Σε στρατηγικό εργαλείο που καθορίζει τη βιωσιμότητα, το κόστος λειτουργίας και την εικόνα ενός ξενοδοχείου αναδεικνύεται ο ενεργειακός σχεδιασμός των τουριστικών καταλυμάτων με τους ειδικούς να υπογραμμίζουν ότι κάθε μονάδα που καταφέρνει να μειώσει την ενεργειακή της κατανάλωση, κερδίζει πόντους στην ανταγωνιστικότητα αλλά και στην περιβαλλοντική της ταυτότητα.

Στο πλαίσιο αυτό οι επενδύσεις των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων στον τομέα της ενεργειακής αναβάθμισης προχωρούν ανοδικά και ξεπερνώντας το 1 δισ. ευρώ το 2024 με το 20% εξ αυτών να αφορά άμεσα φωτοβολταϊκά, αντλίες θερμότητας και έξυπνα ενεργειακά συστήματα. Παράλληλα, σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, περίπου 1.000 ξενοδοχεία έχουν ενταχθεί σε προγράμματα εξοικονόμησης ενέργειας του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για επιχειρήσεις και ορεινά καταλύματα. Περισσότερα από τα μισά έχουν ήδη προχωρήσει τις διαδικασίες και τις εργασίες τους, ξεκλειδώνοντας τις αντίστοιχες επιδοτήσεις.

Παρά την πρόοδο, η εφαρμογή πράσινων πρακτικών παραμένει άνιση. Μόλις το 32% των ξενοδοχείων παρακολουθεί συστηματικά την κατανάλωση νερού, ενώ λιγότερα από ένα στα τέσσερα εφαρμόζουν συστήματα ανακύκλωσης.  Την ίδια ώρα, μηχανικοί που ειδικεύονται σε ενεργειακές μελέτες σημειώνουν ότι τα νεότερα ή πρόσφατα ανακαινισμένα ξενοδοχεία εμφανίζουν εξοικονόμηση ενέργειας έως και 50%, ενώ η ηλιακή ενέργεια καλύπτει πλέον περίπου το 35% των ενεργειακών αναγκών τους.

Επένδυση με απόδοση

Οι επαγγελματίες της ενέργειας επισημαίνουν πως η ενεργειακή αναβάθμιση δεν είναι κόστος, αλλά επένδυση με γρήγορη απόσβεση. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα που δίνει ο κ. Γιάννης Γκίνης, συνιδρυτής της KAOL Energy που δραστηριοποιείται στον τομέα των ΑΠΕ τα τελευταία χρόνια σε Αθήνα αλλά και περιφέρεια, το Park Hotel and Spa Τσιλιβί, μία μεγάλη ξενοδοχειακή μονάδα 4* δυναμικότητας 82 κλινών στο νησί της Ζακύνθου κατάφερε να καλύψει το 100% της ενεργειακής της κατανάλωσης από ΑΠΕ, μέσω της εγκατάστασης ενός φωτοβολταϊκού συστήματος ισχύος 70 kW. Η σύνδεση του συστήματος με το δίκτυο πραγματοποιήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2023, με ετήσια παραγωγή 115.000 kWh. Η εξοικονόμηση που προκύπτει, με την τρέχουσα τιμή της κιλοβατώρας στα 0,17 ευρώ, ανέρχεται σε περίπου 19.600 ευρώ ετησίως, χωρίς να συνυπολογίζεται το επιπλέον όφελος από τη χρήση δικτύου και τις ρυθμιζόμενες χρεώσεις. Το κόστος της επένδυσης ανήλθε στα 49.000 ευρώ συν ΦΠΑ και η απόσβεση του συστήματος υπολογίζεται σε μόλις δυόμιση χρόνια, καθιστώντας την εγκατάσταση μια ταχύτατα αποδοτική και βιώσιμη επιλογή για τη μονάδα.

Ποιοι οι τομείς παρέμβασης

Όπως σημειώνει ο κ. Δήμος Στριγκλής, Γενικός Διευθυντής της Εnefsys Ενεργειακή Τεχνική που έχει ασχοληθεί εκτενώς με ενεργειακές παρεμβάσεις σε τουριστικά καταλύματα, «στα ξενοδοχεία, οι πιο συνηθισμένες παρεμβάσεις αφορούν την αντικατάσταση κουφωμάτων, τα συστήματα ψύξηςθέρμανσης και, φυσικά, την παραγωγή ζεστού νερού χρήσης, που αποτελεί μεγάλο ζήτημα. Σκεφτείτε ότι όταν ένα γκρουπ 100 ατόμων επιστρέφει από τη θάλασσα και κάνει ταυτόχρονα ντουζ, το ξενοδοχείο πρέπει να έχει επάρκεια ζεστού νερού», αναφέρει.
Όπως σημειώνει, οι αποσβέσεις τέτοιων επενδύσεων, ειδικά με την υποστήριξη επιδοτήσεων, μπορούν να είναι εξαιρετικά σύντομες — ακόμη και 1,5 έως 2,5 χρόνια. «Στα ξενοδοχεία που λειτουργούν τον χειμώνα, τα λειτουργικά κόστη είναι πολύ υψηλά, καθώς πολλά από αυτά χρησιμοποιούν πετρέλαιο για θέρμανση και ζεστά νερά. Σε ορισμένες περιπτώσεις, το 25%–30% των καθαρών κερδών πηγαίνει για να καλύψει το ενεργειακό κόστος», επισημαίνει.

