Στην ανάγκη βαθύτερης σύγκλισης των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων με την ευρωπαϊκή εσωτερική αγορά ενέργειας, τονίζοντας τον κομβικό ρόλο της Ελλάδας στη διαδικασία αυτή αναφέρθηκε ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σταύρος Παπασταύρου στο πλαίσιο της επετειακής εκδήλωσης για τα 20 χρόνια από την ίδρυση της Ενεργειακής Κοινότητας, ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σταύρος Παπασταύρου.

Όπως υπενθύμισε, η Ενεργειακή Κοινότητα ιδρύθηκε πριν από 20 χρόνια στην Αθήνα, με έναν φιλόδοξο στόχο: να φέρει την περιοχή πιο κοντά στην Ευρώπη, μέσα από τη φιλελευθεροποίηση των αγορών ενέργειας, την εναρμόνιση του κανονιστικού πλαισίου και τη συνεργασία στην κλιματική πολιτική, πάντα σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ενέργεια. Επισήμανε, ωστόσο, ότι η περιοχή εξακολουθεί να μην έχει πλήρως ενσωματωθεί, γεγονός που δημιουργεί δομικά μειονεκτήματα για τους πολίτες όλων των εμπλεκόμενων χωρών.

Ο Υπουργός εξέφρασε την ικανοποίησή του για τη θετική έκβαση των συνομιλιών που πραγματοποιήθηκαν με τη συμμετοχή υπουργών από δέκα χώρες, υπογραμμίζοντας ότι όλοι οι συμμετέχοντες εξέφρασαν έντονη δέσμευση υπέρ της ενίσχυσης της αγοράς ενέργειας. Ειδική αναφορά έκανε στην πρόοδο που έχει επιτευχθεί στον τομέα του φυσικού αερίου, σημειώνοντας πως «υπήρξε μία αλλαγή βαρύτητας με τον κάθετο διάδρομο», γεγονός που έχει μειώσει την εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο και έχει αντικατασταθεί με υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG), το οποίο εισέρχεται από τον νότο και φτάνει έως την «καρδιά της Ευρώπης».

Ωστόσο, επεσήμανε ότι παραμένει σημαντικό έργο να γίνει στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, χαρακτηρίζοντάς τον ως «τεχνικά πολύπλοκο, βαριά ρυθμιζόμενο και διαρκώς μεταβαλλόμενο». Τόνισε ότι η σημερινή συγκυρία είναι ευκαιρία για την ευρύτερη περιοχή να καλύψει το χαμένο έδαφος, προς όφελος της ευημερίας των πολιτών της, αλλά και συνολικά της περιφερειακής σταθερότητας.

Ολοκληρώνοντας την τοποθέτησή του, ο Σταύρος Παπασταύρου απηύθυνε ευχαριστίες στον Επίτροπο Ενέργειας της Ε.Ε. για τη διαρκή υποστήριξη της περιοχής στην προσπάθεια ενσωμάτωσης στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας και τόνισε τη σημασία της περαιτέρω σύγκλισης για την ευημερία όλων.

Γιόργκενσεν: «Τέλος στην ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία»

Παίρνοντας τη σκυτάλη, ο Επίτροπος Ενέργειας της Ε.Ε., Νταν Γιόργκενσεν, στάθηκε στην ανάγκη περαιτέρω σύγκλισης των ενεργειακών αγορών της Ευρώπης, τονίζοντας ότι η στενή συνεργασία μεταξύ των κρατών-μελών και των χωρών της Ενεργειακής Κοινότητας θα ωφελήσει ουσιαστικά τόσο τους πολίτες όσο και τις επιχειρήσεις της περιοχής. Ωστόσο, όπως επισήμανε, ο δρόμος για την πλήρη ευθυγράμμιση είναι ακόμη μακρύς, με την απολιγνιτοποίηση των οικονομιών να αποτελεί θεμελιώδη προϋπόθεση για την ενεργειακή ανεξαρτησία.

Ο Επίτροπος αναφέρθηκε εκτενώς στον πόλεμο στην Ουκρανία, δηλώνοντας απερίφραστα ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση στέκεται «ώμο με ώμο» στο πλευρό του ουκρανικού λαού, καταδικάζοντας τη «βάρβαρη και παράνομη» επίθεση του Βλαντίμιρ Πούτιν. Υπογράμμισε ότι οι ρωσικές δυνάμεις έχουν στοχοποιήσει ενεργειακές υποδομές, πλήττοντας όχι μόνο σταθμούς και καλώδια αλλά τις ζωές απλών οικογενειών, γι’ αυτό και η Ένωση καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να βοηθήσει την Ουκρανία να αποκαταστήσει τις ζημιές και να οικοδομήσει ένα ανθεκτικό ενεργειακό σύστημα.

