Με ανοιχτά χαρτιά και με στόχο να τεθούν επί τάπητος όλα τα κρίσιμα ζητήματα που απασχολούν τον κλάδο της μαρμαροβιομηχανίας πραγματοποιήθηκε σήμερα η συνάντηση του Πανελληνίου Συνδέσμου Μαρμάρων με τη Γενική Γραμματέα Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών, Δέσποινα Παληαρούτα, και τα στελέχη της Γενικής Διεύθυνσης Ορυκτών Πρώτων Υλών του ΥΠΕΝ. Η συζήτηση εξελίχθηκε σε ένα πυκνό και ουσιαστικό τετ-α-τετ, όπου οι επιχειρήσεις του κλάδου παρέθεσαν τα μεγάλα «αγκάθια» της καθημερινής λειτουργίας τους, ενώ η ηγεσία του Υπουργείου κατέγραψε αναλυτικά τις προτεραιότητες που μπορούν να προωθηθούν άμεσα.
Στο πλευρό της Γενικής Γραμματέως βρέθηκαν ο διευθυντής του ιδιαίτερου γραφείου της, Αγγελής Πανόπουλος, ο σύμβουλος Ε. Βασιλειάδης, ο Γενικός Διευθυντής Ορυκτών Πρώτων Υλών Πέτρος Τζεφέρης και στελέχη των δύο αρμόδιων διευθύνσεων, Λατομείων Μαρμάρων και Αδρανών Υλικών αλλά και Ανάπτυξης και Πολιτικής. Από τον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Μαρμάρων συμμετείχαν η Γενική Διευθύντρια Κατερίνα Λαζή, η Ιουλία Χαϊδά (Ικτίνος), ο Hennes Alt (Nordia) και ο Παναγιώτης Ηλιόπουλος (Marmyk ΑΕ), διαμορφώνοντας μια αντιπροσωπεία που κατέθεσε πλήρη εικόνα για τις ανάγκες ενός κλάδου με υψηλή εξωστρέφεια και ισχυρό επενδυτικό αποτύπωμα.
Η συζήτηση ξεκίνησε με το διαχρονικό ζήτημα της ενιαίας μίσθωσης όμορων λατομικών εκτάσεων, ένα θέμα που –όπως τονίστηκε– έχει κοστίσει σε χρόνο και πόρους τόσο στις επιχειρήσεις όσο και στη διοίκηση. Η υφιστάμενη πολυπλοκότητα δημιουργεί επιβαρύνσεις και δυσλειτουργίες που, σύμφωνα με τον Σύνδεσμο, επιβραδύνουν την ομαλή εκμετάλλευση των κοιτασμάτων. Η θέσπιση ενός ομογενοποιημένου πλαισίου μίσθωσης θεωρείται από τον κλάδο καθοριστική μεταρρύθμιση για την εξάλειψη γραφειοκρατικών «αδιεξόδων» και την επιτάχυνση των διαδικασιών.
Ακολούθως τέθηκε το ζήτημα της υπόγειας εκμετάλλευσης μαρμάρου σε εκτάσεις που σήμερα βρίσκονται εκτός επιτρεπτικού πλαισίου, όπως δασικές, αναδασωτέες ή Natura. Οι εκπρόσωποι του ΠΣΜ υπογράμμισαν ότι οι τεχνικές υπόγειας εξόρυξης έχουν εξελιχθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε να διασφαλίζεται υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος, επιτρέποντας παράλληλα την αξιοποίηση σημαντικών κοιτασμάτων που παραμένουν ανενεργά. Στάθηκαν ιδιαίτερα στη δυνατότητα διαμόρφωσης ειδικών ρυθμίσεων, που θα επιτρέπουν την ανάπτυξη έργων χαμηλής όχλησης υπό αυστηρούς περιβαλλοντικούς όρους.
