Τον ρόλο της Ελλάδας μέσα στη νέα ενεργειακή αρχιτεκτονική της Νοτιοανατολικής Ευρώπης ανέδειξαν από το βήμα του 5ου Thessaloniki Metropolitan Summit, που συνδιοργανώνουν ο Economist και το powergame.gr, κορυφαίοι εκπρόσωποι της πολιτικής και της αγοράς ενέργειας. Ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Σταύρος Παπασταύρου, ο αναπληρωτής υπουργός Ενέργειας της Βουλγαρίας Georgi Samandov, η CEO του ΔΕΣΦΑ Maria Rita Galli και η CEO της Enaon Barbara Morgante παρουσίασαν τις στρατηγικές προτεραιότητες, τις επενδύσεις και τις διασυνδέσεις που αλλάζουν το ενεργειακό τοπίο στην περιοχή, τοποθετώντας την Ελλάδα στο κέντρο των εξελίξεων. Στο ίδιο πάνελ μίλησαν επίσης ο Josh Huck, ο Επιτετραμμένος της Πρεσβείας των ΗΠΑ στην Αθήνα, και ο Dan Stratan, CEO & Founder της RCI Holding, αναδεικνύοντας τον ρόλο της διεθνούς συνεργασίας και της καινοτομίας στον ενεργειακό τομέα.
Παπασταύρου: Προτεραιότητά μας η μείωση του ενεργειακού κόστους
Με μία συνολική αποτίμηση της πορείας της Ελλάδας στον ενεργειακό τομέα, με έμφαση τόσο στα βήματα που έχουν ήδη γίνει όσο και στις στρατηγικές προτεραιότητες που διαμορφώνονται για τα επόμενα χρόνια, άνοιξε την τοποθέτησή του ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Σταύρος Παπασταύρου. Ο υπουργός μίλησε για τη θέση της χώρας ως περιφερειακού κόμβου ενέργειας, αλλά και το κρίσιμο αποτύπωμα των ενεργειακών πολιτικών στην οικονομία, τη βιομηχανία και την καθημερινότητα των πολιτών.
Ο κ. Παπασταύρου ξεκίνησε υπογραμμίζοντας τον κεντρικό ρόλο της ενέργειας στη ζωή των πολιτών, στην ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας αλλά και στην ίδια την ασφάλεια της χώρας. «Η ενέργεια δεν είναι μόνο εμπόρευμα, αλλά συνδέεται με την εθνική ισχύ και την εθνική ασφάλεια», σημείωσε, προσθέτοντας ότι στο διεθνές επίπεδο αποτελεί σταθερά θεμέλιο στρατηγικών συμφωνιών, όπως η πρόσφατη συμφωνία ΗΠΑ – ΕΕ, στην οποία οι ενεργειακές επενδύσεις των 600 δισ. δολαρίων αναδείχθηκαν σε πυλώνα της συνεργασίας.
Σε μια αναδρομή της πορείας της Ελλάδας, τόνισε τη ριζική αλλαγή του ενεργειακού μίγματος μέσα σε δύο δεκαετίες. «Το 2005 η χώρα μας στηριζόταν κατά 60% στον λιγνίτη. Σήμερα, σχεδόν το 60% της ηλεκτροπαραγωγής προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές, ενώ η λιγνιτική παραγωγή έχει μειωθεί στο 9%», ανέφερε χαρακτηριστικά. Υπογράμμισε δε ότι η πρόοδος αυτή αποκτά ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα αν ληφθεί υπόψη πως η Ελλάδα πέρασε μία δεκαετία βαθιάς οικονομικής κρίσης, με απώλεια 25% του ΑΕΠ, χωρίς προηγούμενο σε χώρα του ΟΟΣΑ σε περίοδο ειρήνης.
Η βελτίωση του ενεργειακού μείγματος, σύμφωνα με τον ίδιο, συνδυάστηκε με μια σαφή στρατηγική για την ανάδειξη της Ελλάδας σε περιφερειακό ενεργειακό κόμβο. Με αιχμή τις διασυνδέσεις με τη Βουλγαρία, την Τουρκία, την Αλβανία και την Ιταλία, αλλά και με νέα έργα που βρίσκονται σε εξέλιξη, η χώρα επιδιώκει να αυξήσει σημαντικά τις ροές και τη χωρητικότητα. Ο υπουργός χαρακτήρισε τον Κάθετο Διάδρομο ως κομβικό έργο, το οποίο ωστόσο εντάσσεται σε ένα ευρύτερο όραμα: «Κάθε νέος αγωγός, κάθε νέα ενίσχυση διασύνδεσης, είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια αυτόνομη οικονομική δραστηριότητα. Μεταμορφώνει την περιοχή και γίνεται αγωγός ειρήνης, διεθνών σχέσεων, ανάπτυξης και ευημερίας».
