Σε νέο ιστορικό υψηλό εκτοξεύθηκαν οι περικοπές παραγωγής από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) το εννεάμηνο του 2025, αποτυπώνοντας με σαφήνεια το μέγεθος των πιέσεων που δέχεται το ηλεκτρικό σύστημα από την αδυναμία απορρόφησης της πράσινης ενέργειας. Σύμφωνα με την ανάλυση του Green Tank, που βασίστηκε στα επίσημα στοιχεία του ΑΔΜΗΕ, οι απορρίψεις ΑΠΕ ανήλθαν σε 1.786 GWh, ποσότητα σχεδόν ίση με τη λιγνιτική παραγωγή της ίδιας περιόδου (1.918 GWh) και υπερδιπλάσια σε σχέση με το 2024, όταν είχαν καταγραφεί 699 GWh.
Μόνο τον Σεπτέμβριο, οι περικοπές έφτασαν τις 169 GWh, αντιπροσωπεύοντας 6,4% της συνολικής παραγωγής από ΑΠΕ και σημειώνοντας αύξηση 49% έναντι του ίδιου μήνα πέρυσι. Ημέρα-ρεκόρ ήταν η Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου, με 33,5 GWh απορριφθείσας ενέργειας, κυρίως μεταξύ 11:00 και 14:00, όταν η ηλιακή παραγωγή κορυφώθηκε και η ζήτηση υποχώρησε. Το γεγονός ότι σχεδόν 1,8 TWh καθαρής ενέργειας χάθηκαν μέσα σε μόλις εννέα μήνες καταδεικνύει την ανάγκη για άμεσες λύσεις — τόσο τεχνικές όσο και θεσμικές — ώστε να μην ανατρέπεται το οικονομικό ισοζύγιο των παραγωγών.

Η αγορά αναμένει μέτρα από το ΥΠΕΝ. Στο επίκεντρο της συζήτησης βρίσκεται ενεργοποίηση του Μηχανισμού Αντιστάθμισης Περικοπών ΑΠΕ, ο οποίος αναμένεται να αποτελέσει το πρώτο ουσιαστικό βήμα αποκατάστασης των απωλειών που έχουν υποστεί οι παραγωγοί από το φετινό ρεκόρ περικοπών. Το μέτρο θα έρθει να καλύψει το κενό που έχει δημιουργηθεί από την άνιση κατανομή του «ψαλιδιού» στις ανανεώσιμες μονάδες και να επαναφέρει την οικονομική ισορροπία στην αγορά.
Πρόθεση του ΥΠΕΝ είναι η ρύθμιση να αποκτήσει τη μέγιστη δυνατή αναδρομικότητα, ώστε να αποζημιωθούν οι παραγωγοί για το μεγαλύτερο μέρος των φετινών απωλειών.
Οι τελικές αποφάσεις αναμένονται σύντομα και αφορούν δύο βασικές εκκρεμότητες: την οριστικοποίηση της μεθοδολογίας υπολογισμού της θεωρητικής παραγωγής κάθε έργου -βάσει της οποίας θα καθορίζονται οι αποζημιώσεις για τις υπέρμετρες περικοπές- και τη διαμόρφωση του λογαριασμού χρηματοδότησης του μηχανισμού, όπου εξετάζεται αν θα αξιοποιηθεί το σύνολο των χρεώσεων μη συμμόρφωσης ώστε να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα του σχήματος.
Η πιο σύνθετη παράμετρος του μηχανισμού αφορά τα αιολικά πάρκα, όπου η εκτίμηση της θεωρητικής παραγωγής εμφανίζει μεγαλύτερο βαθμό αβεβαιότητας σε σύγκριση με τα φωτοβολταϊκά. Η διακύμανση της αιολικής έντασης και οι συχνές αποκλίσεις από τις μέσες τιμές αναφοράς καθιστούν πιο δύσκολη την εξαγωγή ενός αντικειμενικού υπολογισμού, γεγονός που απαιτεί λεπτομερή τεχνική προσέγγιση. Την ίδια στιγμή, παραμένει ανοικτό το ζήτημα της αναδρομικής ισχύος.
