Οι Κινέζοι και Αμερικανοί διαπραγματευτές εμπορίου έχουν ετοιμάσει μια σειρά διπλωματικών επιτυχιών που αναμένεται να παρουσιάσουν ο Ντόναλντ Τραμπ και ο Σι Τζινπίνγκ στη σύνοδο κορυφής αυτής της εβδομάδας. Όπως γράφει το Bloomberg, οι συμφωνίες αυτές ικανοποιούν τις αγορές και τους επενδυτές, ωστόσο αφήνουν άλυτες τις βαθύτερες διαφορές που χωρίζουν τις δύο υπερδυνάμεις. Ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε τη Δευτέρα ότι «αισθάνεται πολύ θετικά» για μια συμφωνία με την Κίνα, μετά τις ανακοινώσεις του Σαββατοκύριακου στη Μαλαισία, όπου παρουσιάστηκε ένα πακέτο συμφωνιών που αποσκοπεί στη μείωση των εμπορικών εντάσεων. Στο πλαίσιο αυτής της συμφωνίας, η Κίνα αναμένεται να ξαναρχίσει τις εισαγωγές σόγιας από αμερικανικές πολιτείες-προπύργια των Ρεπουμπλικανών, ενώ οι ΗΠΑ πιθανότατα θα αποσύρουν την απειλή για επιβολή δασμών 100% σε κινεζικά προϊόντα, με αντάλλαγμα την πρόσβαση στους κινεζικούς μαγνήτες σπανίων γαιών.
Θετική αντίδραση από τις αγορές
Οι αγορές αντέδρασαν θετικά, με τον παγκόσμιο δείκτη MSCI να φτάνει σε ιστορικά υψηλά επίπεδα. Παρά ταύτα, αναλυτές προειδοποίησαν ότι η συμφωνία που προετοιμάζεται για υπογραφή στη Νότια Κορέα από Τραμπ και Σι αγνοεί τα πιο δύσκολα ζητήματα, όπως οι διαφορές σε θέματα εθνικής ασφάλειας και η προσπάθεια του Τραμπ να «εξισορροπήσει» το εμπορικό ισοζύγιο. Παράλληλα, οι κινεζικές επενδύσεις στις ΗΠΑ παραμένουν αυστηρά περιορισμένες.
Όπως σημείωσε ο Σουν Τσενγκχάο, ερευνητής του Πανεπιστημίου Τσινγκχούα, «το ότι επιλέγουν τα εύκολα θέματα αφήνει τα δύσκολα για το τέλος». Η «μεγάλη συμφωνία» — είπε — απαιτεί αντιμετώπιση βαθιών διαφορών που σχετίζονται με τις κρατικές επιδοτήσεις, τον τεχνολογικό ανταγωνισμό και την εθνική ασφάλεια· τομείς όπου τα δύο συστήματα συγκρούονται θεμελιωδώς.
Ο ίδιος εκτίμησε ότι τα επόμενα χρόνια είναι πιο πιθανό να δούμε μια σειρά μικρότερων, τομεακών συμφωνιών, παρά μια συνολική επίλυση.
Ο Υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ, προσπαθεί να πιέσει το Πεκίνο να ενισχύσει την εγχώρια κατανάλωση και να μειώσει την εξάρτηση από τις εξαγωγές. Ωστόσο, το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα αγνόησε αυτές τις εκκλήσεις, δημοσιεύοντας πρόσφατα ένα σχέδιο πολιτικής που δίνει προτεραιότητα στην τεχνολογική αυτάρκεια και την ενίσχυση της βιομηχανικής παραγωγής έως το 2030.
Οι «κινήσεις» του Τραμπ στην Ασία
Η συμφωνία ΗΠΑ–Κίνας έρχεται μετά από σειρά κινήσεων του Τραμπ στην Ασία, όπου υπέγραψε εμπορικά σύμφωνα με την Ταϊλάνδη και τη Μαλαισία για τις σπάνιες γαίες και κατέληξε σε δεσμεύσεις με την Καμπότζη για την καταπολέμηση του «ντάμπινγκ». Οι κινήσεις αυτές, στην «πίσω αυλή» του Πεκίνου, φαίνεται να είχαν στόχο να αυξήσουν τη διαπραγματευτική ισχύ του Τραμπ ενόψει της συνάντησής του με τον Σι.
Ο Αμερικανός πρόεδρος επανέλαβε επίσης την πρόθεσή του να επισκεφθεί την Κίνα και άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο ο Σι να ταξιδέψει στην Ουάσιγκτον ή στο Μαρ-α-Λάγκο, το ιδιωτικό του θέρετρο στη Φλόριντα. Το Πεκίνο θα φιλοξενήσει το 2026 το φόρουμ APEC, ενώ οι ΗΠΑ θα διοργανώσουν τη σύνοδο κορυφής της G20, προσφέροντας έτσι ευκαιρίες για αμοιβαίες επισκέψεις.
