Μέσα στους επόμενους μήνες ολοκληρώνεται η χαρτογράφηση της ελληνικής αγοράς ενέργειας, μια κρίσιμη διαδικασία που θα επιτρέψει στο Hellenic Innovation and Infrastructure Fund (HIIF) – το νέο Εθνικό Επενδυτικό Ταμείο – να ορίσει τις τεχνολογίες και τους τομείς στους οποίους θα κατευθύνει τις πρώτες του επενδύσεις. Όπως σχολιάζουν άνθρωποι με γνώση του θέματος στο energygame.gr, η ενέργεια αποτελεί τον βασικό πυλώνα της στρατηγικής του Ταμείου, με την ομάδα του HIIF να αναζητά συνδυαστικές λύσεις που αξιοποιούν ήδη δοκιμασμένες τεχνολογίες και ταυτόχρονα εισάγουν καινοτόμες εφαρμογές, ικανές να δώσουν άμεσες απαντήσεις σε καίρια προβλήματα της αγοράς.
Η διαδικασία αποσκοπεί στη χαρτογράφηση των πραγματικών αναγκών και προκλήσεων του ενεργειακού τομέα, ώστε οι πρώτες επενδύσεις να έχουν μετρήσιμο αντίκτυπο και να λειτουργήσουν ως «πιλότοι» για την επόμενη φάση ανάπτυξης. Το αρχικό «σκανάρισμα» της αγοράς βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη, με τα πρώτα συμπεράσματα να αναμένονται σύντομα.
Στο επίκεντρο αυτής της πρώτης φάσης βρίσκονται σύμφωνα με πληροφορίες η αποθήκευση ενέργειας μέσω συστημάτων behind the meter, η δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα (CCS), η ανάπτυξη αυτόνομων δικτύων, τα βιοκαύσιμα και το πράσινο υδρογόνο, ενώ ιδιαίτερη έμφαση δίνεται και στην ενσωμάτωση μπαταριών στο κεντρικό σύστημα και τα δίκτυα, με στόχο τη δημιουργία οικονομιών κλίμακας που θα στηρίξουν την περαιτέρω διείσδυση των ΑΠΕ.
Ο νέος επενδυτικός βραχίονας του Υπερταμείου (HCAP) δημιουργήθηκε ακριβώς για αυτό τον σκοπό: για να κινητοποιήσει σημαντικούς πόρους σε κρίσιμους τομείς όπως η ενέργεια, η κυκλική οικονομία, τα ύδατα και οι υποδομές νέας γενιάς. Η σύστασή του συνδέεται με τη μετεξέλιξη του Υπερταμείου σε ένα Sovereign Wealth Fund, με διευρυμένες αρμοδιότητες και στόχο τη στήριξη της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας και της πράσινης μετάβασης της ελληνικής οικονομίας.
Όπως ανακοινώθηκε κατά την παρουσίαση του Hellenic Innovation and Infrastructure Fund, το ταμείο θα λειτουργεί ως συνεπενδυτής, καθορίζοντας τους όρους της επένδυσης σε εμπορική βάση και συμμετέχοντας ισότιμα (pari passu) με τους ιδιώτες εταίρους ενώ θα αξιοποιεί μια σειρά από χρηματοοικονομικά εργαλεία, όπως μειοψηφικές συμμετοχές, ανώτερες και μειωμένης εξασφάλισης δανειακές διευκολύνσεις, καθώς και υβριδικές δομές. Το Fund, αλλά και οι κορυφαίοι συνεπενδυτές που συμμετέχουν στα εκάστοτε projects εστιάζουν σε τομείς που προσφέρουν υψηλή υπεραξία στην οικονομία και ταυτόχρονα ακολουθούν τα κελεύσματα των καιρών, αναφορικά με την υιοθέτηση κριτηρίων ESG αλλά και του ethical investing.
Όπως υπογράμμισε στο 1ο Ενεργειακό Συνέδριο του Ελληνογαλλικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου ο Διευθύνων Σύμβουλος του HIIF, Στέλιος Φράγκος, η δημιουργία του Ταμείου δεν αποσκοπεί σε έναν ακόμη μηχανισμό χρηματοδότησης, αλλά στη διαμόρφωση ενός οικοσυστήματος επενδύσεων που θα εστιάζει στις πραγματικές ανάγκες της χώρας. Στόχος, όπως εξηγεί, είναι να προσελκυστούν σημαντικά διεθνή κεφάλαια, να κατευθυνθούν σε στρατηγικές υποδομές και να δημιουργηθούν συμπράξεις με διεθνείς θεσμικούς εταίρους, με ισχυρό κοινωνικό, οικονομικό και περιβαλλοντικό αποτύπωμα.
Οι προκλήσεις και τα κενά της αγοράς
Παρά το ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον και τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά εργαλεία, η ελληνική αγορά ενέργειας εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις που επηρεάζουν τον ρυθμό και την ασφάλεια των επενδύσεων. Η αβεβαιότητα στις τιμές, οι περικοπές της παραγωγής ΑΠΕ και οι καθυστερήσεις στην ωρίμανση έργων αποτελούν βασικά εμπόδια που, όπως τονίζουν τραπεζικά και επενδυτικά στελέχη, πρέπει να αντιμετωπιστούν άμεσα αν η χώρα θέλει να προσελκύσει κεφάλαια μεγάλης κλίμακας και να αξιοποιήσει πλήρως τις ευκαιρίες της ενεργειακής μετάβασης.