Σε αυτό το πλαίσιο, στάθηκε ιδιαίτερα στη συνεργασία με τη Βουλγαρία, επισημαίνοντας ότι έχει συναντηθεί με τον Βούλγαρο ομόλογό του οκτώ φορές μέσα σε έξι μήνες, περισσότερο από ό,τι με άλλους Έλληνες υπουργούς, λόγω των πολλών και κρίσιμων έργων που βρίσκονται σε εξέλιξη. «Η ενέργεια ξεπερνά το στενό οικονομικό σκέλος και γίνεται μοχλός περιφερειακής συνεργασίας», σημείωσε, παρουσιάζοντας τον Κάθετο Διάδρομο όχι μόνο ως εργαλείο διαφοροποίησης πηγών και ασφάλειας εφοδιασμού, αλλά και ως υπόβαθρο για μια νέα εποχή συνεργασίας στην ευρύτερη περιοχή.
Παράλληλα, ο κ. Παπασταύρου στάθηκε στη σύνδεση της ενεργειακής στρατηγικής με την καθημερινότητα και το περιβάλλον. Υπενθύμισε ότι η ποιότητα της ατμόσφαιρας, η προστασία του οξυγόνου και το περιβάλλον στο οποίο θα μεγαλώσουν τα παιδιά μας αποτελούν άμεση αντανάκλαση των ενεργειακών πολιτικών που εφαρμόζονται σήμερα. «Η Ελλάδα, συλλογικά, έχει κάνει σημαντική πρόοδο απέναντι στις υποχρεώσεις της προς τις επόμενες γενιές», σημείωσε, συνδέοντας τις μεγάλες επενδύσεις με τη βελτίωση της ποιότητας ζωής.
Στη συνέχεια της τοποθέτησής του στο 5ο Thessaloniki Metropolitan Summit, ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Σταύρος Παπασταύρου ανέδειξε τον ρόλο που αποκτά η Ελλάδα ως κεντρικός ενεργειακός παίκτης στην περιοχή, μέσα από την εκτόξευση των ενεργειακών ροών, τη ρυθμιστική εναρμόνιση και την ενίσχυση των διεθνών διασυνδέσεων.
Ο κ. Παπασταύρου σημείωσε ότι μόλις πριν πέντε χρόνια η Ελλάδα ήταν καθαρά χώρα εισαγωγέας φυσικού αερίου. «Το 2019 ήμασταν απλώς προορισμός κατανάλωσης. Σήμερα διακινούμε 8 δισ. κυβικά μέτρα, από το μηδέν. Αυτή η εξέλιξη έχει αλλάξει εντελώς το αφήγημα», τόνισε χαρακτηριστικά
Στη συνέχεια στάθηκε στο ζήτημα της ρυθμιστικής εναρμόνισης, το οποίο χαρακτήρισε εξίσου σημαντικό με τη φορολογία. Υπενθύμισε ότι ήδη από το 2005 η Ελλάδα πρωτοστάτησε στη δημιουργία της Ενεργειακής Κοινότητας με τις γειτονικές χώρες, η οποία φέτος συμπλήρωσε 20 χρόνια. «Η ρυθμιστική εναρμόνιση είναι το κλειδί για να ξεπεραστούν οι παιδικές ασθένειες της συνεργασίας», είπε, προσθέτοντας ότι το θέμα αυτό θα αποτελέσει κεντρικό άξονα και κατά τη μεγάλη διεθνή ενεργειακή διάσκεψη που θα φιλοξενήσει η Ελλάδα στις 6–7 Νοεμβρίου, με τη συμμετοχή του Αμερικανού Υπουργού Ενέργειας Chris Wright, 400 κυβερνητικών και επιχειρηματικών εκπροσώπων από όλη την περιοχή.