Αναφερόμενος σε έργα που υλοποιούνται σήμερα, ο κ. Στριγκλής εξηγεί: «Για παράδειγμα, σε ένα ξενοδοχείο στο Σούνιο πραγματοποιούνται παρεμβάσεις όπως αντικατάσταση κουφωμάτων, αναβάθμιση του συστήματος παραγωγής ζεστού νερού με χρήση υγραερίου και βελτιώσεις στον φωτισμό. Με αυτές τις κινήσεις, αναμένεται εξοικονόμηση πρωτογενούς ενέργειας της τάξεως του 53%. Η επένδυση, ύψους περίπου μισού εκατομμυρίου ευρώ, έχει ποσοστό επιδότησης 50% και απόσβεση σε 2,5 έως 3 χρόνια».

Όπως σημειώνει ενεργειακός σύμβουλος με μεγάλη εμπειρία στο χώρο κατά το σχεδιασμό των παρεμβάσεων σε μία μονάδα το πρώτο που πρέπει κανείς να έχει απαντήσει είναι το πού καταναλώνεται η περισσότερη ενέργεια και πώς μπορεί να περιοριστεί. Οι πρόσφατες μελέτες σημειώνουν πως ψύξη, φωτισμός και θέρμανση απορροφούν το μεγαλύτερο μέρος της κατανάλωσης, διαμορφώνοντας το ενεργειακό αποτύπωμα κάθε μονάδας.

Οι ειδικοί τονίζουν πως η ενεργειακή αναβάθμιση με τις σωστές παρεμβάσεις μπορεί να οδηγήσει σε μείωση της κατανάλωσης ενέργειας άνω του 70% οδηγώντας σε εξοικονόμηση που μπορεί να φτάσει έως και τα 30 ευρώ/τ.μ. ετησίως. Στο πλαίσιο των σχεδιασμών της ενεργειακής εξοικονόμησης οι κύριοι τομείς παρεμβάσεων είναι οι εξής:

  • Θωράκιση του κτιρίου: Η θερμομόνωση σε τοίχους και στέγες, τα σύγχρονα κουφώματα και τα συστήματα σκίασης μειώνουν δραστικά τις απώλειες θερμότητας τον χειμώνα και τις ανάγκες ψύξης το καλοκαίρι.
  • Κλιματισμός και ψύξη: Η εγκατάσταση ψυκτικών συστημάτων απορρόφησης σε συνδυασμό με μονάδες ΑΠΕ συμβάλλει ουσιαστικά στη μείωση της κατανάλωσης, χωρίς απώλεια άνεσης για τους επισκέπτες. Παράλληλα, σημαντικό ρόλο παίζει η σωστή ρύθμιση της θερμοκρασίας, ο φυσικός νυχτερινός αερισμός και οι ανεμιστήρες μεταβλητής ταχύτητας που μειώνουν την ανάγκη για συνεχή χρήση κλιματιστικών.
  • Θέρμανση και ζεστό νερό: Η θέρμανση χώρων και η παραγωγή ζεστού νερού ευθύνονται για το 30% έως 40% της συνολικής ενεργειακής κατανάλωσης σε ξενοδοχειακές μονάδες. Η λύση, όπως εξηγούν οι μηχανικοί, δεν βρίσκεται μόνο στα νέα συστήματα, αλλά και στη σωστή συντήρηση των υπαρχόντων. Η εγκατάσταση ηλιακών θερμικών συστημάτων, η τακτική συντήρηση λεβήτων και η αυτόνομη ρύθμιση θερμοκρασίας ανά δωμάτιο είναι πρακτικές που αποδίδουν άμεσα. Παράλληλα, η μετάβαση σε συστήματα συμπαραγωγής ενέργειας και θερμότητας μπορεί να μειώσει την κατανάλωση έως και 20%.
  • Φωτισμός: Η αντικατάσταση των παλιών λαμπτήρων με LED, η χρήση αισθητήρων κίνησης και key cards στα δωμάτια, αλλά και η καλύτερη αξιοποίηση του φυσικού φωτός, μπορούν να μειώσουν την κατανάλωση ρεύματος έως και 50%. Όπως αναφέρουν τεχνικοί εγκαταστάσεων, πρόκειται για επεμβάσεις χαμηλού κόστους και άμεσης απόδοσης, που δεν επηρεάζουν καθόλου την εμπειρία του πελάτη.
  • Αξιοποίηση αυτοματισμών: Τα συστήματα διαχείρισης ενέργειας (BEMS) προσφέρουν ολοκληρωμένο έλεγχο της ενεργειακής κατανάλωσης της μονάδας σε πραγματικό χρόνο και μπορούν να μειώσουν τη συνολική κατανάλωση έως και 20%. Επιπλέον, έξυπνοι θερμοστάτες, ανιχνευτές κίνησης και αυτοματισμοί δωματίων επιτρέπουν την εξοικονόμηση ενέργειας χωρίς να περιορίζεται η άνεση του επισκέπτη — κάνοντας τη βιωσιμότητα και την εμπειρία φιλοξενίας να συνυπάρχουν αρμονικά.

