Μεταξύ των «καλών μαθητών» της ΕΕ όσον αφορά στην εφαρμογή των ενεργειακών και κλιματικών πολιτικών που χαράσσουν οι Βρυξέλλες συμπεριλαμβάνεται η Ελλάδα, όπως προκύπτει από την αξιολόγηση του αναθεωρημένου Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Σύμφωνα με τη «βαθμολογία» των Βρυξελλών, η Ελλάδα βρίσκεται πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ αναφορικά με τη διείσδυση των ΑΠΕ και βρίσκεται εντός τροχιάς για να επιτύχει τον στόχο για 43% ΑΠΕ στο ενεργειακό της μείγμα στο τέλος της δεκαετίας.

Πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ η διείσδυση ΑΠΕ

Ο οδικός χάρτης που έχει κατατεθεί στην Κομισιόν προβλέπει ότι το μερίδιο των ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας (που περιλαμβάνει κι άλλους τομείς πέραν της ηλεκτροπαραγωγής, όπως τη θέρμανση/ψύξη και τις μεταφορές) θα αυξηθεί στο 30,9% το 2025 (από 23,5% το 2023) και στο 36,3% το 2027, ποσοστά που είναι πάνω από τη διαδρομή που προδιαγράφει η ΕΕ για την επίτευξη του ευρωπαϊκού στόχου για ποσοστό ΑΠΕ 42,5% στο ενεργειακό μείγμα.

Καλές επιδόσεις καταγράφει επίσης  η χώρα μας όσον αφορά στη μείωση των εκπομπών του θερμοκηπίου. Από την άλλη πλευρά, η Κομισιόν καλεί την Ελλάδα να «ανεβάσει ταχύτητες» στο σκέλος της εξοικονόμησης ενέργειας, καθώς οι επιδόσεις της περνούν κάτω από τον πήχη της ευρωπαϊκής στοχοθεσίας, ενώ ως «αγκάθι» επισημαίνεται και το χαμηλό ποσοστό διασυνδεσιμότητας (4,8% το 2024 έναντι 15% που είναι ο ευρωπαϊκός στόχος για το 2030), που σημαίνει ότι η Ελλάδα συγκαταλέγεται –μαζί με την Ιταλία, την Γαλλία και την Ισπανία- μεταξύ των χωρών που πρέπει να ανεβάσουν ταχύτητες στο πρόγραμμα των διασυνοριακών διασυνδέσεων.

Πιο συγκεκριμένα, όπως επισημαίνει η Κομισιόν, η Ελλάδα κατέθεσε τον περασμένο Φεβρουάριο στοιχεία που δείχνουν ότι η χώρα θα πετύχει μείωση των εκπομπών του θερμοκηπίου της τάξης του 43,2% στο τέλος της δεκαετίας σε σχέση με τα επίπεδα του 2005. Θετικά αξιολογείται η διαβλεπόμενη μείωση κατά τουλάχιστον 10% των εκπομπών ρύπων από τις οδικές μεταφορές, ενώ ως «αστερίσκος» επισημαίνεται η προβλεπόμενη αύξηση των εκπομπών ρύπων στη ναυτιλία.

Εύσημα από Βρυξέλλες για την απολιγνιτοποίηση

Οι Βρυξέλλες αποδίδουν τα εύσημα στην Ελλάδα για τη δέσμευσή της να εξαλείψει τον λιγνίτη από την ηλεκτροπαραγωγή έως το 2028 (με τη ΔΕΗ να έχει εξαγγείλει ένα ακόμα πιο εμπροσθοβαρή προγραμματισμό που προβλέπει την ολοκλήρωση της διαδικασίας απολιγνιτοποίησης το 2026). Σημειώνουν επίσης ότι το ελληνικό ΕΣΕΚ αναγνωρίζει μεν την ανάγκη για την σταδιακή εξάλειψη των επιδοτήσεων στα ορυκτά καύσιμα (τις οποίες και καταγράφει αναλυτικά), χωρίς όμως να προβλέπει προθεσμίες, ούτε και συγκεκριμένο οδικό χάρτη.

«Κενά» καταγράφει επίσης η Κομισιόν ως προς τη μη ύπαρξη στόχου για την ανάπτυξη «καινοτόμων τεχνολογιών ανανεώσιμης ενέργειας» έως το 2030, ούτε ελάχιστο ποσοστό διείσδυσης ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης (RFNBO) στη βιομηχανία. Ο στόχος του ΕΣΕΚ για ποσοστό ΑΠΕ 52,6% σε θέρμανση/ψύξη το 2030 (που προϋποθέτει ταχεία διείσδυση τεχνολογιών όπως οι αντλίες θερμότητας) παίρνει καλό βαθμό, ενώ αντίθετα ο στόχος για ποσοστό ΑΠΕ στις μεταφορές 13,4% την ίδια περίοδο δεν κρίνεται επαρκώς φιλόδοξος, καθώς είναι κάτω από τον δεσμευτικό στόχο για ποσοστό 29% που έχουν θέσει οι Βρυξέλλες.