Η ταχεία ενεργοποίηση του μηχανισμού θεωρείται πλέον καθοριστική, όχι μόνο για την οικονομική ανακούφιση των επενδυτών, αλλά και για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην εγχώρια αγορά ΑΠΕ, η οποία βρίσκεται μπροστά σε μια χρονιά ρεκόρ εγκαταστάσεων και ταυτόχρονα σε πρωτοφανές κύμα απωλειών παραγόμενης πράσινης ενέργειας.
Τι λέει η αγορά
Η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα ενεργειακό παράδοξο: ποτέ άλλοτε δεν παρήγαγε τόση πράσινη ενέργεια, αλλά ποτέ δεν απέρριπτε τόση. Οι περικοπές από ΑΠΕ σπάνε το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, αποκαλύπτοντας ότι το φαινόμενο δεν είναι πια συγκυριακό, αλλά βαθιά συστημικό.
Πίσω από τους αριθμούς κρύβεται μια πραγματικότητα που προβληματίζει όλο και περισσότερο την αγορά. Η χώρα χάνει πλέον σημαντικές ποσότητες καθαρής ηλεκτροπαραγωγής, καθώς η υπερσυσσώρευση έργων —ιδίως φωτοβολταϊκών— δεν συνοδεύεται από αντίστοιχη ενίσχυση των δικτύων και της αποθήκευσης. Χωρίς άμεσες επενδύσεις σε αυτές τις δύο κατευθύνσεις, η Ελλάδα κινδυνεύει να συνεχίσει να σπαταλά πράσινη ενέργεια, να αντισταθμίζει με περισσότερο φυσικό αέριο και να πληρώνει ακριβότερα για ένα ενεργειακό μείγμα που τελικά υπονομεύει τους ίδιους τους στόχους της απανθρακοποίησης.
Πρόσφατα από το βήμα του Renewable & Storage Forum ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος του ΑΔΜΗΕ, Μάνος Μανουσάκης, σημείωσε ότι «σήμερα το σύστημα διαθέτει 16 GW ΑΠΕ σε λειτουργία και ακόμη 16 GW έργων με όρους σύνδεσης». Ξεκαθάρισε ωστόσο πως οι περικοπές δεν οφείλονται σε ανεπάρκεια δικτύων, αλλά στην ταυτόχρονη παραγωγή και χαμηλή κατανάλωση. «Πρέπει να παύσει να αναπαράγεται η λανθασμένη αντίληψη πως περικόπτουμε τις ΑΠΕ και πετάμε παραγόμενη ενέργεια λόγω των δικτύων. Οι περικοπές που γίνονται μέχρι τώρα, οφείλονται στην έλλειψη κατανάλωσης τις ώρες που ταυτοχρονίζεται η παραγωγή από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας», υπογράμμισε.
Αναφερόμενος στο ενεργειακό μείγμα, επισήμανε πως απαιτείται εξορθολογισμός και νέος προσανατολισμός στις τεχνολογίες, προτείνοντας την προτεραιοποίηση αιολικών έργων έναντι νέων φωτοβολταϊκών, ώστε να υπάρξει καλύτερη ισορροπία στην ημερήσια καμπύλη παραγωγής.
Από την πλευρά του, ο Αντιπρόεδρος του ΑΔΜΗΕ, Ιωάννης Μάργαρης, στάθηκε στην ανάγκη επιτάχυνσης των έργων αποθήκευσης και στην υιοθέτηση ενός ξεκάθαρου πλαισίου για την προτεραιότητα έκδοσης όρων σύνδεσης. «Έχει καθυστερήσει η ενσωμάτωση μπαταριών συγκριτικά με τις ΑΠΕ και πρέπει να τρέξει η διαδικασία για να μπορεί να συνεχιστεί και η περαιτέρω διείσδυση νέων έργων», δήλωσε, προσθέτοντας πως η ξεκάθαρη πολιτική καθοδήγηση «είναι απαραίτητη και για την κατανόηση εκ μέρους της κοινωνίας του οικονομικού οφέλους που προκύπτει από τις επενδύσεις σε έργα ηλεκτρικών υποδομών».