Η κινεζική εφημερίδα Λαϊκή Ημερησία κάλεσε τις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου να αποφύγουν μια νέα κλιμάκωση, ζητώντας «να διαφυλάξουν από κοινού τα κεκτημένα» των πρόσφατων διαπραγματεύσεων. Τόνισε επίσης τη σημασία του μηχανισμού διαβουλεύσεων που συντονίζουν ο Μπέσεντ και ο αντιπρόεδρος της κινεζικής κυβέρνησης, Χε Λιφένγκ, επισημαίνοντας ότι οι μονομερείς αμερικανικές εξαγωγικές απαγορεύσεις έξω από αυτό το πλαίσιο έχουν επανειλημμένα αποσταθεροποιήσει τις σχέσεις.
Όπως δήλωσε ο Ντάνιελ Κρίτενμπρινκ, πρώην υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, «και οι δύο πλευρές επικεντρώνονται πλέον στη σταθερότητα, αλλά τα θεμελιώδη προβλήματα της σχέσης παραμένουν άθικτα».
Το ζήτημα των σπάνιων γαιών
Παρά το ότι ο Μπέσεντ ανέφερε πως η Κίνα ίσως καθυστερήσει για έναν χρόνο την εφαρμογή των νέων περιορισμών στις σπάνιες γαίες, οι τριβές παραμένουν έντονες. Το Πεκίνο χρησιμοποιεί τον έλεγχο των κρίσιμων μαγνητών που χρειάζονται για κινητά, ηλεκτρικά οχήματα και οπλικά συστήματα ως μοχλό πίεσης ενάντια στους αμερικανικούς περιορισμούς στην εξαγωγή μικροτσίπ, που η Ουάσιγκτον θεωρεί αναγκαίους για να περιορίσει τις στρατιωτικές φιλοδοξίες της Κίνας.
Παράλληλα, δεν έχει γίνει σαφές πώς το Πεκίνο θα επιβάλει πρακτικά τους νέους περιορισμούς στις παγκόσμιες αποστολές προϊόντων που περιέχουν ακόμη και ίχνη σπανίων μετάλλων κινεζικής προέλευσης — μια πολιτική που έχει προκαλέσει αντιδράσεις και στην Ευρώπη.
Η Κίνα ανακοίνωσε τα μέτρα αυτά ως αντίποινα για τη διεύρυνση της αμερικανικής «μαύρης λίστας» εταιρειών, ενώ οι ΗΠΑ ξεκαθάρισαν ότι δεν πρόκειται να άρουν τους ελέγχους εξαγωγών. Έτσι, το ερώτημα που παραμένει είναι τι κερδίζει ο Σι σε αντάλλαγμα, πέρα από την προσωρινή αναστολή δασμών, και πόσο θα διαρκέσει η παύση.
«Η Κίνα ποτέ δεν θα παραιτηθεί από το πλεονέκτημά της στις σπάνιες γαίες», δήλωσε ο Ντέξτερ Ρόμπερτς του Atlantic Council. «Θα ήταν απλώς ανόητο εκ μέρους της».
Ένα από τα ελάχιστα σημεία προόδου, σύμφωνα με Αμερικανούς αξιωματούχους, είναι η συνεργασία για την αντιμετώπιση της κρίσης φαιντανύλης. Εάν επιβεβαιωθεί, θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση του δασμού 20% που επέβαλε ο Τραμπ για να πιέσει το Πεκίνο να περιορίσει τη ροή των χημικών ουσιών που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή του φονικού ναρκωτικού.
Ωστόσο, τα περισσότερα μεγάλα ζητήματα — όπως η αξιολόγηση της εφαρμογής της «Φάσης Ένα» της αρχικής εμπορικής συμφωνίας — παραμένουν άλυτα. Όπως σχολίασε ο Σκοτ Κένεντι από το Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Μελετών στην Ουάσιγκτον, «οι δύο πλευρές επικεντρώνονται σε στενά, συγκεκριμένα θέματα και αποφεύγουν να αγγίξουν τα θεμελιώδη ζητήματα του κινεζικού οικονομικού μοντέλου».
Η φερόμενη συμφωνία, λοιπόν, περισσότερο μοιάζει με ένα «πακέτο μικρών επιτυχιών» παρά με μια ουσιαστική στρατηγική επαναπροσέγγιση μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου.
Διαβάστε ακόμη