Ένα από τα μεγαλύτερα «καμπανάκια» που χτύπησαν οι εκπρόσωποι του κλάδου αφορά την έλλειψη διαθέσιμων χώρων για την απόθεση στείρων υλικών. Το πρόβλημα χαρακτηρίζεται πλέον πιεστικό και σε ορισμένες περιοχές έχει φτάσει σε οριακό σημείο, απειλώντας την ίδια τη συνέχιση της δραστηριότητας. Η ανάγκη για θεσμική λύση που θα εξασφαλίζει συγκεκριμένες, εγκεκριμένες θέσεις απόθεσης αποτελεί –όπως τονίστηκε– προϋπόθεση για τη βιώσιμη λειτουργία των λατομείων.
Ιδιαίτερη βαρύτητα δόθηκε και στην ανάγκη απλοποίησης της περιβαλλοντικής αδειοδότησης των ερευνητικών δραστηριοτήτων και των συνοδών έργων. Οι επιχειρήσεις αναφέρουν ότι η διαδικασία παραμένει δυσκίνητη και συχνά δυσανάλογη σε σχέση με το μέγεθος και τη φύση των παρεμβάσεων. Στόχος, σύμφωνα με τον Σύνδεσμο, είναι ένα λειτουργικό και ορθολογικό πλαίσιο που θα επιτρέπει την ταχύτερη αξιολόγηση και έγκριση των έργων, χωρίς εκπτώσεις στην περιβαλλοντική προστασία.
Τα πολεοδομικά και χωροταξικά ζητήματα βρέθηκαν επίσης στο επίκεντρο. Σε αρκετές περιοχές με έντονη λατομική δραστηριότητα παραμένουν σε εκκρεμότητα χωροταξικά σχέδια, δημιουργώντας αβεβαιότητα ως προς τις δυνατότητες επέκτασης ή συνέχισης λειτουργίας υφιστάμενων εκμεταλλεύσεων. Ο κλάδος ζήτησε την επιτάχυνση της ολοκλήρωσης των σχεδίων, υπογραμμίζοντας ότι η σαφής χωροθέτηση αποτελεί βασική προϋπόθεση για επενδύσεις και μακροπρόθεσμο σχεδιασμό.
Ένα θέμα με ιδιαίτερη κοινωνική και εκπαιδευτική διάσταση ήταν η διαμόρφωση ενός πλαισίου ασφαλούς, ελεγχόμενης πρόσβασης σε ενεργούς λατομικούς χώρους για εκπαιδευτικούς, πολιτιστικούς και παραγωγικούς σκοπούς. Ο Σύνδεσμος έχει ήδη αποστείλει ειδικότερο αίτημα με πρόταση ρυθμιστικής διάταξης, επισημαίνοντας ότι η οργανωμένη πρόσβαση μπορεί να αναδείξει την πολιτιστική και τεχνική κληρονομιά του κλάδου, αλλά και να ενισχύσει τη σύνδεσή του με την τοπική κοινωνία.
Τέλος, οι εκπρόσωποι της αγοράς έθεσαν την ανάγκη αναθεώρησης του Κ.Μ.Λ.Ε., με στόχο την επικαιροποίησή του βάσει των νέων τεχνολογικών εξελίξεων και την απλοποίηση των διαδικασιών που σήμερα παραμένουν περίπλοκες και χρονοβόρες. Η προσαρμογή του κανονιστικού πλαισίου στα σύγχρονα δεδομένα θεωρείται από τον ΠΣΜ αναγκαίο βήμα για τη βελτίωση της ασφάλειας, της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας του κλάδου.
Η Γενική Γραμματέας και τα στελέχη του ΥΠΕΝ κατέγραψαν αναλυτικά τα αιτήματα και τις προτεραιότητες που ανέδειξαν οι επιχειρήσεις, σημειώνοντας ότι αρκετά από τα ζητήματα θα ενταχθούν στις επόμενες φάσεις επεξεργασίας των πολιτικών για τις ορυκτές πρώτες ύλες. Η συνάντηση ολοκληρώθηκε σε κλίμα σύγκλισης, με κοινή παραδοχή ότι η βιώσιμη ανάπτυξη του κλάδου του μαρμάρου απαιτεί ένα σύγχρονο, λειτουργικό και ξεκάθαρο θεσμικό πλαίσιο που θα επιτρέπει στις εταιρείες να επενδύουν, να καινοτομούν και να διατηρούν την ισχυρή διεθνή παρουσία τους.
Διαβάστε ακόμη
