Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης συνομίλησε με τον Πρόεδρο του Ελληνοαμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, Γιάννη Σαρακάκη, στο πλαίσιο του 36ου Greek Economic Summit που πραγματοποιήθηκε στο Athenaeum InterContinental. Η συζήτηση, την οποία συντόνισε ο δημοσιογράφος Απόστολος Μαγγηριάδης, επικεντρώθηκε στις προκλήσεις και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας αλλά και στον νέο ρόλο που αποκτά η Ελλάδα στον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη.

Ακολουθούν αποσπάσματα από τις τοποθετήσεις του Πρωθυπουργού:

Απόστολος Μαγγηριάδης: Κύριε Πρόεδρε, μιλάτε συχνά για τις μεταρρυθμίσεις. Είστε μια κυβέρνηση που έχει δώσει μια μεταρρυθμιστική πνοή στην οικονομία τα τελευταία χρόνια. Πρόσφατα μιλήσατε για την αλλαγή στο Κληρονομικό Δίκαιο και τις αλλαγές στην Πολεοδομία και μάλιστα τις χαρακτηρίσατε και «μάχες κατά του βαθέως κράτους».

Σήμερα στο κοινό υπάρχει πολύς κόσμος από την αγορά, από τις επιχειρήσεις. Θα σας πουν ότι παρά τα όσα έχουν γίνει όλα τα τελευταία χρόνια, η χώρα δεν έχει καταφέρει ακόμα να ξεπεράσει καθυστερήσεις στην αδειοδότηση, στην απονομή της Δικαιοσύνης -σημαντικό ζήτημα-, στον τρόπο συνολικά με τον οποίο κινούνται οι διαδικασίες.

Και ίσως ακόμα και η υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ ανέδειξε το πόσο ισχυρό παραμένει το βαθύ κράτος στην Ελλάδα. Θα ήθελα να σας ρωτήσω ευθέως αν θεωρείτε ότι το βαθύ κράτος πάντα βρίσκει τρόπους να επιβιώνει στην ελληνική πραγματικότητα, είτε είναι «γαλάζιο», είτε είναι «πράσινο», είτε είναι «κόκκινο».

Κυριάκος Μητσοτάκης: Η μάχη με αυτό το οποίο αποκαλείτε και αποκαλούμε «βαθύ κράτος», δηλαδή με, θα έλεγα, βαθιά ριζωμένες πελατειακές λογικές, είναι συνεχής. Θα κερδηθεί αυτός ο πόλεμος, άσχετα αν μπορεί να χαθούν κάποιες μάχες.

Αναφερθήκατε στα ζητήματα των αδειοδοτήσεων και της επικοινωνίας των επιχειρήσεων με το κράτος, και επιτρέψτε μου να πω ότι αυτό το οποίο ξεκινήσαμε το 2019, μέσα από την ψηφιοποίηση του κράτους και των διαδικασιών του, είναι μία πραγματική επανάσταση για τα δεδομένα της χώρας και αυτό μας πιστώνεται και από τους πολίτες. Θα έλεγα ότι ίσως αφορά περισσότερο τις μικρές επιχειρήσεις, οι οποίες έχαναν ατελείωτες ώρες σε μία επικοινωνία γραφειοκρατική -παντελώς περιττή- με το κράτος, η οποία ουσιαστικά σε πολύ μεγάλο βαθμό έχει καταργηθεί.

Αναφερθήκατε σε πραγματικές προκλήσεις και μεγάλες μεταρρυθμίσεις οι οποίες υλοποιούνται. Αύριο θα έχω την ευκαιρία να μιλήσω στο Υπουργείο Δικαιοσύνης για να παρουσιάσω λιγότερο γνωστές αλλαγές, οι οποίες ήδη έχουν γίνει, που οδηγούν σε μια σημαντική επιτάχυνση των ρυθμών απονομής της δικαιοσύνης.

Αυτό το οποίο κάναμε, παραδείγματος χάρη, και το οποίο πέρασε χωρίς να συζητηθεί πολύ, η κατάργηση των Ειρηνοδικείων και η ενσωμάτωση των Ειρηνοδικών στα Πρωτοδικεία, ουσιαστικά διπλασίασε τον αριθμό των δικαστών πρώτου βαθμού. Αυτό ήδη έχει επιπτώσεις στην ταχύτητα απονομής της δικαιοσύνης.