Ο υπουργός αναφέρθηκε και στο κρίσιμο ζήτημα του κόστους ενέργειας για τα νοικοκυριά και τη βιομηχανία, το οποίο χαρακτήρισε «την πρώτη προτεραιότητα του υπουργείου». Θύμισε ότι το περσινό καλοκαίρι ανέδειξε τις μεγάλες ανισορροπίες της ευρωπαϊκής αγοράς, με τις τιμές στη Νοτιοανατολική Ευρώπη (Ελλάδα, Βουλγαρία, Ρουμανία) να είναι διπλάσιες ή τριπλάσιες σε σχέση με τη Σουηδία ή άλλες χώρες του Βορρά. Το φαινόμενο αυτό οδήγησε σε κοινή παρέμβαση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη προς την Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, καθώς και στη δημιουργία ad hoc Task Force με τη συμμετοχή υπουργών της περιοχής.
Όπως εξήγησε, η Task Force αυτή βρίσκεται σήμερα σε πορεία θεσμοθέτησης σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε να αποφευχθούν ξανά τέτοιες στρεβλώσεις. «Πέρυσι δεν υπήρχε κανείς να καλέσεις, όταν οι τιμές διπλασιάζονταν. Τώρα δημιουργούμε τον μηχανισμό που θα αποτρέψει την επανάληψη τέτοιων ανισοτήτων», είπε χαρακτηριστικά.
Παράλληλα, ο κ. Παπασταύρου εστίασε στη στρατηγική της Ελλάδας προς τον Νότο. Αναφέρθηκε στο έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης με την Κύπρο μέσω του Great Sea Interconnector και στη μελλοντική προοπτική σύνδεσης με το Ισραήλ, η οποία –όπως είπε– θα βάλει τέλος στην απομόνωση της κυπριακής αγοράς ηλεκτρισμού. Προχώρησε ακόμη πιο πέρα, μιλώντας για το φιλόδοξο σχέδιο σύνδεσης με τη Βόρεια Αφρική, μέσω της Αιγύπτου, ώστε φθηνή ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές να διοχετεύεται στην Ελλάδα και στη συνέχεια στην Ευρώπη.
Κατά τον υπουργό, η προοπτική αυτή θα δώσει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην Ελλάδα και θα προσφέρει χαμηλού κόστους ενέργεια που χρειάζονται νέες βιομηχανίες, όπως τα data centers. «Η Ελλάδα κινείται σε πολλά μέτωπα ταυτόχρονα, ενισχύοντας τις διασυνδέσεις προς τον Βορρά, πρωτοστατώντας στην εναρμόνιση των κανονισμών και σχεδιάζοντας νέες ενεργειακές γέφυρες με την Κύπρο, το Ισραήλ και τη Βόρεια Αφρική», σημείωσε, παρουσιάζοντας μια συνολική στρατηγική που συνδέει την ενεργειακή μετάβαση με τη γεωπολιτική αναβάθμιση της χώρας.
Γκάλι: Πώς η Ελλάδα γίνεται κόμβος φυσικού αερίου
Τον ρόλο που έχει διαδραματίσει η ελληνική βιομηχανία φυσικού αερίου τα τελευταία χρόνια, αλλά και τις προοπτικές που διανοίγονται τόσο για την ασφάλεια εφοδιασμού όσο και για την ενεργειακή μετάβαση της χώρας και της ευρύτερης περιοχής ανέδειξε η η CEO του ΔΕΣΦΑ, Μαρία Ρίτα Γκάλι.
Η κα Γκάλι ξεκίνησε υπενθυμίζοντας ότι το 2022, στην κορύφωση της ενεργειακής κρίσης, η Ελλάδα είχε δυνατότητα επανεξαγωγής μόλις 2 δισ. κυβικών μέτρων φυσικού αερίου ετησίως. Σήμερα, χάρη στις μεγάλες επενδύσεις σε υποδομές – την επέκταση της Ρεβυθούσας, τον τερματικό σταθμό LNG Αλεξανδρούπολης, τη διασύνδεση με τον TAP και τον αγωγό IGB – η ικανότητα αυτή έχει τετραπλασιαστεί, φτάνοντας τα 8 δισ. κυβικά μέτρα στο τέλος του 2024. «Πρόκειται για τεράστιο άλμα, που αποδεικνύει τον κομβικό ρόλο του φυσικού αερίου στην ασφάλεια εφοδιασμού», σημείωσε.
Στάθηκε ιδιαίτερα στον Κάθετο Διάδρομο, επισημαίνοντας ότι το καλοκαίρι που πέρασε για πρώτη φορά δόθηκε η δυνατότητα σε καταναλωτές και traders στην Ουκρανία να αγοράσουν φυσικό αέριο απευθείας από το ελληνικό hub. «Αυτό είναι μοναδικό στην Ευρώπη και δείχνει τη σημασία των εμπορικών συνεργασιών που χτίζονται», ανέφερε.
