Στα… χέρια που θα υλοποιήσουν τις εγκαταστάσεις περνάει το βάρος της επιτυχίας υλοποίησης των προγραμμάτων εξοικονόμησης ενέργειας και ενεργειακής αναβάθμισης κτηρίων με ορίζοντα ολοκλήρωσης την ερχόμενη άνοιξη. Οι υδραυλικοί, οι τεχνίτες και τα συνεργεία εγκατάστασης αποτελούν τον πραγματικό «κρίκο» στην αλυσίδα των έργων που πρέπει να ολοκληρωθούν σε διαφορετικά προγράμματα αλλά με τις ίδιες ανάγκες.

Υπενθυμίζεται ότι παρατάσεις έλαβαν τα έργα Εξοικονομώ 2021 (28η Φεβρουαρίου 2026), Εξοικονομώ 2023 και Εξοικονομώ – Ανακαινίζω για Νέους, Αλλάζω Σύστημα Θέρμανσης και Θερμοσίφωνα (30η Απριλίου 2026) και Εξοικονομώ 2025: ( 31η Μαΐου 2026) που αφορούν σε παρόμοιες εγκαταστάσεις. Όπως σημειώνει ο κ. Χρήστος Κώνστας, Διπλωματούχος Μηχανολόγος Μηχανικός, Ενεργειακός Σύμβουλος και Εκτελεστικός Γραμματέας της Ένωσης Βιομηχανιών Ηλιακής Ενέργειας (ΕΒΗΕ) «θα έχουμε δυσκολία στο να υλοποιηθούν όλα αυτά τα προγράμματα, γιατί από τη μία υπάρχει μεγάλη ζήτηση στον κατασκευαστικό τομέα και λείπει εργατικό δυναμικό. Από την άλλη, όλα τα προγράμματα απαιτούν τις ίδιες ειδικότητες», σημειώνει προσθέτοντας ότι η ζήτηση αφορά κυρίως υδραυλικούς και συνεργεία εγκατάστασης. Όπως εξηγεί, «για τους ηλιακούς θερμοσίφωνες χρειαζόμαστε υδραυλικούς, αλλά και οι αντλίες θερμότητας απαιτούν τους ίδιους τεχνίτες. Μιλάμε για τεράστιο όγκο εργασιών», τονίζει ο κ. Κώνστας.

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του, ένα συνεργείο τριών ατόμων μπορεί να τοποθετήσει δύο ή τρεις ηλιακούς θερμοσίφωνες την ημέρα. Σημειώνεται πως μόνο στο πρόγραμμα Αλλάζω Σύστημα Θέρμανσης και Θερμοσίφωνα έχουν υποβληθεί περί τις 192.000 αιτήσεις, οπότε με έναν τέτοιο αριθμό δικαιούχων που θα προγραμματίσουν την αλλαγή του θερμοσίφωνά τους τότε απαιτούνται χιλιάδες ανθρωποημέρες για να ολοκληρωθούν οι εγκαταστάσεις. «Δεν είναι μια απλή δουλειά. Σε πολλές περιπτώσεις, ειδικά στα παλιά κτίρια, χρειάζεται νέο δίκτυο σωληνώσεων. Δεν μπορεί να γίνει υπό πίεση», εξηγεί.

Σε πίεση οι γραμμές παραγωγής

Το δεύτερο μεγάλο ζήτημα, σύμφωνα με τον κ. Κώνστα, αφορά τις πρώτες ύλες και τις γραμμές παραγωγής. «Οι θερμικοί ηλιακοί είναι ελληνικής παραγωγής και οι εταιρείες θα δυσκολευτούν να κατασκευάσουν τόσο μεγάλο αριθμό σε σύντομο διάστημα. Και αυτό γιατί δεν υπάρχει η δυνατότητα να στοκάρουν μαζικά χιλιάδες κομμάτια», αναφέρει.

