Στους ισχυρούς ευρωπαϊκούς ομίλους που επέλεξαν το τελευταίο διάστημα το City του Λονδίνου για την εισαγωγή των μετοχών τους στηρίζοντας το comeback της ιστορικής βρετανικής κεφαλαιαγοράς μετά από χρόνια απωλειών προς τη Νέα Υόρκη και άλλα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια περιλαμβάνεται η Metlen, σύμφωνα με δημοσίευμα των Times.

Όπως τονίζεται στο σχετικό ρεπορτάζ, η τάση αλλάζει και το LSE φαίνεται να ανακάμπτει χάρη στις μεταρρυθμίσεις που προωθεί, προσελκύοντας ενδιαφέρον για δημόσιες εγγραφές (IPO’s) ευρωπαϊκών εταιρειών, με σωρευτική χρηματιστηριακή αξία άνω των 30 δισ. στερλινών (σχεδόν 35 δισ. ευρώ. Όπως δήλωσε ο Brian Hanratty, στέλεχος του επενδυτικού οίκου Peel Hunt, «Κερδίζει συνεχώς έδαφος η παραδοχή ότι το LSE αποτελεί την πρώτη επιλογή ευρωπαϊκών πολυεθνικών ομίλων που αναζητούν αγορά  για την εισαγωγή των μετοχών τους». Στο πλαίσιο αυτό, τον «χορό» των λονδρέζικων IPOs άνοιξε τον περασμένο Δεκέμβριο ο γαλλικός κολοσσός των media Canal+ και ακολούθησε η Metlen στις αρχές του μήνα.  Το παράδειγμά τους ετοιμάζονται να ακολουθήσουν η ιταλική εταιρεία τροφίμων Newlat και η νορβηγική εταιρεία λογισμικού Visma.

Αναφερόμενη ειδικά στη Metlen, το ρεπορτάζ των Times τονίζει ότι η  εταιρεία επιδιώκει να συμπεριληφθεί στον δείκτη FTSE 100 στην επόμενη αναδιάρθρωση τον Σεπτέμβριο, έχοντας καλύψει μια σειρά από βασικά κριτήρια, με free float (δηλαδή ποσοστό ελεύθερα διαπραγματεύσιμων μετοχών) άνω του 70% και κεφαλαιοποίηση άνω των 6 δισεκατομμυρίων, στερλινών, σχεδόν διπλάσια από αυτή της Croda International, της εταιρείας με τη χαμηλότερη αποτίμηση στον δείκτη των blue-chips του Χρηματιστηρίου του Λονδίνου.

Είναι αξιοσημείωτο ότι η είσοδος της Metlen στην κεφαλαιαγορά του Ηνωμένου Βασιλείου έγινε μετά την αποχώρηση αρκετών εταιρειών, όπως η CRH, προμηθευτής οικοδομικών υλικών, και η Flutter Entertainment, εταιρεία τυχερών παιχνιδιών, από τον δείκτη FTSE 100, καθώς μετέφεραν τις κύριες εισαγωγές τους από το Λονδίνο στη Νέα Υόρκη. Πηγή από το Ciy ανέφερε ότι οι ευρωπαϊκές εταιρείες συνειδητοποίησαν ότι η διαπραγμάτευση σε άλλα χρηματιστήρια «δεν πήγε τόσο καλά». Για παράδειγμα η ισπανική Puig (που είχε εξαγοράσει προ ετών την Apivita) επέλεξε τη Μαδρίτη για τη δική της αρχική δημόσια εγγραφή ύψους 14 δις. ευρώ, αλλά οι μετοχές της έχουν υποχωρήσει περίπου κατά 30%.  Υπάρχουν πάντως και εξαιρέσεις όπως η εταιρεία ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων  CVC Capital Partners (με έντονη παρουσία στην Ελλάδα) ο οποία αντιμετώπισε δύσκολες συνθήκες διαπραγμάτευσης την περασμένη άνοιξη, αλλά από τότε που εισήχθη στο Χρηματιστήριο του Άμστερνταμ  -με τιμή εισαγωγής τα 14 ευρώ- είδε την αξία της μετοχής της να αυξάνεται σχεδόν κατά 25% και να διαπραγματεύεται στα επίπεδα των 17,35 ευρώ/μετοχή.

Το άρθρο καταλήγει ότι το Λονδίνο παραμένει η δεύτερη μεγαλύτερη αγορά μετά τη Νέα Υόρκη και είναι ικανή να φιλοξενήσει μεγάλες δημόσιες εγγραφές, κάτι που άλλες ευρωπαϊκές αγορές δυσκολεύονται να κάνουν.

Διαβάστε ακόμη