Η επικεφαλής του ΔΕΣΦΑ υπογράμμισε και τη συνεισφορά του φυσικού αερίου στη σταθερότητα του ενεργειακού συστήματος, επιτρέποντας τη γρήγορη κάλυψη της ζήτησης όταν η παραγωγή από ΑΠΕ μειώνεται. Όπως είπε, η Ελλάδα έχει πλέον μέρες με πάνω από 50% παραγωγή από ΑΠΕ, αλλά η μετάβαση αυτή καθίσταται εφικτή χάρη στην ύπαρξη μονάδων φυσικού αερίου και τερματικών LNG που μπορούν να καλύψουν άμεσα τις ανάγκες. Αναφέρθηκε, μάλιστα, σε αύξηση άνω του 20% της ζήτησης για ηλεκτροπαραγωγή με αέριο το 2024 και 17% στο πρώτο επτάμηνο του 2025, με μέρος της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας να εξάγεται σε χώρες όπου η ενεργειακή μετάβαση είναι πιο αργή.
Η κα Γκάλι παρουσίασε επίσης τις επενδύσεις σε νέους αγωγούς, όπως τον αγωγό Δυτικής Μακεδονίας και την υπό διπλασιασμό γραμμή στο βόρειο τμήμα του δικτύου, που θα ενισχύσουν την τροφοδοσία μονάδων φυσικού αερίου αλλά και τη διαθεσιμότητα για τη χώρα και την περιοχή.
Ιδιαίτερη μνεία έκανε στη ναυτιλία και στις βαριές μεταφορές, τονίζοντας ότι με την ανάπτυξη της εγκατάστασης φόρτωσης βυτιοφόρων στη Ρεβυθούσα και μελλοντικά με υποδομές small-scale LNG, δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για τη χρήση LNG ως ναυτιλιακού καυσίμου, σε στενή συνεργασία με την ελληνική λιμενική βιομηχανία.
Τέλος, η CEO του ΔΕΣΦΑ ανέδειξε τη σημασία του φυσικού αερίου και στις τεχνολογίες απανθρακοποίησης των βιομηχανιών υψηλής έντασης εκπομπών, όπως τσιμεντοβιομηχανίες και διυλιστήρια. Στο πλαίσιο αυτό, παρουσίασε τα σχέδια για την ανάπτυξη ολοκληρωμένης αλυσίδας CCS (δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα), με κεντρικό ρόλο του Πρίνου ως αποθηκευτικού χώρου. Αναφέρθηκε επίσης στη συνεργασία με την Ιταλία (Ραβέννα) και την Αίγυπτο για μελλοντικές εγκαταστάσεις, αλλά και στην ευρωπαϊκή στήριξη μέσω επιχορηγήσεων της Κομισιόν. «Η Ελλάδα μπορεί να μην είναι από τους τελευταίους υιοθετούντες, αλλά από τους πρώτους που θα αναπτύξουν τέτοιες τεχνολογίες», τόνισε.
Συνοψίζοντας, η κα Γκάλι υπογράμμισε ότι η ελληνική βιομηχανία φυσικού αερίου έχει ήδη συμβάλει αποφασιστικά στην ασφάλεια εφοδιασμού και στη σταθερότητα του ενεργειακού συστήματος, ενώ ταυτόχρονα βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της τεχνολογικής καινοτομίας με έργα σε LNG, ναυτιλία και CCS.
Morgante: Η δυναμική της αγοράς αερίου και οι κρίσιμες επενδύσεις
Η κα Morgante υπενθύμισε ότι η Enaon είναι ο διανομέας φυσικού αερίου στη χώρα, αποτέλεσμα της συγχώνευσης τριών πρώην εταιρειών διανομής, και σήμερα έχει παρουσία σε όλες τις περιφέρειες της Ελλάδας. Όπως είπε, η εξαγορά της πραγματοποιήθηκε πριν από τρία χρόνια από την Italgas, έναν από τους μεγαλύτερους ενεργειακούς ομίλους της Ευρώπης. Αναγνώρισε ότι το φυσικό αέριο δεν θεωρείται πλέον η «προτιμητέα» τεχνολογία σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ωστόσο επισήμανε πως ορισμένα από τα χρονοδιαγράμματα που έχουν τεθεί για την πλήρη απανθρακοποίηση πιθανόν να μην επιτευχθούν.