Αντίθετα, για τις αντλίες θερμότητας, που εισάγονται κατά κύριο λόγο, η παραγωγή και αποθήκευση είναι ευκολότερη. Ωστόσο, τονίζει πως καθώς πρόκειται για μία εισαγωγική δραστηριότητα δεν ωφελεί την ελληνική οικονομία: «Δεν πρέπει τα προγράμματα να έχουν μόνο περιβαλλοντικό όφελος. Πρέπει να στηρίζουν και την εγχώρια βιομηχανία. Αν όλα εισάγονται, τότε τα χρήματα της επιδότησης φεύγουν στο εξωτερικό.»

Όπως σημειώνει ο κ. Κώνστας, η αγορά αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα. Πολλές εταιρείες παραγωγής βρέθηκαν σε δύσκολη θέση. Όπως τονίζει, ως κλάδος, έχει το πλεονέκτημα ότι περίπου το 60% της παραγωγής εξάγεται. Εντούτοις, ακόμη κι έτσι, όπως εξηγεί, ένα εργοστάσιο χρειάζεται σταθερή ροή παραγγελιών για να λειτουργεί σωστά. Ο προγραμματισμός είναι κρίσιμος: να ξέρει τι θα φτιάξει, πότε, και να δουλεύει με συνέπεια όλο τον χρόνο. «Το πρόβλημα είναι ότι το πρόγραμμα δημιούργησε στασιμότητα στην εγχώρια αγορά. Οι πολίτες σταμάτησαν να αγοράζουν περιμένοντας την επιδότηση. Το αποτέλεσμα ήταν πολλές εταιρείες να χάσουν από 10% έως και 70% της παραγωγής τους. Κάποιες μάλιστα, κυρίως μικρότερες, έκλεισαν τα καταστήματά τους» σημειώνει.

Πιο έντονο είναι το πρόβλημα στους μικρούς της αγοράς και σε περιοχές της επαρχίας. «Φανταστείτε ένα μικρό κατάστημα υδραυλικών σε μια επαρχιακή πόλη, που τοποθετούσε γύρω στους 20 ηλιακούς θερμοσίφωνες τον χρόνο. Σήμερα μπορεί να έχει τοποθετήσει μόλις τρεις. Μπορεί να ακούγεται μικρό νούμερο, αλλά για το συγκεκριμένο κατάστημα οι 17 χαμένοι θερμοσίφωνες είναι καθοριστικοί. Εμείς συνήθως σκεφτόμαστε τη μεγάλη κλίμακα, τα μεγάλα καταστήματα, τις αλυσίδες, τις πολυεθνικές. Αυτοί όμως έχουν άλλες δραστηριότητες και μπορούν να ισοφαρίσουν τις απώλειες ή και να δουλέψουν με το εξωτερικό. Οι μικροί και μεσαίοι είναι που νιώθουν πιο πολύ την πίεση».

Παράλληλα, πιέζονται για τη διατήρηση του προσωπικού τους καθώς πρόκειται κατά κύριο λόγο για οικογενειακές επιχειρήσεις, με ανθρώπους που δουλεύουν μαζί πολλά χρόνια. «Δεν είναι εύκολο να απολύσουν κάποιον που θεωρούν “δικό τους”» σημειώνει προσθέτοντας πως  φοβούνται πως, αν το κάνουν, όταν η αγορά ανακάμψει δεν θα βρουν ξανά εξειδικευμένους τεχνίτες» σημειώνει εξηγώντας πως υπάρχει γενικότερο πρόβλημα εύρεσης τεχνικού προσωπικού στη χώρα.

