Ο όμιλος ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, που διοικεί ο Γιώργος Περιστέρης, καθίσταται ο μεγαλύτερος επενδυτής υποδομών στην Ελλάδα και ένας από τους ισχυρούς διαχειριστές οδικών αξόνων στην Ευρώπη. Η επικράτηση, σύμφωνα με τις πληροφορίες που κυκλοφόρησαν χθες, της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ στον διαγωνισμό για τη σύμβαση παραχώρησης του κεντρικού τμήματος του Βόρειου Οδικού Άξονα Κρήτης (ΒΟΑΚ) κλείνει έναν κύκλο συμβάσεων.

Με την υπογραφή, μέσα στους επόμενους μήνες, των συμβάσεων παραχώρησης σε Εγνατία, Αττική Οδό και ΒΟΑΚ, ο όμιλος θα διαχειρίζεται περισσότερα από 1.800 χιλιόμετρα αυτοκινητοδρόμων στη χώρα μας. Θα διαχειρίζεται, επίσης, το δεύτερο μεγαλύτερο αεροδρόμιο στο Καστέλι Ηρακλείου, καθώς και το IRC του Ελληνικού, με συνέταιρο την αμερικανική Hard Rock.

Ταυτόχρονα, ο όμιλος ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ μετατρέπεται και σε έναν από τους μεγαλύτερους χορηγούς του Ελληνικού Δημοσίου. Μέσα από τις πέντε συμβάσεις παραχώρησης που προαναφέρθηκαν εισφέρει στα ταμεία του Ελληνικού Δημοσίου περισσότερα από επτά δισ. ευρώ, με στόχο οι επενδύσεις αυτές να της επιστρέφουν αξία σε βάθος δεκαετιών.

Μια εκτίμηση για την αξία μερικών από τις επενδύσεις που πραγματοποιεί, ο όμιλος περιλαμβάνεται στις λογιστικές καταστάσεις του εννεαμήνου 2023. Όπως αναφέρεται, οι σωρευτικές εκτιμώμενες διανομές στα 25 χρόνια παραχώρησης θα προσεγγίσουν τα τρία δισ. ευρώ, ενώ τα λειτουργικά κέρδη (EBITDA) θα ξεπερνούν σε ετήσια βάση τα 300 εκατ. για την περίοδο 2025-2049. Για την Εγνατία Οδό προβλέπονται εκτιμώμενα μερίσματα κατά τη διάρκεια παραχώρησης κοντά στα τρία δισ. ευρώ και ετήσια EBITDA άνω των 200 εκατ. ευρώ τον χρόνο. Ταυτόχρονα, η συνολική επένδυση στον οδικό άξονα (στον οποίο δεν έχει γίνει ποτέ βαριά συντήρηση!) θα ξεπεράσει τα 2,7 δισ. ευρώ, μαζί με το τίμημα της παραχώρησης. Η εταιρεία παραχώρησης του αεροδρομίου στο Καστέλι εκτιμάται πως θα έχει την περίοδο 2026-2055 έσοδα κοντά στα 6,6 δισ. ευρώ και θα αποδώσει μερίσματα τουλάχιστον 1,1 δισ. ευρώ.

Σε πρόσφατη παρουσίαση στην Ένωση Θεσμικών Επενδυτών ο κ. Περιστέρης είχε προβλέψει πως εντός μια πενταετίας η λειτουργική κερδοφορία (EBITDA) θα προσεγγίσει το ένα δισ. ευρώ. Ο ίδιος είχε εξηγήσει πως είναι αναμενόμενη η επιβάρυνση του δείκτη καθαρού χρέους προς EBITDA, καθώς ο όμιλος εισέρχεται σε περίοδο μεγάλων επενδύσεων, αλλά ξεκαθάρισε πως «τα ρίσκα που παίρνουμε είναι μελετημένα, στα πλαίσια που μπορούμε να αντέξουμε». Πρόσθεσε πως «όταν είσαι σε επενδυτική φάση ενός έργου greenfield or brownfield ξοδεύεις χρήματα και περιμένεις τη λειτουργία ώστε να παραχθεί εισόδημα που αυξάνεται. Και εμείς θα έχουμε μια μεταβλητότητα χωρίς να ξεπεράσουμε τα όρια ασφαλείας».

Ο ΒΟΑΚ

Σύμφωνα με πληροφορίες, από το χθεσινό άνοιγμα των οικονομικών προσφορών για τον ΒΟΑΚ (το τμήμα Χανιά – Ηράκλειο, με προαίρεση για το τμήμα Κίσσαμος – Χανιά) προέκυψε πως η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ κατέθεσε την πλέον συμφέρουσα προσφορά για το τελευταίο από τα μεγάλα οδικά έργα με σύμβαση παραχώρησης στην Ελλάδα. Η προσφορά της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ προβλέπει το χαμηλότερο ποσό χρηματοδότησης από το Δημόσιο και το μικρότερο ποσοστό επιδότησης διοδίων έναντι των άλλων δύο ανταγωνιστικών προσφορών. Έτσι, αν δεν υπάρξουν εκπλήξεις, ο όμιλος αναμένεται να ανακηρυχθεί προτιμητέος επενδυτής.

Tο κατασκευαστικό κόστος του έργου υπολογίζεται σε περίπου 1,8 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με την προσφορά που κατέθεσε η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, η αιτούμενη κατά την περίοδο μελετών-κατασκευών χρηματοδοτική συμβολή του Δημοσίου ανέρχεται στα 693 εκατ. ευρώ (σε τρέχουσες τιμές), ενώ η επιδότηση κατά την περίοδο λειτουργίας (δικαίωμα απόληψης σκιώδους διοδίου) αντιστοιχεί σε ποσοστό 64,62% επί των επιβαλλόμενων στους χρήστες διοδίων τελών. Τα άλλα δύο σχήματα που κατέθεσαν οικονομικές προσφορές ήταν μια κοινοπραξία της ΑΒΑΞ με τις γαλλικές EGIS και Meridiam (επενδυτική εταιρεία), η κοινοπραξία της Mytilineos με την ΑΚΤΩΡ Παραχωρήσεις του ομίλου Ελλάκτωρ.

Τα επόμενα βήματα της διαδικασίας είναι κατ’ αρχάς η ανάδειξη προσωρινού αναδόχου, μετά την ολοκλήρωση του ελέγχου των φακέλων οικονομικών προσφορών, την έκδοση του σχετικού πρακτικού της Επιτροπής Διενέργειας Διαγωνισμού και την απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής επί του πρακτικού.

Θα ακολουθήσουν η διαδικασία οριστικοποίησης των συμβατικών εγγράφων, η ανάδειξη οριστικού αναδόχου, ο προσυμβατικός έλεγχος νομιμότητας και η έγκριση της σύμβασης παραχώρησης από το Ελεγκτικό Συνέδριο και κατόπιν (μεταξύ άλλων) η υπογραφή της σύμβασης και η κύρωσή της από τη Βουλή. Στη συνέχεια, με την έναρξη της παραχώρησης, θα ξεκινήσει η περίοδος της μελέτης του έργου κι ακολούθως, όταν οριστικοποιηθούν οι μελέτες και αφού έχουν ολοκληρωθεί οι απαραίτητες απαλλοτριώσεις ώστε να καταστεί διαθέσιμος ο χώρος εκτέλεσης του έργου, θα ξεκινήσουν οι εργασίες κατασκευής. Υπενθυμίζεται ότι η περίοδος της παραχώρησης είναι 35 έτη, εκ των οποίων έως πέντε (5) έτη (έως 60 μήνες) είναι η περίοδος μελετών-κατασκευών.