«Δεν πρέπει να βλέπουμε τα μόρια και τα ηλεκτρόνια σαν να δίνουν μεταξύ τους έναν αγώνα. Πρέπει να συνεργάζονται, καθώς ο στόχος είναι η απανθρακοποίηση, αλλά και η διασφάλιση της ασφάλειας και της προσιτής τιμής», σημείωσε, αναφερόμενη και στο πρόσφατο blackout στην Ισπανία ως παράδειγμα για τη σημασία της ενεργειακής ασφάλειας
Η ίδια στάθηκε ιδιαίτερα στην οικονομική διάσταση της ενεργειακής μετάβασης. Όπως τόνισε, πάνω από το 50% των κτιρίων στην Ελλάδα έχει ανεγερθεί πριν από τη δεκαετία του ’90, γεγονός που καθιστά το φυσικό αέριο απαραίτητο για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών. Δεν παρέλειψε να αναφερθεί στη δυναμική της αγοράς, σημειώνοντας ότι πέρυσι καταγράφηκαν περισσότερες από 31.000 νέες αιτήσεις σύνδεσης με το δίκτυο και φέτος αναμένονται να αγγίξουν τις 50.000.
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στη συμβολή του βιομεθανίου και του υδρογόνου. Το υδρογόνο, όπως είπε, αποτελεί την καλύτερη λύση όσον αφορά το κόστος κύκλου ζωής και την περίοδο απόσβεσης, ενώ το βιομεθάνιο μπορεί να αποτελέσει βασικό πυλώνα της κυκλικής οικονομίας, αξιοποιώντας υφιστάμενες μονάδες βιοαερίου που μπορούν να μετατραπούν σε μονάδες παραγωγής βιομεθανίου.
Η κα Morgante υπογράμμισε ότι η Enaon είναι έτοιμη να επενδύσει και να στηρίξει χρηματοδοτικά νέα έργα βιομεθανίου, ώστε να ενταχθούν στο δίκτυο διανομής, που –όπως επισήμανε– αποτελεί εθνικό κεφάλαιο για την Ελλάδα. Παράλληλα, τόνισε ότι η εταιρεία ελέγχει αν υπάρχουν τεχνικοί περιορισμοί στο δίκτυο για την ασφαλή μεταφορά υδρογόνου, καθώς μεγάλο μέρος του έχει κατασκευαστεί πριν από την εξαγορά.
Καταλήγοντας, ανέφερε ότι η πρόσφατη ψήφιση του νόμου για το βιομεθάνιο και η έκδοση του σχετικού κανονισμού από τη ΡΑΑΕΥ αποτέλεσαν δύο σημαντικά βήματα σε σύντομο χρονικό διάστημα, αν και απομένουν ρυθμιστικές εκκρεμότητες. «Η επένδυση που έχει ήδη γίνει στο δίκτυο είναι περιουσιακό στοιχείο για τη χώρα. Οφείλουμε να το αναπτύξουμε και να το αξιοποιήσουμε στο μέγιστο, με διαφορετικά είδη αερίων», υπογράμμισε, καταθέτοντας τη δέσμευση της Enaon να παίξει καταλυτικό ρόλο στη μετάβαση προς τα πράσινα καύσιμα.
Samandov: Οι 6 πυλώνες της ενεργειακής πολιτικής της Βουλγαρίας
Τη σκυτάλη πήρε ο αναπληρωτής υπουργός Ενέργειας της Βουλγαρίας Georgi Samandov ο οποίος παρουσίασε με λεπτομέρειες το ενεργειακό σχέδιο της Σόφιας, σκιαγραφώντας τους έξι πυλώνες πάνω στους οποίους οικοδομεί η χώρα του τη στρατηγική της. Η τοποθέτησή του ανέδειξε τόσο τις φιλοδοξίες της Βουλγαρίας σε κρίσιμους τομείς, όπως η πυρηνική ενέργεια και η αποθήκευση, όσο και τη σημασία της περιφερειακής συνεργασίας, με αιχμή τον Κάθετο Διάδρομο.
Ο κ. Samandov ξεκίνησε με την πυρηνική ενέργεια, τονίζοντας ότι η Βουλγαρία διαθέτει εμπειρία άνω των 50 ετών στη λειτουργία πυρηνικών σταθμών και φιλοδοξεί να είναι η πρώτη χώρα στην Ευρώπη που θα λειτουργήσει την αποδεδειγμένη αμερικανική τεχνολογία Westinghouse AP1000. Όπως εξήγησε, η συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι εντατική, με στόχο την ενίσχυση της ασφάλειας εφοδιασμού και της διαφοροποίησης των πηγών.