Ο ίδιος αποκάλυψε ότι τα έργα με όρους σύνδεσης ανέρχονται ήδη στα 33 GW, ενώ οι συνολικές αιτήσεις αγγίζουν τα 50 GW, τονίζοντας ότι απαιτείται «ρεαλιστική προσέγγιση» για τα επόμενα βήματα διείσδυσης, ώστε να αποφευχθεί υπερφόρτωση του συστήματος και νέες περικοπές. Το ζητούμενο για τον Δημήτρη Φούρλαρη, Αντιπρόεδρο του Κλάδου Ενέργειας της ΡΑΑΕΥ, είναι ξεκάθαρο: να περάσουμε από μια αγορά που καθοδηγείται από τη μεταβλητότητα των τιμών σε μια αγορά που καθοδηγείται από την αξία της παραγωγής — σταθερή, προβλέψιμη και ανταγωνιστική.
Όπως εξήγησε, όσο αυξάνεται η αποθήκευση τόσο μειώνεται η μεταβλητότητα των τιμών, ενώ η «έξυπνη» διαχείριση της ζήτησης μέσω δυναμικών τιμολογίων και ευφυών μετρητών μπορεί να περιορίσει τις ακραίες διακυμάνσεις. Παράλληλα, υπογράμμισε τη σημασία της ενίσχυσης των διασυνδέσεων και των υποδομών μεταφοράς, καθώς και της σταδιακής προσαρμογής του ευρωπαϊκού μοντέλου αγοράς, ώστε οι ΑΠΕ και η αποθήκευση να συμμετέχουν ενεργά στις αγορές εξισορρόπησης.
«Οι σημερινές τιμές της χονδρικής δεν είναι παραμόρφωση, αλλά το τίμημα μιας μετάβασης όπου το ενεργειακό σύστημα αναδομείται θεσμικά, τεχνολογικά και κεφαλαιακά», σημείωσε. Παρά τις πιέσεις που προκαλούν οι περικοπές, αρκετοί εκπρόσωποι της αγοράς βλέπουν στη νέα αυτή πραγματικότητα μια ευκαιρία επανεκκίνησης. Η ελληνική αγορά ηλεκτρισμού βρίσκεται σε κομβική καμπή, καθώς η διείσδυση των ΑΠΕ έχει φτάσει σε επίπεδα «παντοδυναμίας» στο ενεργειακό μείγμα — όμως το σύστημα καλείται τώρα να κάνει το επόμενο βήμα: να αξιοποιεί στο έπακρο την πράσινη ενέργεια που παράγει.
Οι περικοπές λειτουργούν ως υπενθύμιση ότι η ενεργειακή μετάβαση δεν είναι μόνο ζήτημα εγκατεστημένης ισχύος, αλλά και διαχείρισης, ευελιξίας και καινοτομίας. Για πολλούς, το πρόβλημα των απορρίψεων μπορεί να εξελιχθεί σε καταλύτη αλλαγής: να επιταχύνει τα έργα αποθήκευσης, να ωριμάσει τις αγορές εξισορρόπησης και να ανοίξει τον δρόμο για προηγμένα μοντέλα βελτιστοποίησης, που θα επιτρέψουν στην καθαρή ενέργεια να απορροφάται και να αποδίδει στο μέγιστο.
Πάντως σύμφωνα με τα στοιχεία του Green Tank, οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας κατέγραψαν εντυπωσιακή πορεία το 2025, σημειώνοντας υψηλό δεκαετίας. Μόνο τον Σεπτέμβριο, η παραγωγή από ΑΠΕ -κυρίως αιολικά και φωτοβολταϊκά- έφτασε τις 2,464 GWh, τη μεγαλύτερη για τον συγκεκριμένο μήνα την τελευταία δεκαετία, τοποθετώντας τες στην πρώτη θέση της ηλεκτροπαραγωγής. Στο σύνολο του εννεαμήνου, οι ΑΠΕ παρήγαγαν 20,709 GWh, αυξημένες κατά 8,5% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2024, και παρέμειναν η κορυφαία πηγή ενέργειας της χώρας, μπροστά από το φυσικό αέριο. Οι καθαρές μορφές ενέργειας (αιολικά, φωτοβολταϊκά, υδροηλεκτρικά, βιομάζα και αυτοπαραγωγή) κάλυψαν το 53,2% της συνολικής εγχώριας ζήτησης, επιβεβαιώνοντας ότι η ενεργειακή μετάβαση βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη — ακόμη κι αν συνοδεύεται από προκλήσεις που απαιτούν ώριμες αποφάσεις για δίκτυα, αποθήκευση και ευελιξία.
Διαβάστε ακόμη