Η ψηφιοποίηση της δικαιοσύνης, η χρήση εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης για να μπορούμε να καταγράφουμε όλα όσα γίνονται σε μία δίκη και να επεξεργαζόμαστε όλη αυτή την απίστευτη χαρτούρα η οποία υπάρχει ακόμα στη δικαιοσύνη, θα αυξήσει και την παραγωγικότητα και την ποιότητα των αποφάσεων και την ταχύτητα απονομής της δικαιοσύνης.

Στα ζητήματα χρήσεων γης, κρίσιμο ζήτημα: τρία πάρα πολύ σημαντικά ειδικά χωροταξικά τα οποία ετοιμάζονται, τουρισμός, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, βιομηχανία, απολύτως κρίσιμα, σε συνεννόηση και σε συζήτηση με τις επιχειρήσεις θα είναι έτοιμα μέσα στο επόμενο εξάμηνο.

Άρα, αυτό που θέλω να τονίσω είναι ότι οι αλλαγές εκείνες οι οποίες βελτιώνουν ουσιαστικά το επιχειρηματικό περιβάλλον είναι συνεχείς, δεν σταματούν και όπως έχω πει πολλές φορές, το γεγονός ότι έχουμε διαβεί πια το μισό της θητείας μας, δεν μας βάζει στον πειρασμό να «πατήσουμε φρένο» και να σκεφτόμαστε από τώρα εκλογικό σχεδιασμό. Το αντίθετο, θα σας έλεγα.

Οι μεταρρυθμίσεις αυτές για τις οποίες μιλήσατε, παραδείγματος χάρη η μεγάλη μεταρρύθμιση της ουσιαστικά ενσωμάτωσης των πολεοδομιών στο Κτηματολόγιο, είναι μία μεταρρύθμιση που θέλει ένα χρόνο να ολοκληρωθεί και ουσιαστικά θα δώσει αποτελέσματα μετά το 2026.

Είναι, δηλαδή, το θεμέλιο πάνω στο οποίο θα χτιστεί η αναπτυξιακή δυναμική της επόμενης τετραετίας. Όπως τώρα καρπωνόμαστε αναπτυξιακή δυναμική από μεταρρυθμίσεις οι οποίες έγιναν πριν από κάποια χρόνια, το ίδιο εξακολουθεί να ισχύει. Και γι’ αυτό και δεν μιλάω συνήθως με ορίζοντα οκταετίας.

Θέλουμε από τώρα να σχεδιάζουμε -και σχεδιάζουμε και μιλάμε- για την Ελλάδα του 2030, για τα καινούργια εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης, για τον τρόπο με τον οποίο το δημόσιο μπορεί να βελτιώσει την παραγωγικότητά του, για το πώς θα παρέχουμε καλύτερες υπηρεσίες στους πολίτες. Όλα αυτά απαιτούν σχεδιασμό. Τώρα, όμως.

Και επειδή δεν θέλω να αποφύγω το ερώτημά σας για τον ΟΠΕΚΕΠΕ, ο ΟΠΕΚΕΠΕ ήταν -το έχω πει και το επαναλαμβάνω- ίσως η πιο δύσκολη και σύνθετη μεταρρύθμιση την οποία καλούμαστε να κάνουμε. Δοκιμάσαμε πολλές φορές να προσεγγίσουμε το πρόβλημα αυτό -έχω ομολογήσει και εγώ ο ίδιος- αναποτελεσματικά. Και έπρεπε να φτάσει ο κόμπος στο χτένι, να πάρουμε μια τολμηρή απόφαση, ουσιαστικά να καταργήσουμε τον ΟΠΕΚΕΠΕ και να τον ενσωματώσουμε στην ΑΑΔΕ.

