Στη θεωρία, ο Μηχανισμός Συνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα (CBAM) υποτίθεται πως θα λειτουργούσε ως «ασπίδα»: θα προστάτευε τους Ευρωπαίους παραγωγούς από «βρώμικες» εισαγωγές χαμηλότερου κόστους και θα έδινε ένα σαφές μήνυμα στην παγκόσμια βιομηχανία ότι η εποχή των ανεξέλεγκτων εκπομπών CO2 ανήκει στο παρελθόν. Στην πράξη, όμως, λίγους μήνες πριν από την επίσημη έναρξη της πλήρους εφαρμογής του, οι επιχειρήσεις κάνουν λόγο για ένα σύνθετο, αβέβαιο και ενίοτε «ανώριμο» σύστημα που απειλεί να επιβαρύνει οικονομίες και γραφειοκρατικούς μηχανισμούς.

Από την 1η Ιανουαρίου 2026, ο CBAM παύει να είναι μια θεωρητική άσκηση «δοκιμαστικής φάσης» και μετατρέπεται σε πραγματικό οικονομικό εργαλείο με άμεσες χρηματικές επιπτώσεις. Οι εισαγωγές βασικών βιομηχανικών προϊόντων -από αλουμίνιο και σίδερο έως χάλυβα και λιπάσματα- θα επιβαρύνονται με χρέωση που αντιστοιχεί στο ενσωματωμένο αποτύπωμα άνθρακα τους. Και παρότι ο στόχος είναι σαφής, ο δρόμος προς την εφαρμογή είναι γεμάτος.. αγκάθια.

«Κόστος εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ» – Οι επιχειρήσεις προειδοποιούν

«Ως μεσαία επιχείρηση, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με κινδύνους κόστους που μπορούν εύκολα να ανέλθουν σε πολλές εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ», δηλώνει ο Rainer Rohloff, Prokurist της ETF Group στη Φρανκφούρτη, εταιρείας που εισάγει προϊόντα αλουμινίου από χώρες εκτός ΕΕ. «Είμαι 30 χρόνια στη δουλειά. Δεν έχω ξαναδεί μια τόσο ανώριμη ρύθμιση, που συνεπάγεται τέτοιο γραφειοκρατικό φόρτο και τεράστιο κίνδυνο κόστους», υπογραμμίζει, σύμφωνα με δημοσίευμα της Handelsblatt.

Η ETF δεν είναι η εξαίρεση. Αντιθέτως, αντιπροσωπεύει εκατοντάδες επιχειρήσεις στη Γερμανία (εισαγωγείς αλουμινίου, σιδήρου, χάλυβα, λιπασμάτων) που βρίσκονται στο επίκεντρο του μηχανισμού. Η ανησυχία τους δεν αφορά μόνο τη χρέωση, αλλά και την αβεβαιότητα που επικρατεί.

Αυτό συμβαίνει διότι η τελική τιμή CO₂ που θα κληθούν να πληρώσουν οι εισαγωγείς για το 2026 θα καθοριστεί… τον Φεβρουάριο του 2027. Οι επιχειρήσεις όμως πρέπει να παραγγέλνουν προϊόντα σήμερα, χωρίς να γνωρίζουν ποιο θα είναι το επιπλέον κόστος ανά τόνο. Για τους υπεύθυνους προμηθειών, αυτό ισοδυναμεί με μια κίνηση «στα τυφλά».

Στόχος vs Πραγματικότητα

Η λογική του CBAM είναι απλή: οι Ευρωπαίοι παραγωγοί πληρώνουν για τις εκπομπές τους μέσω του Συστήματος Εμπορίας Εκπομπών (ETS). Οι ανταγωνιστές εκτός ΕΕ δεν πληρώνουν. Άρα, για να υπάρξει ίσος ανταγωνισμός, οι εισαγωγές πρέπει να επιβαρυνθούν με αντίστοιχο κόστος άνθρακα. Η εφαρμογή, όμως, μόνο απλή δεν είναι. Παρά τις απλουστεύσεις που παρουσίασε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις αρχές του 2025, όπως η εξαίρεση επιχειρήσεων που εισάγουν μικρές ποσότητες, τα θεμελιώδη προβλήματα παραμένουν.

Ο Dirk Jandura, πρόεδρος του Ομοσπονδιακού Συνδέσμου Χονδρικού και Εξωτερικού Εμπορίου (BGA), κρούει τον κώδωνα του κινδύνου σε επιστολή προς τον Επίτροπο της ΕΕ Wopke Hoekstra. «Υπάρχει σοβαρός κίνδυνος ο CBAM να αποτύχει στην πράξη», προειδοποιεί, σημειώνοντας ότι πολλές επιχειρήσεις βρίσκονται αντιμέτωπες με διαδικασίες και απαιτήσεις που ακόμη δεν έχουν αποσαφηνιστεί.

Το μεγάλο ερώτημα είναι αν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι διατεθειμένη να προχωρήσει σε άμεσες διορθώσεις. Μέχρι στιγμής, η απάντηση παραμένει θολή και το αίτημα για επείγουσες διευκρινίσεις και αλλαγές αναπάντητο. Την ίδια ώρα, ο χρόνος κυλά αντίστροφα. Οι επιχειρήσεις καταρτίζουν προϋπολογισμούς για το 2026, οι αλυσίδες προμηθειών πρέπει να προσαρμοστούν και οι Ευρωπαίοι καταναλωτές αναπόφευκτα θα νιώσουν το κόστος. Η ενεργοποίηση του CBAM μπορεί να αποτελέσει μια τομή στην κλιματική πολιτική της ΕΕ, όμως η επιτυχία του θα κριθεί στην καθημερινή λειτουργία της αγοράς και όχι σε προθέσεις.

Διαβάστε ακόμη