Βρισκόμαστε στην αρχή μιας από τις μεγαλύτερες βιομηχανικές επαναστάσεις στην ιστορία της ανθρωπότητας, η οποία καθοδηγείται από την τεχνητή νοημοσύνη (AI) και αναμένεται να επηρεάσει βαθιά τις οικονομίες, την εργασία και την καθημερινή ζωή μας. Ωστόσο, υπάρχει ένας κρίσιμος παράγοντας χωρίς τον οποίο αυτή η επανάσταση δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί: η ενέργεια. Κάθε ψηφιακή συσκευή, και φυσικά η AI, απαιτεί ηλεκτρική ενέργεια για να λειτουργήσει. Τρισεκατομμύρια δολάρια πρόκειται να επενδυθούν τα επόμενα χρόνια στις υποδομές AI, από τα data centers και τα αυτόνομα οχήματα, μέχρι τη ρομποτική και την παραγωγή ενέργειας που τα τροφοδοτεί.

Η McKinsey προβλέπει ότι έως το 2030 οι επενδύσεις σε κέντρα δεδομένων θα φτάσουν τα 6,7 τρισ. δολάρια, εκ των οποίων 5,2 τρισ. θα αφορούν ειδικές εγκαταστάσεις για AI. Στην ίδια κατηγορία προστίθενται περίπου 300 δισ. δολάρια για τα συστήματα ηλεκτροδότησης, ενώ η αγορά ρομποτικής αναμένεται να τετραπλασιαστεί μέσα στην επόμενη δεκαετία. Όσο για την αυτόνομη κινητικότητα, οι εκτιμήσεις κυμαίνονται από 200 δισ. έως 13 τρισ. δολάρια, ανάλογα με την υιοθέτηση και την ανάπτυξη του οικοσυστήματος υπηρεσιών, όπως σημειώνει ο ενεργειακός σύμβουλος Gerard Reid στο Substack του.

Η ταχύτατη ανάπτυξη αυτών των τεχνολογιών έχει ως άμεση συνέπεια την αυξανόμενη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας. Τα data centers σήμερα καταναλώνουν περίπου το 3% της παγκόσμιας ηλεκτρικής ενέργειας, ποσοστό που αναμένεται να διπλασιαστεί μέσα σε πέντε χρόνια. Στην Ιρλανδία, για παράδειγμα, όπου συγκεντρώνονται πολλά κέντρα δεδομένων, η κατανάλωση ξεπερνά ήδη το 20% της εθνικής ηλεκτρικής ενέργειας και ενδέχεται να φτάσει το 30%. Στις ΗΠΑ, οι ειδικοί προειδοποιούν ότι η AI θα είναι ο βασικός παράγοντας αύξησης της ζήτησης ενέργειας.

Η κάλυψη αυτής της ζήτησης με παραδοσιακές πηγές ενέργειας είναι περιορισμένη, καθώς η ετήσια αύξηση της παραγωγικής δυναμικότητας φυσικού αερίου φτάνει μόλις τα 10 GW, ενώ οι νέες πυρηνικές μονάδες παρέχουν περιορισμένες προσθήκες και απαιτούν δεκαετίες για ολοκλήρωση. Αντιθέτως, οι ανανεώσιμες πηγές προσφέρουν γρηγορότερη και πιο ευέλικτη λύση: φέτος εγκαθίστανται παγκοσμίως 700 GW, αρκετά για να υπερκαλύψουν την ετήσια κατανάλωση της Ιαπωνίας. Όσον αφορά τα ζητήματα διαλείπουσας παραγωγής αυτά μπορούν να αντιμετωπιστούν με συνδυασμό αποθήκευσης ενέργειας, ευέλικτων κέντρων δεδομένων, τροφοδοσίας από το δίκτυο και υποστήριξης από μονάδες φυσικού αερίου ή ντίζελ.

Ωστόσο, η πραγματική πρόκληση παραμένει η μεταφορά της ενέργειας εκεί που χρειάζεται. Στις ΗΠΑ, η χρόνια υποεπένδυση στο δίκτυο προκαλεί στενώσεις, τόσο στον σχεδιασμό γραμμών υψηλής τάσης όσο και στην παραγωγή μετασχηματιστών. Παρόμοια προβλήματα εμφανίζονται και στην Ιρλανδία, όπου η δημιουργία νέων data centers και οι συνδέσεις στο δίκτυο είναι ιδιαίτερα δύσκολες. Επιπλέον, η κατανάλωση νερού για την ψύξη των κέντρων δεδομένων αποτελεί σοβαρό περιορισμό: η έρευνα δείχνει ότι η AI μπορεί να απαιτεί 4,2–6,6 δισ. κυβικά μέτρα νερού ετησίως έως το 2027, πάνω από το ήμισυ της συνολικής χρήσης νερού στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Η ίδια η τεχνολογία μπορεί σύντομα να κάνει τις σημερινές υποδομές παρωχημένες. Νέες εξελίξεις, όπως πιο αποδοτικά μοντέλα AI, η κβαντική υπολογιστική ή η χρήση AI απευθείας στις συσκευές, μπορεί να μειώσουν σημαντικά την ανάγκη για μεγάλα data centers. Έτσι, οι επενδύσεις σε υποδομές AI έχουν χαρακτηριστικά «φούσκας»: υπάρχει άφθονο κεφάλαιο, η πολιτική τις στηρίζει και οι συμφωνίες πολλαπλασιάζονται, αλλά οι κίνδυνοι παραμένουν. Νικητές θα είναι όσοι κινηθούν γρήγορα, συνδυάζοντας ανάπτυξη AI με ανανεώσιμη ενέργεια, σχεδιάζοντας ευέλικτα συστήματα και επιλέγοντας περιοχές με άφθονο νερό και ηλεκτρισμό. Όσοι όμως παρασυρθούν μόνο από τον ενθουσιασμό, θα βρεθούν να επωμίζονται ενεργοβόρες υποδομές που δεν θα τους χρησιμεύσουν – μια υπενθύμιση ότι η τεχνολογική φούσκα μπορεί να μετατραπεί εύκολα σε βάρος, αν δεν συνδυαστεί η στρατηγική με την ταχύτητα.

Διαβάστε ακόμη