Και αυτή η μεταρρύθμιση έχει ένα βραχυπρόθεσμο κόστος, το οποίο το αντιλαμβάνομαι. Ζητώ και πάλι από τους αγρότες μας και τους κτηνοτρόφους μας να δείξουν κατανόηση. Τελικά, τα χρήματα που θα πάρουν οι πολλοί έντιμοι παραγωγοί, αγρότες, κτηνοτρόφοι, θα είναι περισσότερα, γιατί πολύ απλά κάποιοι δεν θα πάρουν λεφτά τα οποία δεν δικαιούνται. Και φαντάζομαι ότι δεν υπάρχει κανείς ο οποίος υποστηρίζει, σήμερα, αυτούς που μπορεί δικαιολογημένα να διαμαρτύρονται και να ισχυρίζονται ότι έπρεπε να εξακολουθούν να τα παίρνουν τα χρήματα αυτά. Τα χρήματα αυτά θα ανακατανεμηθούν στους έντιμους -που είναι και η πλειοψηφία- αγρότες και παραγωγούς, οι οποίοι τελικά θα είναι πιο ωφελημένοι.

Όπως κάθε μεταρρύθμιση, έχει ένα βραχυπρόθεσμο κόστος και ένα μεσοπρόθεσμο ή μακροπρόθεσμο όφελος. Και δεν νοείται ανασυγκρότηση του παραγωγικού τομέα της χώρας και περιφερειακή πολιτική, χωρίς να ολοκληρωθεί αυτή η μεταρρύθμιση. Είναι το θεμέλιο πάνω στο οποίο πρέπει να χτίσουμε μια νέα ματιά, μια νέα, θα έλεγα, συμφωνία αλήθειας την οποία πρέπει να συνάψουμε με τους αγρότες, τους κτηνοτρόφους, τους αλιείς μας.

*****

Απόστολος Μαγγηριάδης: Κύριε Πρόεδρε, τη Δευτέρα ήσασταν στο Λονδίνο και συναντήσατε αρκετό κόσμο από την επενδυτική κοινότητα εκεί. Με δεδομένο ότι στα χρόνια της δικής σας διακυβέρνησης την τελευταία εξαετία, επταετία, έχουν γίνει επενδύσεις, πολλές επενδύσεις, έκρηξη τουριστικής ανάπτυξης, στα ακίνητα επίσης στην Ελλάδα, υπάρχουν άλλα πεδία επενδυτικού ενδιαφέροντος στη χώρα; Μπορούμε, για παράδειγμα, να ενδυναμώσουμε την ελληνική βιομηχανία; Για παράδειγμα, τη φαρμακοβιομηχανία. Μπορεί η ενέργεια, για παράδειγμα, να αποτελέσει ένα πεδίο που θα δούμε μία έκρηξη επενδύσεων το επόμενο διάστημα; Ποιο είναι τελικά το δικό μας συγκριτικό πλεονέκτημα από εδώ και στο εξής;

Κυριάκος Μητσοτάκης: Καταρχάς η ελληνική οικονομία είναι πολύ πιο διαφοροποιημένη από ό,τι πολλοί πιστεύουν. Ο τουρισμός, προφανώς, παίζει έναν κρίσιμο ρόλο και χαιρόμαστε όταν μπορούμε να προσελκύουμε επενδύσεις που αναβαθμίζουν το τουριστικό μας προϊόν. Δεν έχω κρύψει τη φιλοδοξία μου, που νομίζω ότι πρέπει να είναι και η κοινή φιλοδοξία μας, η Ελλάδα να καταστεί ο πιο ελκυστικός τουριστικός προορισμός στον κόσμο.

Έχουμε αυτή τη δυνατότητα να το κάνουμε, αλλά έχουμε πολύ δρόμο ακόμα να διανύσουμε και θα χρειαστούν ακόμα και στον τουρισμό μας σημαντικές επενδύσεις είτε ανάπτυξη νέων ακινήτων, νέων προορισμών, εκσυγχρονισμός παλιών κτιρίων, παλιών ξενοδοχείων -πιο φιλική προς το περιβάλλον προσέγγιση αυτή από το να χτίζουμε καινούργια κτίρια.

Αλλά από εκεί και πέρα, υπάρχουν πολλοί άλλοι κλάδοι όπου η Ελλάδα έχει πολλά να δώσει. Αναφερθήκατε στην ενέργεια και νομίζω εκεί οι πρόσφατες εξελίξεις δικαίωσαν απόλυτα την πολιτική μας. Η Ελλάδα μετατρέπεται από, θα έλεγα, έναν περιφερειακό παίκτη στον ενεργειακό χάρτη σε πρωταγωνιστή ως διαμετακομιστικό κέντρο ενέργειας στην Ανατολική Μεσόγειο.

