Σύμφωνα με την έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (IRENA), η οποία εκπονήθηκε σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ΕΕ πρέπει να επενδύσει 1 τρισεκατομμύριο ευρώ ετησίως έως το 2050 – που αντιστοιχεί στο 6% του ΑΕΠ της το 2024 – για να ολοκληρώσει την ενεργειακή μετάβαση. Από αυτά, 220 δισ. ευρώ ετησίως θα απαιτηθούν αποκλειστικά για την επέκταση και τον εκσυγχρονισμό των υποδομών ενέργειας. Συνολικά, πρέπει να διατεθούν 5,6 τρισεκατομμύρια ευρώ για την αναβάθμιση του τομέα της ενέργειας μέχρι τα μέσα του αιώνα, ποσό που προσεγγίζει το 80% του σημερινού ΑΕΠ της Γερμανίας, γράφει το Solar Quarter.

Το δυναμικό ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ από ανανεώσιμες πηγές πρέπει να αυξηθεί δραματικά, με τις ετήσιες προσθήκες να διπλασιάζονται στα 122 GW μέχρι το 2050. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας προβλέπεται να παρέχουν το 70% της ηλεκτρικής ενέργειας έως το 2030 και το 90% έως το 2050.

Παρά την πρόοδο, τα σημερινά ποσοστά ανάπτυξης υστερούν σε σχέση με τους κλιματικούς στόχους της ΕΕ. Ο IRENA επισημαίνει επείγοντες στόχους για το 2030, μεταξύ των οποίων:

  • Αύξηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο 42,5% της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας.
  • Επέκταση της συνολικής αιολικής και ηλιακής ισχύος σε τουλάχιστον 1.100 GW (με το σύνολο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας να φτάνει τα 1.247 GW).
  • Αύξηση της αποθήκευσης μπαταριών από 6 GW το 2023 σε 46 GW.
  • Ηλεκτροδότηση του 33% της τελικής κατανάλωσης ενέργειας, από 21% το 2023.
  • Εγκατάσταση 51 εκατομμυρίων αντλιών θερμότητας σε κτίρια, υπερδιπλασιάζοντας τα 21,5 εκατομμύρια που θα εγκατασταθούν το 2023.
  • Επίτευξη κυκλοφορίας 100 εκατομμυρίων ηλεκτρικών οχημάτων στους δρόμους.
  • Ανάπτυξη περιφερειακών κόμβων υδρογόνου και εγκαταστάσεων ηλεκτρόλυσης μεγάλης κλίμακας.

Ο γενικός διευθυντής του IRENA Francesco La Camera τόνισε ότι η άμεση δράση είναι οικονομικά αποδοτική, προειδοποιώντας ότι η καθυστέρηση θα αυξήσει το οικονομικό βάρος. Χαρακτήρισε τη μετάβαση ως «επένδυση χωρίς τύψεις», προβλέποντας έως και 8 εκατομμύρια θέσεις εργασίας στον ενεργειακό τομέα και ετήσιο ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης 2% έως το 2050.

Διαβάστε ακόμη