Αναφερόμενος στα στοιχεία που τεκμηριώνουν τη ραγδαία μείωση της εξάρτησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τις ρωσικές εισαγωγές, ο κ. Γιόργκενσεν ανέφερε ότι πριν από την εισβολή, τον Φεβρουάριο του 2022, η Ε.Ε. κάλυπτε το 51% των αναγκών της σε άνθρακα από τη Ρωσία – σήμερα το ποσοστό αυτό έχει μηδενιστεί. Στο πετρέλαιο, η εξάρτηση ήταν στο 27% και πλέον έχει μειωθεί στο 3%, ενώ στο φυσικό αέριο από 45% έχει πέσει στο 13%. Παρά τη μείωση, υπογράμμισε ότι ακόμη και το 13% είναι υπερβολικά υψηλό και έστειλε ξεκάθαρο μήνυμα στη Μόσχα: «Δεν θα επιτρέψουμε πλέον στη Ρωσία να εκβιάζει τα κράτη-μέλη μας ούτε να χρησιμοποιεί την ενέργεια ως όπλο. Δεν θα συμβάλουμε άλλο, έστω και έμμεσα, στη χρηματοδότηση του πολέμου κατά της Ουκρανίας».

Ανακοίνωσε ότι έχει ήδη υποβάλει πρόταση για πλήρη απαγόρευση εισαγωγών ρωσικού αερίου, η οποία βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Ευχαρίστησε ιδιαίτερα την ελληνική κυβέρνηση για την ξεκάθαρη και σταθερή της στήριξη στις εν λόγω πρωτοβουλίες.

Επανερχόμενος στην κεντρική θεματολογία της εκδήλωσης, ο Επίτροπος Ενέργειας εξέφρασε την εμπιστοσύνη του πως θα επιτευχθεί ουσιαστική πρόοδος, υπογραμμίζοντας ότι κατά τη διάρκεια των εργασιών της ημέρας πραγματοποιήθηκε «πολύ καλή συζήτηση». Όπως ανέφερε, όλες οι συμμετέχουσες χώρες βρίσκονται σε φάση μεταρρυθμίσεων με στόχο την απολιγνιτοποίηση, την εξορθολογισμένη λειτουργία της αγοράς ενέργειας, τη μείωση των τιμών για τους καταναλωτές και την ενίσχυση της αμοιβαίας στήριξης.

Κλείνοντας, επανέλαβε ότι η διασύνδεση μεταξύ των χωρών αποτελεί το σημαντικότερο βήμα για την επίτευξη όλων αυτών των στόχων και ευχαρίστησε τους διοργανωτές για τη φιλοξενία της συνάντησης στην Αθήνα.

Lorkowski: Τα οφέλη της συνεργασίας της Ελλάδας με τα Δυτικά Βαλκάνια

Ο Γενικός Διευθυντής της Ενεργειακής Κοινότητας, κ. Artur Lorkowski υπογράμμισε τον ρόλο της Ελλάδας για την ενεργειακή τροφοδοσία των χωρών της περιοχής.

«Η Ελλάδα είναι ένα παράθυρο για τις χώρες της περιοχής προς την παγκόσμια αγορά ενέργειας και φυσικού αερίου, προς τις υποδομές που πρέπει να αναπτυχθούν. Και για την Ελλάδα, η στενή συνεργασία με την περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων, θα αποφέρει οικονομικά οφέλη», υπογράμμισε.

Σημείωσε ότι εκτός από τα οικονομικά οφέλη, η συνεργασία μπορεί να συμβάλει ώστε να αποφευχθούν “μπλακ άουτ” ενώ αναφέρθηκε και στις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στους συμβαλλόμενους εταίρους, ώστε να δημιουργηθούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού. «Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο θα συνεχιστεί η συζήτηση για την τιμολόγηση του άνθρακα, για τη μείωση των εκπομπών, για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Και ελπίζω ότι με την υποστήριξη των κυβερνήσεων, ιδίως της κυβέρνησης της Ελλάδας, αλλά και με την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αυτή η συζήτηση θα είναι επιτυχής», κατέληξε.

Υπενθυμίζεται ότι η συνθήκη για την ίδρυση της Ενεργειακής Κοινότητας υπογράφηκε στην Αθήνα το 2005, με βασικό στόχο τη δημιουργία μιας ενοποιημένης αγοράς, την προσέλκυση επενδύσεων και την επιτάχυνση της απανθρακοποίησης, μέσα από την ευθυγράμμιση με το ευρωπαϊκό κεκτημένο στους τομείς της Ενέργειας, του Περιβάλλοντος και της Ανταγωνιστικότητας.

Η Ενεργειακή Κοινότητα έχει 9 συμβαλλόμενα μέρη (Αλβανία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Βόρεια Μακεδονία, Μολδαβία, Μαυροβούνιο, Σερβία, Ουκρανία, Κόσσοβο και -από το 2017- Γεωργία), ενώ καθεστώς παρατηρητή έχουν η Νορβηγία, η Αρμενία και η Τουρκία.

Η Ελλάδα συμμετέχει αδιαλείπτως στα όργανα της Ενεργειακής Κοινότητας με το καθεστώς της «συμμετέχουσας χώρας» με δικαίωμα λόγου αλλά όχι ψήφου, καθώς καλύπτεται από την διαμορφωμένη κοινή θέση της Ε.Ε.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος της Συνθήκης για την Ενεργειακή Κοινότητα. Εκπροσωπείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και είναι Mόνιμος Αντιπρόεδρος του Oργανισμού.

Διαβάστε ακόμη