Ο δεύτερος άξονας που παρουσίασε αφορά την υδροηλεκτρική αποθήκευση. Η Βουλγαρία διαθέτει, όπως είπε, τη μεγαλύτερη «πράσινη μπαταρία» στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, τον υδροηλεκτρικό σταθμό Cheira, ενώ σχεδιάζει την ανάπτυξη τεσσάρων νέων έργων αντλησιοταμίευσης, που θεωρεί καθοριστικά για την ανάπτυξη του πράσινου ενεργειακού της χαρτοφυλακίου.
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στη διασυνδεσιμότητα, χαρακτηρίζοντάς την «κρίσιμη για την περιοχή». Υπενθύμισε ότι η Βουλγαρία εργάζεται εντατικά με τους γείτονες για την ανάπτυξη του Κάθετου Διαδρόμου φυσικού αερίου, που προσφέρει πρόσθετη ασφάλεια και διαφοροποίηση πηγών. Παράλληλα, τόνισε ότι η χώρα του διαθέτει το καλύτερο δίκτυο μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, με δυνατότητα μεταφοράς άνω των 20 MW μέσω των γραμμών υψηλής τάσης, και συνεργάζεται με τη Ρουμανία και χώρες του Καυκάσου, μέσω Γεωργίας, για νέες ηλεκτρικές διασυνδέσεις που θα ενισχύσουν τις πράσινες ροές ενέργειας για όλη την Ευρώπη.
Στον τέταρτο πυλώνα, ο Βούλγαρος αξιωματούχος μίλησε για την ταχεία ανάπτυξη φωτοβολταϊκών και συστημάτων αποθήκευσης. Όπως ανέφερε, έως το τέλος του επόμενου έτους αναμένεται η εγκατάσταση 10.000 MWh μπαταριών, που θα λειτουργούν ως η «καρδιά εξισορρόπησης» για τους διαχειριστές συστημάτων της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Ο πέμπτος πυλώνας αφορά την ενιαία αγορά ενέργειας. Ο κ. Samandov επισήμανε ότι η έλλειψη ολοκλήρωσης της αγοράς τα τελευταία χρόνια δημιούργησε σοβαρά προβλήματα ανταγωνιστικότητας για τις οικονομίες της περιοχής, συμπεριλαμβανομένων της Βουλγαρίας, της Ελλάδας και της Ρουμανίας. Όπως αποκάλυψε, οι τρεις χώρες έχουν ήδη καταθέσει επίσημο αίτημα προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την επίλυση των τεχνικών εμποδίων μεταξύ Ουγγαρίας και Αυστρίας, τα οποία δημιουργούν στρεβλώσεις στις ροές.
Τέλος, στον έκτο πυλώνα, αναφέρθηκε στην ασφάλεια των ενεργειακών συστημάτων, υπογραμμίζοντας την ανάγκη επενδύσεων σε άμυνες με drones και σε κυβερνοασφάλεια, με τη στήριξη των εταίρων από ΗΠΑ και ΕΕ.
Ολοκληρώνοντας την παρέμβασή του, ο κ. Samandov χαρακτήρισε τα έργα διασυνδέσεων και τις νέες υποδομές σε Ελλάδα και Βουλγαρία – όπως η Ρεβυθούσα, ο σταθμός LNG Αλεξανδρούπολης και ο Κάθετος Διάδρομος – ως έργα που δεν μεταφέρουν μόνο ενέργεια και ευημερία, αλλά και ασφάλεια. Τόνισε δε ότι η επιτυχία όλων αυτών των σχεδίων μπορεί να διασφαλιστεί μόνο μέσα από κοινές προσπάθειες και διαφανείς διαδικασίες.
Τη ματιά της αγοράς αλλά και τη σημασία του φυσικού αερίου έβαλες στο τραπέζι η Barbara Morgante, CEO της Enaon (θυγατρικής του ιταλικού ομίλου Italgas), η οποία έδωσε το στίγμα της στρατηγικής της εταιρείας στην Ελλάδα, με επίκεντρο το φυσικό αέριο, το βιομεθάνιο και το υδρογόνο. Η τοποθέτησή της ανέδειξε τον ρόλο που συνεχίζει να διαδραματίζει το αέριο στην ελληνική ενεργειακή πραγματικότητα, αλλά και τις προοπτικές αξιοποίησης «πράσινων μορίων» στο πλαίσιο της κυκλικής οικονομίας.
