάρος της παραγωγικής βάσης. «Και συγχρόνως να μην έχει απώλεια της ανταγωνιστικότητας των βιομηχανικών του κλάδου», είπε, επιμένοντας ότι το ΕΣΕΚ δεν περιορίζεται σε κατευθύνσεις αλλά περιλαμβάνει «συγκεκριμένους ποσοτικούς στόχους για τη βιομηχανική δέσμευση, για τη γεωλογική αποθήκευση και συνολική δέσμευση συμπεριλαμβανομένης της άμεσης δέσμευσης», με σαφή χρονοδιαγράμματα. Γι’ αυτό, όπως υπογράμμισε, «το CCS δεν είναι κάτι για το μέλλον. Είναι κριτικός πυλώνας της εθνικής στρατηγικής μετριασμού εκπομπών για την επίτευξη των εθνικών κλιματικών δεσμεύσεων».
Παρέθεσε μάλιστα συγκεκριμένο στοιχείο από την ΕΔΕΥΕΠ, σύμφωνα με το οποίο η τεχνολογία δέσμευσης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα μπορεί να συνεισφέρει το 7% του εθνικού στόχου μείωσης εκπομπών, επιμένοντας ότι «το κύριο μήνυμα είναι ξεκάθαρο. Το CCS είναι ενσωματωμένο στον ενεργειακό συνδυασμό της χώρας και αποτελεί βασικό εργαλείο της εθνικής πολιτικής για την κλιματική ουδετερότητα».
Στρέφοντας την προσοχή του στο ζήτημα της τιμής του ρεύματος, ο Υπουργός υπογράμμισε ότι ο κυρίαρχος στόχος είναι «να έχει ο Έλληνας πολίτης άφθονη και προσιτή ενέργεια». Αν και παραδέχθηκε ότι «η πορεία προς το μειωμένο κόστος είναι μακρά», αντέκρουσε τη ρητορική περί των υψηλότερων τιμών στην Ευρώπη, παραθέτοντας τα στοιχεία της Eurostat για το πρώτο εξάμηνο του 2025. «Οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας για τα νοικοκυριά στην Ελλάδα ήταν 21% κάτω από τον Ευρωπαϊκό Μέσο Όρο. Η Ελλάδα βρίσκεται στη 18η θέση μεταξύ των κρατών-μελών». Όπως είπε, «υπάρχει πολύς δρόμος ακόμα», αλλά η εικόνα που παρουσιάζεται ότι η χώρα έχει την υψηλότερη τιμή «δεν είναι ακριβής».
Στη συνέχεια έκανε ειδική αναφορά στην παρουσίαση του Ευρωπαίου Επιτρόπου για το Grids Energy Package και τις νέες προτάσεις για τα δίκτυα, που αναμένονται να συζητηθούν στο Συμβούλιο Υπουργών Περιβάλλοντος. Ανέδειξε μάλιστα τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Ελλάδας, σημειώνοντας ότι πρόκειται για «άλλη μια πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που δικαιώνει επί της ουσίας τον Πρωθυπουργό κ. Μητσοτάκη, ο οποίος έφερε πρώτος πέρυσι τον Ιανουάριο το θέμα των δικτύων στο Ευρωπαϊκό Τραπέζι». Επισήμανε ότι ο Πρωθυπουργός είχε ζητήσει από την ΕΕ «να υπάρχει μια ενιαία πρόταση για τα δίκτυα, να προτεραιοποιηθεί η ανάγκη για συνδέσεις», κάτι που –όπως είπε– «έντεκα μήνες μετά γίνεται πράξη».
«Η συγκυρία είναι απαιτητική και επισφαλής; Ναι. Έχουμε πολύ δρόμο να διανύσουμε για την περιβαλλοντική προστασία; Ασφαλώς». Ωστόσο πρόσθεσε ότι η χώρα κινείται «στη σωστή κατεύθυνση», χτίζοντας «ισχυρές συμμαχίες και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού», επενδύοντας σε «σύγχρονες τεχνολογίες και δεξιότητες». «Δυναμώνουμε την πατρίδα μας και τους ανθρώπους της και προχωρούμε μπροστά με σχέδιο και εθνική αυτοπεποίθηση», κατέληξε, ευχαριστώντας το Σώμα.
Διαβάστε ακόμη