Εξοικονόμηση ενέργειας

Αναφορικά με την ενεργειακή εξοικονόμηση, η Κομισιόν αναφέρει ότι ο εθνικός στόχος για εξοικονόμηση 15,2 μετρικών τόνων ισοδύναμου πετρελαίου δεν ευθυγραμμίζεται με την ευρωπαϊκή στοχοθεσία. Περαιτέρω, παρατηρεί ότι  η Ελλάδα δεν έχει καθορίσει ως όφειλε ετήσιο στόχο για τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας των δημόσιων φορέων (σ.σ. σχετικά σχέδια εξαγγέλθηκαν στο παρελθόν αλλά δεν εφαρμόστηκαν). Και ενώ το ΕΣΕΚ περιέχει μέτρα και πολιτικές για την επίτευξη του εθνικού στόχου ενεργειακής εξοικονόμησης, δεν προσδιορίζει με ποσοτικά στοιχεία την συνεισφορά του κάθε μέτρου στον στόχο. Αξιολογώντας τα προγράμματα ενεργειακής αναβάθμισης των κτιρίων, η Κομισιόν θεωρεί ότι η φιλοδοξία της Ελλάδας πρέπει να επεκταθεί πέρα από τις κατοικίες, αξιολογεί όμως θετικά την έμφαση που δίνουν τα προγράμματα «Εξοικονομώ» στην αναβάθμιση κατοικιών με χαμηλή ενεργειακή απόδοση και τη στήριξη ευάλωτων κοινωνικών ομάδων.

Επενδύσεις

Όσον αφορά στις επενδύσεις που απαιτούνται για την επίτευξη των στόχων του ΕΣΕΚ (υπενθυμίζεται ότι το συνολικό ποσό για την περίοδο 2025-2030 είχε υπολογιστεί σε 95 δισ. ευρώ), η Κομισιόν παρατηρεί ότι λείπει η κατανομή των πόρων μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Σημειώνει επίσης ότι το ελληνικό σχέδιο δεν περιλαμβάνει τις επενδυτικές ανάγκες και τις πηγές χρηματοδότησης για κάθε μέτρο, ούτε περιγράφει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες για τη μόχλευση ιδιωτικών επενδύσεων. Καταλήγει δε ότι «οι παρεχόμενες πληροφορίες δεν αρκούν για τον υπολογισμό του δυνητικού χρηματοδοτικού κενού και το πώς θα μπορούσε να καλυφθεί». Μια άλλη παρατήρηση είναι ότι από το ελληνικό ΕΣΕΚ λείπει η αναλυτική βάση που απαιτείται για την προετοιμασία του Κοινωνικού Κλιματικού Σχεδίου (που θα πρέπει να υποβληθεί στην Επιτροπή μέσα στον επόμενο μήνα).

Οι συστάσεις της Κομισιόν για την εφαρμογή του ΕΣΕΚ

Η Κομισιόν συστήνει στην Ελλάδα μεταξύ άλλων να:

  • Καθορίσει οδικό χάρτη με συγκεκριμένα μέτρα για την εξάλειψη των επιδοτήσεων στα ορυκτά καύσιμα
  • Εξετάσει την ανάληψη επιπλέον πρωτοβουλιών για την μείωση των εκπομπών ρύπων στην ενεργοβόρο βιομηχανία
  • Εφαρμόσει γρήγορα τις σχεδιαζόμενες μεταρρυθμίσεις για την περαιτέρω απλοποίηση και επιτάχυνση της αδειοδοτικής διαδικασίας των ΑΠΕ, λαμβάνοντας υπόψη τον ρόλο-κλειδί των τοπικών κοινωνικών
  • Εξετάσει την εφαρμογή περισσότερων μέτρων ενεργειακής εξοικονόμησης στις μεταφορές, καθώς μόνο το 5,7% της συνολικής εξοικονόμησης ενέργειας προβλέπεται να προέλθει από τον συγκεκριμένο κλάδο
  • Επιταχύνει την ενεργειακή αναβάθμιση του κτιριακού αποθέματος πέρα από τις κατοικίες
  • Λάβει περισσότερα μέτρα για την καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας

Η μεγάλη ευρωπαϊκή εικόνα

Από την αξιολόγηση των ΕΣΕΚ των χωρών-μελών της ΕΕ προκύπτει ότι το μπλοκ βρίσκεται σε καλό δρόμο για την επίτευξη των στόχων της για το 2030 όσον φορά τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 55% (σε σχέση με τα επίπεδα του 1990) και την αύξηση της συμμετοχής των ΑΠΕ στο 42,5%. Ωστόσο, απαιτούνται περαιτέρω προσπάθειες στον τομέα της ενεργειακής αποδοτικότητας. Η Κομισιόν προβλέπει μείωση των εκπομπών ρύπων περίπου 54% έως το 2030, πολύ κοντά δηλαδή στον στόχο του 55%. Η συμμετοχή των ΑΠΕ στην τελική κατανάλωση ενέργειας εκτιμάται στο 41% έναντι στόχου 42,5%. Στον αντίποδα, σημαντικό έλλειμμα καταγράφεται στην ενεργειακή αποδοτικότητα, καθώς η αναμενόμενη μείωση κατανάλωσης ενέργειας είναι μόλις 8,1%, ενώ ο στόχος είναι 11,7%. Να σημειωθεί τέλος ότι αναφορικά με την πυρηνική ενέργεια, η Κομισιόν αναφέρει ότι τα τελικά σχέδια υποδεικνύουν ότι η πυρηνική ισχύς θα μπορούσε να φτάσει έως και 110 GW μέχρι το 2050, υπάρχει όμως μεγάλη αβεβαιότητα.

Διαβάστε ακόμη