Josh Huck: Με τον Κάθετο Διάδρομο σπάει το παραδοσιακό μονοπώλιο της Ρωσίας
Ο Josh Huck, ο Επιτετραμμένος (chargé d’affaires) στην Πρεσβεία των Ηνωμένων Πολιτειών στην Αθήνα, μίλησε για την οικονομική πρόοδο της Ελλάδας, τον καθοριστικό ρόλο της ενέργειας στις διατλαντικές σχέσεις και τις προσπάθειες απεξάρτησης από τη ρωσική ενέργεια. Τόνισε τη σημασία έργων όπως ο Κάθετος Διάδρομος και οι αμερικανικές επενδύσεις σε υποδομές LNG, ενώ υπογράμμισε την ανάγκη για ρυθμιστική σταθερότητα που θα ενισχύσει την ενεργειακή ασφάλεια και τον ανταγωνισμό.
Ο Josh Huck, ξεκίνησε την ομιλία του επισημαίνοντας ότι «η οικονομική ανάπτυξη που υπάρχει πλέον στην Ελλάδα είναι θαυμάσια». Στη συνέχεια αναφέρθηκε στην εμπειρία του από την Ουάσινγκτον, κατά την έναρξη της νέας αμερικανικής διοίκησης, λέγοντας ότι είδε «πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος της ενέργειας και πόσο επηρεάζει τις διατλαντικές σχέσεις».
Σχολίασε ότι ένα από τα βασικά διδάγματα των τελευταίων ετών είναι «η εξάρτηση από τη ρωσική ενέργεια», η οποία έχει επιφέρει τόσο ενεργειακές όσο και πολιτικές συνέπειες. Υπογράμμισε ότι «έχει αναδειχθεί μια συναίνεση σε ΗΠΑ και Βρυξέλλες να προχωρήσουμε με μια νέα αρχιτεκτονική που μετριάζει τις επιπτώσεις από μια τέτοια εξάρτηση».
Ο Huck αναφέρθηκε, επίσης, σε σημαντικά έργα, όπως ο Κάθετος Διάδρομος, που «σπάει το παραδοσιακό μονοπώλιο της Ρωσίας» και «δημιουργεί νέες δυνατότητες για να αυξήσουμε τον ανταγωνισμό από τον Νότο προς τον Βορρά».
Τόνισε ότι οι ΗΠΑ έχουν επενδύσει σε ναυπηγεία ώστε να υπάρχουν περισσότερα πλοία LNG και υποστήριξε ότι η πλωτή μονάδα υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Αλεξανδρούπολη (FSRU) «είναι ένα έργο που προωθήθηκε με αμερικανική υποστήριξη».
Επιπλέον, σημείωσε ότι είναι σημαντικό να υπάρξει «εναρμόνιση του κανονιστικού και του φορολογικού πλαισίου», ώστε οι προμηθευτές LNG να γνωρίζουν «ποιο θα είναι το κόστος όταν στέλνουν φορτία μέσω του Διαδρόμου», ενώ υπογράμμισε ότι η δημιουργία τέτοιων ενεργειακών δεσμών είναι «καλή όχι μόνο για τις κυβερνήσεις αλλά και για τις επιχειρήσεις και τις τοπικές κοινότητες που βρίσκονται στην περιοχή».
Πρόσθεσε, ακόμη, ότι «οι ΗΠΑ είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος παραγωγός ΑΠΕ», αλλά η κυβέρνηση «επικεντρώνεται περισσότερο στη δημιουργία καινοτομίας και όχι τόσο στο ρυθμιστικό πλαίσιο». Επισήμανε ότι οι ΗΠΑ «προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν όλα τα διαθέσιμα μέσα – κυρίως το φυσικό αέριο και το LNG – ενώ ταυτόχρονα υποστηρίζουν τη συνδεσιμότητα, την ευελιξία και την ανθεκτικότητα».
Κατέληξε λέγοντας ότι «η ευθυγράμμιση Βορά-Νότου είναι πολύ σημαντική» και πως πρέπει «να δούμε πώς μπορούμε να δημιουργήσουμε περαιτέρω αξία και να πετύχουμε την ισορροπία που χρειάζεται». Τόνισε ότι «οι αλλαγές που γίνονται παγκοσμίως δημιουργούν νέες αγορές και ευκαιρίες» και ότι οι ΗΠΑ «θέλουν να παίξουν καταλυτικό ρόλο στην αξιοποίηση αυτών των ευκαιριών».
