Ο Ντόναλντ Τραμπ κλιμακώνει τις επιθέσεις του κατά της αιολικής και ηλιακής ενέργειας, περνώντας πλέον από τα λόγια στις πράξεις με μια σειρά πρωτοβουλιών που ξεπερνούν τις χειρότερες προσδοκίες του κλάδου των ανανεώσιμων πηγών. Όπως μεταδίδει το Bloomberg, μέσα σε λίγες εβδομάδες η κυβέρνησή του επέβαλε νέους περιορισμούς στις άδειες έργων, απέσυρε εγκρίσεις για μεγάλα αιολικά πάρκα και ακύρωσε αποφάσεις της εποχής Μπάιντεν που ευνοούσαν την ανάπτυξη των ΑΠΕ.
Αυτές οι ενέργειες έχουν ήδη οδηγήσει σε ακύρωση ή καθυστέρηση έργων αξίας άνω των 22 δισεκατομμυρίων δολαρίων και απώλεια δεκάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας – οι περισσότερες σε πολιτείες που ελέγχονται από Ρεπουμπλικανούς, σύμφωνα με την ομάδα E2. Παράλληλα, ενισχύεται η στήριξη σε ορυκτά καύσιμα και πυρηνική ενέργεια, σε μια προσπάθεια να επιτευχθεί η πολυδιαφημιζόμενη «ενεργειακή κυριαρχία» των ΗΠΑ.
Η κυβέρνηση Τραμπ προχώρησε ακόμη και στην απόσυρση της έγκρισης για το γιγαντιαίο αιολικό πάρκο Lava Ridge στο Άινταχο, ενώ προτείνει νέα όρια για την εγκατάσταση ανεμογεννητριών κοντά σε εθνικούς δρόμους και σιδηροδρομικές γραμμές. Παράλληλα, η Υπηρεσία Περιβαλλοντικής Προστασίας προωθεί την ακύρωση της αναγνώρισης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου ως απειλή για τη δημόσια υγεία – ένα βήμα που θα αποδυναμώσει τις ρυθμίσεις υπέρ της καθαρής ενέργειας.
Οι μεγάλες εταιρείες του χώρου, όπως η NextEra και η AES, προσπαθούν να καθησυχάσουν τους επενδυτές ότι έχουν διασφαλίσει φορολογικά κίνητρα και θα αντέξουν τις πολιτικές αναταράξεις. Όμως μικρότεροι παίκτες, με λιγότερα κεφάλαια, είναι πιο ευάλωτοι.
Η επίθεση της κυβέρνησης επικεντρώνεται κυρίως στη Γραμματεία Εσωτερικών, η οποία ελέγχει εκατοντάδες εκατομμύρια στρέμματα ομοσπονδιακής γης. Ένα νέο διάταγμα απαιτεί προσωπική έγκριση του υπουργού για 69 είδη αδειών έργων ΑΠΕ, δημιουργώντας τεράστια γραφειοκρατικά εμπόδια. Επιπλέον, οι νέοι κανόνες αξιολόγησης περιλαμβάνουν την «ενεργειακή πυκνότητα» και την αποδοτικότητα χρήσης γης, κάτι που ενδέχεται να πλήξει και έργα σε ιδιωτική γη, ειδικά στη Δύση όπου το κράτος κατέχει σχεδόν τη μισή έκταση.
Παρά τις αντιδράσεις, η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι οι αλλαγές είναι αναγκαίες για τη διασφάλιση αξιόπιστων και οικονομικών ενεργειακών πόρων. Το επιχείρημα είναι ότι προηγούμενες κυβερνήσεις προέβησαν σε υπερβολικά ευνοϊκές ρυθμίσεις για τις ΑΠΕ εις βάρος άλλων μορφών ενέργειας. Ωστόσο, αναλυτές προειδοποιούν ότι οι επιθέσεις κατά των ανανεώσιμων πηγών ενδέχεται να μειώσουν τη μελλοντική παραγωγή ενέργειας και να οδηγήσουν σε αύξηση του κόστους, την ώρα που η ζήτηση εκτοξεύεται λόγω της τεχνητής νοημοσύνης και των data centers.
Το γενικότερο μήνυμα είναι σαφές: Η κυβέρνηση Τραμπ επανακαθορίζει ριζικά την ενεργειακή πολιτική των ΗΠΑ, με σημαντικές συνέπειες για το μέλλον της καθαρής ενέργειας τόσο στην εσωτερική αγορά όσο και παγκοσμίως.
Διαβάστε ακόμη