Και οι συμφωνίες οι οποίες υπεγράφησαν με την αμερικανική πλευρά -να καλωσορίσω και να ευχαριστήσω και την κυρία Πρέσβειρα για τον σημαντικό ρόλο που έπαιξε σε αυτή την προσπάθεια- καταδεικνύουν ακριβώς ότι η Ελλάδα μπορεί να παίξει αυτόν τον ρόλο, να αξιοποιήσει τη γεωγραφική της θέση αλλά και τις υποδομές της, τις οποίες δρομολογεί και τις οποίες μπορεί να ενισχύσει περαιτέρω.

Η Ελλάδα έχει μια ενεργειακή στρατηγική διαφοροποίησης των ενεργειακών της πηγών: πρωταγωνίστρια στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας με σημαντική περαιτέρω δυναμική, πρωταγωνίστρια σε έργα αποθήκευσης ενέργειας, πρωταγωνίστρια ως προς την αξιοποίηση του φυσικού αερίου ως μεταβατικού καυσίμου -είναι κάτι το οποίο θα το χρειαστούμε για τις επόμενες δεκαετίες.

Και τώρα πια, και μια χώρα η οποία ξεκινάει και ενεργές, πραγματικές γεωτρήσεις για να εξετάσει αν ενδεχόμενα κοιτάσματα φυσικού αερίου είναι αξιοποιήσιμα. Και σε αυτή την περίπτωση που ενδεχομένως θα είναι, θα συζητάμε για μια πολύ διαφορετική πορεία της ελληνικής οικονομίας.

Αλλά πέραν και από αυτούς τους κλάδους, εγώ αυτό το οποίο βλέπω μιλώντας με εταιρείες του εξωτερικού, είναι ένα ενδιαφέρον το οποίο «ακουμπάει» και τη βιομηχανία. Δεν θα κουραστώ να το λέω: η Ελλάδα έχει μια πολύ σοβαρή μεταποιητική βάση, με εταιρείες οι οποίες είναι εξωστρεφείς και ανταγωνιστικές.

Αναφερθήκατε στη φαρμακοβιομηχανία. Η χώρα εξάγει, καλύπτει παραπάνω από το 10% των αναγκών της Ευρώπης σε γενόσημα φάρμακα. Γίνονται πολύ σημαντικές επενδύσεις στη φαρμακοβιομηχανία και πολλές, μάλιστα, εκτός Αθηνών. Αυτό έχει να κάνει και με την περιφερειακή ανάπτυξη.

Ο τομέας των υπηρεσιών, ο τομέας της υγείας, γιατί όχι, αύριο ο τομέας της εκπαίδευσης με την απελευθέρωση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ο τομέας της αγροδιατροφής συνολικά, έχει ακόμα πολλά να δώσει.

Και βέβαια, δεν θα κουραστώ να το λέω, ο τομέας της τεχνολογίας. Η Ελλάδα σήμερα έχει ένα δυναμικά αναπτυσσόμενο οικοσύστημα νέων εταιρειών τεχνολογίας. Έχουμε, και λίγοι το ξέρουν, παραπάνω από 40 επιχειρηματικά κεφάλαια, πολλά εκ των οποίων έχουν χρηματοδοτηθεί από εθνικούς και ευρωπαϊκούς πόρους που επενδύουν, σήμερα, σε ελληνικές startup.

Έχουμε ελληνικές εταιρείες οι οποίες, πια, είναι μονόκεροι, αξίζουν, δηλαδή, παραπάνω από 1 δισ. ευρώ, και αυτές οι εταιρείες δημιουργούν πολύ καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας και μας επιτρέπουν επίσης να προσελκύσουμε Έλληνες από το εξωτερικό.

Αυτήν την Κυριακή στη Νέα Υόρκη θα γίνει μια πολύ σημαντική εκδήλωση, οργανώνεται από το Υπουργείο Εργασίας, όπου σχεδόν όλες οι μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις, πολλές εκ των οποίων είναι παρούσες σήμερα, θα βρεθούν και θα έρθουν σε επαφή με ανθρώπους ταλαντούχους στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίοι σκέφτονται να γυρίσουν πίσω στην Ελλάδα. Και αυτό το «πάντρεμα» το κάνει με πολύ επαγγελματικό τρόπο το ελληνικό κράτος, όχι οι ιδιωτικές εταιρείες εξεύρεσης εργασίας.