Dan Stratan: Μιλάμε για τη χρήση των data centers όχι ως απλοί καταναλωτές ρεύματος, αλλά ως κεντρικοί παίκτες
Ο Dan Stratan, CEO & founder της RCI Holding, μιλώντας από το βήμα του 5ου Thessaloniki Metropolitan Summit, παρουσίασε την πορεία και τη στρατηγική της RCI Holding, μιας εταιρείας που «μετρά 25 χρόνια παρουσίας» και έχει ξεπεράσει «κεφαλαιουχικές δαπάνες άνω των 25 εκατομμυρίων ευρώ», συμμετέχοντας σε σημαντικές επενδύσεις στην περιοχή.
Όπως εξήγησε, η εταιρεία συγκεντρώνει «κάτω από μια ομπρέλα όλες τις αρμοδιότητες που απαιτούνται για να υποστηριχθούν μεγάλες επενδύσεις», από το ρυθμιστικό πλαίσιο μέχρι τις απαραίτητες τεχνολογίες, αυτοματισμούς και οτιδήποτε χρειαστεί.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στο μοντέλο των «τριών οριζόντων», με το οποίο η εταιρεία διατηρεί «το βλέμμα στραμμένο στις επαναστατικές τεχνολογίες που μπορούν να φέρουν την ανατροπή – και φυσικά στην τεχνητή νοημοσύνη».
Τόνισε ότι η RCI Holding είναι ενεργή «στην ψηφιακή καινοτομία, την τεχνολογία και τη συμβουλευτική διαχείρισης» και έχει συνεργαστεί με μεγάλες εταιρείες σε όλη την Ευρώπη. Στο πλαίσιο της συζήτησης, στάθηκε ιδιαίτερα στον ρόλο των πρωτοπόρων τεχνολογιών που γνωρίζουν άνθηση στην Ανατολική Ευρώπη, υπογραμμίζοντας ότι η εταιρεία του επενδύει σημαντικά σε data centers.
«Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε ενώπιον ενός επαναστατικού σχεδίου», είπε. «Μιλάμε για τη χρήση των data centers όχι ως απλοί καταναλωτές ρεύματος, αλλά ως κεντρικοί παίκτες». Προειδοποίησε ότι «μέσα στα επόμενα 5-10 χρόνια, το 20% της παγκόσμιας κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας θα προέρχεται από τα data centers που εξυπηρετούν την τεχνητή νοημοσύνη».
Ο Dan Stratan παρουσίασε καινοτόμες λύσεις που η εταιρεία έχει ήδη εφαρμόσει σε συνεργασία με κολοσσούς όπως «την Alibaba στην Κίνα και τη Meta στον Καναδά», επιτρέποντας την «ψύξη των servers και με τη χρήση της AI γίνεται με αξιοποίηση δεδομένων από όλο το δίκτυο για την ανάπτυξη υπηρεσιών ευελιξίας.
Σε ερώτηση για τη σημασία της τοποθεσίας των data centers, επισήμανε ότι «η σύνδεση με το δίκτυο και η κατανομή ρίσκου» είναι καθοριστικοί παράγοντες. «Η περιοχή μας διαθέτει πολλές δυνατότητες για σύνδεση με το υπάρχον δίκτυο, επομένως προσφέρουμε ελκυστική θέση για τέτοιες επενδύσεις». Προειδοποίησε ότι «οι επενδύσεις που δεν ακολουθούν την ανάπτυξη των data centers δεν θα έχουν μακροπρόθεσμη προοπτική».
Κλείνοντας, επεσήμανε ότι πρέπει να εστιάσουμε σε τρία βασικά σημεία:
-
Περιφερειακή στρατηγική συνοχής.
-
Αντιμετώπιση της γήρανσης του εργατικού δυναμικού, αναφέροντας ότι «μέχρι το 2030, στη Ρουμανία θα συνταξιοδοτηθούν 30.000-40.000 εργαζόμενοι στον τομέα της ενέργειας».
-
Πρόσβαση σε κεφάλαιο για καινοτόμες τεχνολογίες.
Όπως είπε χαρακτηριστικά, «τόσο οι επιχειρήσεις όσο και οι κυβερνήσεις πρέπει να χρησιμοποιήσουν πόρους, τεχνογνωσία και ανθρώπινο δυναμικό για να βρουν λύσεις και να καταστήσουν τη Νοτιοανατολική Ευρώπη σημαντικό παίκτη στο παγκόσμιο ενεργειακό και τεχνολογικό γίγνεσθαι».
Διαβάστε ακόμη