Υπενθυμίζεται πως η ΕΒΗΕ είχε ήδη κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου από τις αρχές του φθινοπώρου, καταγγέλλοντας «αδικαιολόγητη καθυστέρηση» στην εκκίνηση του προγράμματος Αλλάζω πρόγραμμα θέρμανσης και θερμοσίφωνα. Όπως τόνισε, η υλοποίηση θα μπορούσε να είχε ξεκινήσει ήδη από το 2024, αξιοποιώντας τον οδηγό και την πλατφόρμα του προηγούμενου προγράμματος «Ανακυκλώνω – Αλλάζω θερμοσίφωνα» σημειώνοντας πως είναι αδύνατον να κατασκευαστούν, αγοραστούν και εγκατασταθούν 120.000 ηλιακοί θερμοσίφωνες μέσα σε ένα τόσο πιεσμένο χρονικό διάστημα. Η καθυστέρηση, σύμφωνα με την Ένωση, έχει οδηγήσει την ελληνική βιομηχανία ηλιακών θερμοσιφώνων να λειτουργεί μόλις στο 50% της δυναμικότητάς της, με κίνδυνο απολύσεων εξειδικευμένου προσωπικού. Ταυτόχρονα, περισσότερα από 120.000 νοικοκυριά — κυρίως ευάλωτα — μένουν χωρίς πρόσβαση σε φθηνότερες λύσεις ζεστού νερού, πληρώνοντας υψηλούς λογαριασμούς ρεύματος.

Προβληματισμός για τον σχεδιασμό

Πέραν των προγραμμάτων, προβληματισμός καταγράφεται και για τον ίδιο τον σχεδιασμό ενεργειακής εξοικονόμησης των κτηρίων. Όπως τονίζει ό κ. Στέφανος Παλλαντζάς, πρόεδρος του Ελληνικού Ινστιτούτου Παθητικού Κτιρίου (ΕΙΠΑΚ), «Ακόμα κι αν έχουμε στόχους και κονδύλια, ο Κανονισμός Ενεργειακής Απόδοσης Κτηρίων (ΚΕΝΑΚ) παραμένει ο ίδιος από το 2011. Είναι ξεπερασμένος, και οι μηχανικοί δεν έχουν εκπαιδευτεί πώς να σχεδιάζουν πραγματικά ενεργειακά κτήρια», εξηγεί.

Ο ίδιος παραθέτει χαρακτηριστικό παράδειγμα: ένα μεγάλο γραφειακό κτήριο στην Αττική που ανακαινίστηκε με βάση τον ΚΕΝΑΚ και απέσπασε πιστοποίηση LEED Gold. Παρ’ όλα αυτά, τα πραγματικά στοιχεία κατανάλωσης έδειξαν 4 έως 5 φορές υψηλότερη ενεργειακή χρήση από την υπολογισμένη. «Υπάρχει τεράστιο χάσμα μεταξύ της μελέτης και της πραγματικότητας. Και αυτό είναι αποτέλεσμα της έλλειψης κατάρτισης και των παλιών εργαλείων σχεδιασμού», τονίζει ο κ. Παλλαντζάς.

Η ανάγκη νέας στρατηγικής

Η λύση, σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΕΙΠΑΚ, είναι μαζική εκπαίδευση μηχανικών, αναθεώρηση του ΚΕΝΑΚ και θεσμική αναγνώριση σύγχρονων λογισμικών ενεργειακού σχεδιασμού. «Αν συνεχίσουμε να χρησιμοποιούμε τον σημερινό κανονισμό, δεν θα έχουμε πραγματικά ενεργειακά αποδοτικά κτήρια. Το ίδιο ισχύει και για τα νέα σχολεία ή τα δημόσια έργα», σημειώνει. Ωστόσο, εκτιμά ότι λείπει συνολική πολιτική στρατηγική: «Η δημόσια συζήτηση περιορίζεται σε τιμολόγια ρεύματος και επιδοτήσεις καυσίμων. Δεν μιλάμε για ενεργειακή μετάβαση. Είναι σαν να δίνεις κάθε χρόνο ασπιρίνη σε έναν ασθενή χωρίς να θεραπεύεις την αιτία.»

Διαβάστε ακόμη