Απόστολος Μαγγηριάδης: Και έχετε δώσει και πολλά κίνητρα γι’ αυτούς που θέλουν να επαναπατριστούν.

Κυριάκος Μητσοτάκης: Έχουμε δώσει σημαντικά κίνητρα. Έχουμε ανατρέψει το brain drain. Επιστρέφουν περισσότεροι από όσους φεύγουν.

Απόστολος Μαγγηριάδης: Το έχετε ποσοτικοποιήσει; Έχετε μια εικόνα στο μυαλό σας για το πόσος κόσμος μπορεί να επιστρέψει πίσω;

Κυριάκος Μητσοτάκης: Κοιτάξτε, αυτή τη στιγμή εκτιμούμε και -επειδή, προφανώς, ο κόσμος φεύγει, πάντα θα φεύγει από την Ελλάδα-, τα στοιχεία των τελευταίων δύο ετών δείχνουν ότι σε ετήσια βάση επιστρέφουν περισσότεροι από όσοι φεύγουν.

Και σε μία εποχή όπου υπάρχει παγκόσμιος ανταγωνισμός για ταλέντο, όπου οι επιχειρήσεις -το ξέρετε καλύτερα από εμένα- από εκεί που είχαν μεγάλη προσφορά εργασίας, δυσκολεύονται να βρουν εργαζόμενους, το γεγονός ότι υπάρχουν ταλαντούχοι Έλληνες εκτός Ελλάδος είναι ένα μεγάλο συγκριτικό πλεονέκτημα για τη χώρα. Και σας ενθαρρύνω πραγματικά να συμμετέχετε σε αυτές τις πολύ όμορφες εκδηλώσεις. Θα βρείτε εξαιρετικούς ανθρώπους, οι οποίοι θέλουν να επαναπατριστούν. Αλλά αυτό δεν ισχύει μόνο για τις ελληνικές εταιρείες.

Διάβαζα κάπου ότι η Ελλάδα σήμερα είναι ο κορυφαίος προορισμός για συνταξιούχους από το εξωτερικό, οι οποίοι θέλουν να έρθουν να εγκατασταθούν στην Ελλάδα. Η Ελλάδα πια είναι προορισμός για ξένους εύπορους, πλούσιους ανθρώπους, οι οποίοι θέλουν να εγκατασταθούν στην Ελλάδα και να απολαύσουν το καθεστώς «non-dom».

Όλα αυτά προσθέτουν στην αναπτυξιακή δυναμική της πατρίδας μας και την καθιστούν έναν ευρύτερα ελκυστικό προορισμό.

Άρα, για να καταλήξω, μία ελληνική οικονομία αρκετά διαφοροποιημένη σε σχέση με το παρελθόν, όπου, όμως, ένας πρέπει να είναι ο κανόνας: παραγωγικότητα, εξωστρέφεια, ανταγωνιστικότητα, επένδυση στην ποιότητα.

Η Ελλάδα δεν είναι μια χώρα η οποία ανταγωνίζεται με βάση το φθηνό κόστος εργασίας. Το ανάποδο πρέπει να γίνει. Οι μισθοί πρέπει να αυξηθούν περισσότερο και πρέπει ταυτόχρονα να βελτιωθεί η παραγωγικότητα και η ποιότητα των προσφερόμενων προϊόντων και υπηρεσιών.

Άρα, το δικό μας σχέδιο για την μετεξέλιξη, γιατί δεν συζητάμε για αλλαγή, το παραγωγικό μοντέλο της χώρας έχει ήδη αλλάξει. Η Ελλάδα σήμερα οφείλει την ανάπτυξή της πολύ περισσότερο στις επενδύσεις και στην εξωστρέφεια από ό,τι στο παρελθόν όπου η ανάπτυξη ήταν δανεικά και κατανάλωση. Και αυτό το μοντέλο ξέρουμε όλοι που κατέληξε.