Ο κίνδυνος της κλιματικής αλλαγής

Η κλιματική αλλαγή και η έντονη εξάρτηση του ελληνικού τουρισμού από τον καλοκαιρινό μαζικό κύκλο διαμορφώνουν ένα αβέβαιο οικονομικό και περιβαλλοντικό σκηνικό για τον κλάδο. Μελέτη του ΙΟΒΕ, σε συνεργασία με το Κέντρο Κλιματικής Αλλαγής και Βιωσιμότητας της Τράπεζας της Ελλάδος και την Accenture, αναδεικνύει με σαφήνεια πώς η αύξηση της θερμοκρασίας, οι μεταβολές στην ελκυστικότητα προορισμών και η υψηλή εποχικότητα μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά τα έσοδα και τη βιωσιμότητα του τουρισμού στην Ελλάδα.

Στο λεγόμενο Σενάριο Α, όπου δεν υπάρχει επέκταση της τουριστικής περιόδου, η μείωση της ελκυστικότητας κατά τους καλοκαιρινούς μήνες φτάνει τις 10 μονάδες στον δείκτη TCI. Αυτό μεταφράζεται σε 1,2 δισ. ευρώ λιγότερα έσοδα και 13,3 εκατομμύρια χαμένες διανυκτερεύσεις για την περίοδο 2021–2030. Το συνολικό πλήγμα στην ελληνική οικονομία υπολογίζεται σε 2,2 δισ. ευρώ στο ΑΕΠ, με τις θέσεις πλήρους απασχόλησης να μειώνονται κατά 38.100, εκ των οποίων οι 24.000 αφορούν άμεσα εργαζόμενους στον τουρισμό, ενώ τα φορολογικά έσοδα χάνουν 306,7 εκατ. ευρώ.

Αντίθετα, στο Σενάριο Β, η στρατηγική επέκταση της τουριστικής περιόδου αξιοποιεί τις πιο ευνοϊκές κλιματικές συνθήκες της άνοιξης και του φθινοπώρου. Η οικονομία επωφελείται με 228 εκατ. ευρώ πρόσθετο ΑΕΠ, δημιουργούνται 6.600 νέες θέσεις εργασίας και τα φορολογικά έσοδα ενισχύονται κατά 53 εκατ. ευρώ. Πέρα από τους αριθμούς, η επέκταση αυτή μειώνει την πίεση στον καλοκαιρινό τουρισμό, προωθεί πιο ισορροπημένη κατανομή επισκεπτών και περιορίζει την περιβαλλοντική επιβάρυνση των ευαίσθητων οικοσυστημάτων.
Η μελέτη υπογραμμίζει, ωστόσο, ότι ο τουρισμός ασκεί ήδη ισχυρή πίεση στο περιβάλλον. Περισσότερο από το 40% των τουριστικών καταλυμάτων βρίσκεται σε απόσταση μικρότερη των 200 μέτρων από περιοχές υψηλής περιβαλλοντικής αξίας, ενώ η Ελλάδα υποδέχεται υπερδιπλάσιο ποσοστό ξένων επισκεπτών από μακρινές περιοχές (εκτός Ευρώπης ή >2.000 χλμ.) σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ-27, αυξάνοντας τις εκπομπές από μεταφορές.

Παρά το γεγονός ότι τα κατά κεφαλήν επίπεδα εκπομπών παραμένουν συγκριτικά χαμηλά, η τάση ανησυχεί τους ειδικούς. Η μελέτη καταλήγει στην ανάγκη για τη δημιουργία ενός μηχανισμού υποχρεωτικής εκτίμησης της τουριστικής φέρουσας ικανότητας, που θα ορίζει τον μέγιστο αριθμό επισκεπτών που μπορεί να υποστηρίξει μια περιοχή χωρίς να υποβαθμίζονται τα φυσικά και κοινωνικά της όρια.