Ο ιταλικός ενεργειακός όμιλος Eni ολοκλήρωσε την πώληση του 30% των μετοχών του υπεράκτιου έργου Baleine στην Ακτή Ελεφαντοστού στην παγκόσμια εταιρεία εμπορίας εμπορευμάτων Vitol, όπως ανακοίνωσε σε δήλωση την Πέμπτη.

Το έργο Baleine ανήκει πλέον στην Eni με ποσοστό 47,25%, στη Vitol με 30% και στην Petroci με 22,75% και αποτελεί το κύριο υπεράκτιο έργο ανάπτυξης της χώρας, γράφει το Reuters.

Το κοίτασμα της Ακτής του Ελεφαντοστού ανακαλύφθηκε το 2021 και σήμερα παράγει πάνω από 62.000 βαρέλια πετρελαίου και περισσότερα από 75 εκατομμύρια κυβικά πόδια φυσικού αερίου την ημέρα από τις Φάσεις 1 και 2. Με την έναρξη της Φάσης 3, η παραγωγή αναμένεται να αυξηθεί σε 150.000 βαρέλια πετρελαίου και 200 εκατομμύρια κυβικά πόδια φυσικού αερίου την ημέρα.

Σύμφωνα με την Eni, η κίνηση αυτή εντάσσεται σε μια στρατηγική βελτιστοποίησης του χαρτοφυλακίου της στον τομέα της εξόρυξης, επιταχύνοντας τη μονοετίμηση των ανακαλύψεων μέσω της πώλησης μετοχών, το λεγόμενο «διπλό μοντέλο εξερεύνησης».

Συμφωνία για είσοδο της BlackRock στο μετοχικό κεφάλαιο της Eni CCUS Holding

Υπενθυμίζεται ότι πριν περίπου ένα μήνα, με μια κίνηση – σταθμό για την ευρωπαϊκή αγορά δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα (CCUS), η Eni υπέγραψε συμφωνία με την Global Infrastructure Partners (GIP), κορυφαίο διεθνή επενδυτή υποδομών που ανήκει στην BlackRock, για την πώληση ποσοστού 49,99% στην Eni CCUS Holding. Η νέα εταιρεία αποτελεί τον εξειδικευμένο βραχίονα της ιταλικής πολυεθνικής για έργα CCUS, με στόχο τη μέγιστη αξιοποίηση του βιομηχανικού δυναμικού και την ενίσχυση της αξίας του χαρτοφυλακίου της.

Η Eni CCUS Holding έχει ήδη υπό τον έλεγχό της σημαντικά έργα στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ολλανδία. Στο Liverpool Bay, όπου βρίσκεται σε εξέλιξη η κατασκευή της υποδομής που θα αποτελέσει τη «ραχοκοκαλιά» του βιομηχανικού cluster HyNet, υπάρχει ήδη καθορισμένο ρυθμιστικό και εμπορικό πλαίσιο καθώς και σχέδιο χρηματοδότησης. Παράλληλα, το χαρτοφυλάκιο περιλαμβάνει το έργο Bacton στη Βρετανία και το L10-CCS στην Ολλανδία, ενώ η εταιρεία διατηρεί το δικαίωμα να αποκτήσει και το 50% που κατέχει η Eni στο Ravenna CCS στην Ιταλία.

Στη μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη προοπτική, θα μπορεί να ενσωματώσει επιπλέον έργα CCUS, ενισχύοντας τον ρόλο της ως διεθνούς πλατφόρμας. «Η απόφαση να συγκεντρώσουμε το παγκόσμιο χαρτοφυλάκιο CCUS σε μία ειδική οντότητα, με την είσοδο της GIP ως στρατηγικού εταίρου, ενισχύει την ικανότητά μας να παραδίδουμε μεγάλες, τεχνικά προηγμένες λύσεις απανθρακοποίησης», τόνισε ο Διευθύνων Σύμβουλος της Eni, Claudio Descalzi. Υπογράμμισε επίσης ότι το «δορυφορικό» μοντέλο ανάπτυξης που εφαρμόζει η εταιρεία στις δραστηριότητες της ενεργειακής μετάβασης αποδεικνύει την ελκυστικότητά τους, προσελκύοντας ευθυγραμμισμένο κεφάλαιο και δημιουργώντας αξία, με ταυτόχρονη μείωση εκπομπών. Από την πλευρά του, ο πρόεδρος και CEO της GIP, Bayo Ogunlesi, χαρακτήρισε τη συνεργασία με την Eni «μια ευκαιρία να επιταχύνουμε την ανάπτυξη λύσεων CCUS σε μεγάλη κλίμακα». Όπως είπε, «η εμπειρία της GIP σε υποδομές midstream, σε συνδυασμό με τις τεχνικές και βιομηχανικές δυνατότητες της Eni, θα μας επιτρέψουν να ανταποκριθούμε στις αυξανόμενες ανάγκες της αγοράς για προσιτή, απανθρακοποιημένη ενέργεια και προϊόντα».

Διαβάστε ακόμη