Αυτό το μοντέλο αλλάζει. Δεν είναι «θα αλλάξει», δηλαδή δεν ψάχνουμε ένα καινούργιο παραγωγικό μοντέλο, το έχουμε ήδη δρομολογήσει και πρέπει να επιμείνουμε σε αυτόν τον δρόμο και να τον διανύσουμε με ακόμα μεγαλύτερη ταχύτητα.

*****

Απόστολος Μαγγηριάδης: Κύριε Πρόεδρε, αναφερθήκατε στα ενεργειακά, που είναι ένας πάρα πολύ σημαντικός τομέας για τη χώρα. Τις προηγούμενες εβδομάδες ολοκληρώθηκαν πολύ σημαντικές συμφωνίες με την αμερικανική κυβέρνηση. Η Ελλάδα γίνεται ένας κόμβος μεταφοράς αμερικανικού LNG. Ο Κάθετος Διάδρομος τα επόμενα χρόνια θα προμηθεύσει αμερικανικό φυσικό αέριο στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.

Ωστόσο, η αίσθηση που αποκομίζουμε όλοι είναι ότι οι γεωπολιτικές ισορροπίες συνεχώς αλλάζουν. Θα ήθελα να σας ρωτήσω: επειδή η Ευρώπη σήμερα ποντάρει στην απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, μήπως η Ελλάδα έχει για πολλά χρόνια δεσμευτεί σε ένα ακριβό καύσιμο και επηρεαστεί σε βάθος χρόνου η ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας της;

Κυριάκος Μητσοτάκης: Η απόφαση της Ευρώπης για οριστική απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο είναι ειλημμένη και θεωρώ μη αναστρέψιμη.

Θέλω να θυμίσω ότι η χώρα πήρε μία απόφαση δραστική το 2019, ακολουθώντας μία πορεία η οποία σε έναν βαθμό είχε ήδη προδιαγραφεί, να απεξαρτηθεί πρακτικά πλήρως από τον λιγνίτη, με την επιχειρηματολογία ότι το καύσιμο ήταν και ρυπογόνο, ως προς τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, και εξαιρετικά ακριβό, λαμβάνοντας υπόψη τις τιμές των δικαιωμάτων ρύπων του θερμοκηπίου.

Η χώρα θα χρειαστεί -όχι μόνο η Ελλάδα- μεταβατικό καύσιμο. Το μεταβατικό καύσιμο είναι το φυσικό αέριο. Θα ήταν πολύ καλύτερα από το να εισάγουμε φυσικό αέριο να βρούμε το δικό μας. Μακάρι να γίνει αυτό και θα άλλαζε, θα ήταν, να το πω στα αγγλικά, πραγματικό game changer αυτό εάν συνέβαινε.

Γιατί θέλω να θυμίσω ότι με αφορμή την ενεργειακή κρίση μετά τον Covid, πληρώναμε περίπου 1 δισεκατομμύριο για εισαγωγές φυσικού αερίου, ξαφνικά φτάσαμε να πληρώνουμε 7 δισεκατομμύρια για εισαγωγές φυσικού αερίου. Όπως καταλαβαίνετε, και στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών οι εισαγωγές ενέργειας έχουν πολύ μεγάλη σημασία.

Άρα, η Ελλάδα θέλει φυσικό αέριο, θέλει διαφοροποιημένες πηγές φυσικού αερίου και χτίζουμε μία στρατηγική σχέση σε βάθος με τις ΗΠΑ, η οποία έχει και ενεργειακά και γεωπολιτικά χαρακτηριστικά.

Η Ελλάδα νομίζω ότι μπορεί -και τα έχει καταφέρει μέχρι στιγμής- να ισορροπεί ανάμεσα στο γεγονός ότι είμαστε μία χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πρωτεργάτης, θα έλεγα, πια, εξελίξεων για να γίνει η Ευρώπη πιο ανταγωνιστική, προστατεύοντας ταυτόχρονα τη στρατηγική μας σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, η οποία, όπως βλέπετε, τέμνει τις κυβερνήσεις και τα κόμματα και την οποία έχουμε καταφέρει να αξιοποιήσουμε προς όφελος μας με τρόπο πολύ ουσιαστικό.