Ο Νίκος Νεζερίτης, Επικεφαλής του Τομέα Corporate & Investment Banking της Alpha Bank, εξηγεί ότι οι αβεβαιότητες αυτές επηρεάζουν καθοριστικά την τραπεζική στρατηγική. «Ένα από τα βασικά ζητήματα είναι η αστάθεια της αγοράς ενέργειας και το ζήτημα των περικοπών στην παραγωγή, τα οποία δημιουργούν προβληματισμό για τον τραπεζικό τομέα», σημειώνει. «Μια τράπεζα πρέπει να γνωρίζει πώς να αξιολογήσει και να διαχειριστεί το ρίσκο των έργων που χρηματοδοτεί. Δεν είναι δυνατόν να στηρίξουμε επενδύσεις στις οποίες το ρίσκο παραμένει ακαθόριστο». Για τον λόγο αυτό, όπως επισημαίνει, βρίσκεται σε εξέλιξη «μια ουσιαστική άσκηση ανάλυσης και κατανόησης των κινδύνων» ώστε να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη και η προβλεψιμότητα στο χρηματοδοτικό περιβάλλον.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο Ανδρέας Καραμέρος, Εταίρος και Επικεφαλής Ενέργειας – Corporate Finance της EY-Parthenon, ο οποίος υπογραμμίζει την ανάγκη να εξασφαλιστούν οι προϋποθέσεις για βιώσιμες και αποδοτικές επενδύσεις. «Παρότι υπάρχουν ισχυρά κίνητρα και καλές προοπτικές, η αγορά εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σημαντικά εμπόδια», τονίζει. Μεταξύ αυτών ξεχωρίζουν η αναδυόμενη φύση της αγοράς τελικού προϊόντος, που καθιστά αναγκαία τη δημιουργία μιας ισχυρής εφοδιαστικής αλυσίδας, το υψηλό κατασκευαστικό κόστος –ιδίως στα πρώτα χρόνια διείσδυσης– και οι καθυστερήσεις στην εξεύρεση χρηματοδοτικών εργαλείων. Επιπλέον, όπως σημειώνει, το ρυθμιστικό πλαίσιο συχνά στερείται της σαφήνειας και της ταχύτητας που απαιτείται, ιδιαίτερα όσον αφορά τη σύνδεση των φωτοβολταϊκών έργων με το δίκτυο. «Απαιτούνται στοχευμένες επιδοτήσεις ώστε τα προϊόντα και οι υπηρεσίες της ενεργειακής μετάβασης να παραμείνουν ανταγωνιστικά», προσθέτει.
Την ίδια ώρα, η ανάγκη για τεχνικά ώριμα και χρηματοδοτικά βιώσιμα έργα αναδεικνύεται ως κεντρική προϋπόθεση και από την πλευρά των ευρωπαϊκών θεσμών. Η Μαριάννα Ναθαναήλ, Επικεφαλής του Γραφείου της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (EIB) στην Ελλάδα, τονίζει ότι η πράσινη μετάβαση δεν είναι απλώς περιβαλλοντική επιλογή, αλλά «μονόδρομος για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, τη μείωση του ενεργειακού κόστους, την ενεργειακή αυτονομία και την ασφάλεια εφοδιασμού». Η ΕΤΕπ έχει κινητοποιήσει συνολικά 88 δισ. ευρώ τα τελευταία χρόνια, εκ των οποίων περίπου 22 δισ. ευρώ έχουν κατευθυνθεί σε ενεργειακά έργα, υποστηρίζοντας κρίσιμες επενδύσεις σε εκσυγχρονισμό και ψηφιοποίηση δικτύων, σε προγράμματα ενεργειακής αποδοτικότητας για σχολεία και νοσοκομεία, καθώς και στην ανάπτυξη σταθμών φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων.
Η Τράπεζα, όπως εξηγεί, δεν περιορίζεται στην παροχή κεφαλαίων αλλά παρέχει και τεχνική βοήθεια, ώστε τα έργα να σχεδιάζονται με βιώσιμο και ολοκληρωμένο τρόπο. Ιδιαίτερη σημασία δίνεται στη συνεργασία με τις συστημικές ελληνικές τράπεζες για να διασφαλιστεί ότι η χώρα θα απορροφήσει αποτελεσματικά τα ευρωπαϊκά κονδύλια και θα καλύψει χρηματοδοτικά κενά. «Η Ελλάδα βρίσκεται στο κέντρο του νέου ενεργειακού χάρτη και μπορεί να διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο. Τρέχουν ταυτόχρονα πολλά χρηματοδοτικά εργαλεία – είναι σημαντικό να τα αναζητήσουμε και να τα αξιοποιήσουμε», υπογραμμίζει, αναφέροντας ως παραδείγματα την αξιοποίηση λιμανιών για τη διαχείριση υπεράκτιων αιολικών στη Γαλλία, τη δημιουργία τεχνητού νησιού στο Βέλγιο και τις νέες ηλεκτρικές διασυνδέσεις Ισπανίας–Γαλλίας.
Η κ. Ναθαναήλ επισημαίνει ότι οι ενεργειακές διασυνδέσεις και η αναβάθμιση των δικτύων αποτελούν κορυφαίες προτεραιότητες για την ΕΤΕπ, ενώ η ενεργειακή αποδοτικότητα των κτιρίων έχει αποκτήσει καθοριστική σημασία, με την Τράπεζα να έχει υλοποιήσει πρόγραμμα ύψους 1 δισ. ευρώ για «πράσινες» επενδύσεις στον τομέα αυτό. «Τα αποτελέσματα είναι ήδη εξαιρετικά», σημειώνει χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι η προσέγγιση της ΕΤΕπ συνδυάζει χρηματοδότηση, τεχνική στήριξη και συνεργασίες, διαμορφώνοντας το πλαίσιο μέσα στο οποίο το HIIF μπορεί να επιταχύνει τη μετάβαση της Ελλάδας σε ένα νέο ενεργειακό μοντέλο.
Διαβάστε ακόμη