Διότι δεν είναι μόνο οι σημαντικές ενεργειακές συμφωνίες, που νομίζω ότι πράγματι τις αντιλήφθηκε σωστά η ελληνική κοινωνία ως μια σημαντική αναβάθμιση της χώρας μας. Μιλάμε και για τις μεγάλες επενδύσεις οι οποίες γίνονται στον τομέα της τεχνολογίας, με όλους τους μεγάλους τεχνολογικούς «παίκτες» να είναι ουσιαστικά παρόντες στην Ελλάδα.

Και με μια, θα έλεγα, δυνατότητα της χώρας μας να μπορεί να προσελκύσει κεφάλαια από τις Ηνωμένες Πολιτείες και σε πολλούς διαφορετικούς τομείς.

Άρα, η σχέση αυτή με τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι μια στρατηγική σχέση με γεωπολιτικό, οικονομικό, ενεργειακό αποτύπωμα, την οποία η κυβέρνηση μας και η κυβέρνηση του Προέδρου Trump έχει όλη τη διάθεση να καλλιεργήσει και να ενισχύσει ακόμα περισσότερο.

*****

Απόστολος Μαγγηριάδης: Κύριε Πρόεδρε, θα επιμείνω λίγο στα ενεργειακά για να περάσουμε λίγο και στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής. Η παρουσία των αμερικανικών εταιρειών στις κοινοπραξίες για την έρευνα υδρογονανθράκων είναι μια εγγύηση ασφαλείας για την περιοχή μας; Και θεωρείτε ότι η αμερικανική πολιτική μπορεί να οδηγήσει σε μια συνολική διευθέτηση στα ζητήματα της νοτιοανατολικής Μεσογείου; Το λέω και με αφορμή τη συνέντευξη του Αμερικανού πρέσβη στην Άγκυρα, την περασμένη Κυριακή, στην εφημερίδα «Καθημερινή». Είπε ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως κονίαμα για να έρθουν δυο χώρες πιο κοντά». Εσείς επιθυμείτε μια τέτοια παρέμβαση;

Κυριάκος Μητσοτάκης: Καταρχάς, είναι αρκετά προφανές ότι όταν αμερικανικοί κολοσσοί ενδιαφέρονται για την αξιοποίηση δυνητικών κοιτασμάτων εντός της ευρύτερης ελληνικής επικράτειας, εντός υδάτων, θαλασσών όπου η Ελλάδα ασκεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα, ότι αυτό είναι κάτι πολύ σημαντικό, διότι έτσι ασκεί κανείς έμπρακτα την κυριαρχία του και τα κυριαρχικά του δικαιώματα. Όχι στα λόγια, στην πράξη.

Και εδώ δεν συζητάμε μόνο για την Exxon, η οποία θα προχωρήσει σε μια ερευνητική γεώτρηση εντός των επόμενων 18 μηνών, άρα είναι κάτι το οποίο είναι πολύ άμεσο, συζητάμε προφανώς και για την παρουσία και της Exxon και της Chevron νοτίως της Κρήτης. Με αυτόν τον τρόπο επιβεβαιώνονται έμπρακτα, όχι στα λόγια, τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στα θαλάσσια οικόπεδα νοτίως της Κρήτης. Οπότε αυτό, νομίζω, είναι πολύ προφανές ότι έχει τη δική του σημασία, η οποία δεν νομίζω ότι χρειάζεται κάποια ιδιαίτερη επεξήγηση.

Από εκεί και πέρα, εγώ θα σας πω ότι ως προς τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, αυτές είναι αυτοτελείς. Η Ελλάδα επιδιώκει -το έχω πει πολλές φορές- τον διάλογο με την Τουρκία. Νομίζω ότι έχουμε πετύχει ένα καλύτερο κλίμα τα τελευταία χρόνια, χωρίς να υποχωρήσουμε από τις βασικές μας θέσεις και χωρίς να ανατρέπουμε την κεντρική μας θεώρηση ότι η Ελλάδα πρέπει διαρκώς να ισχυροποιείται σε όλα τα επίπεδα προκειμένου να μπορεί να διαπραγματευτεί, όσο το δυνατόν πιο ισχυρή, με την Τουρκία τη βασική μας διαφορά, που δεν είναι άλλη από την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών, υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Τώρα, και αυτή είναι μία συζήτηση η οποία λαμβάνει χώρα μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας.

Διαβάστε ακόμη