Νέα έρευνα της Greenpeace αποκαλύπτει τους ψευδείς ισχυρισμούς της βιομηχανίας πλαστικών για την ανακύκλωση των προϊόντων. Οι επιχειρήσεις εγκαταλείπουν τις δεσμεύσεις βιωσιμότητας, ενώ παράλληλα επενδύουν δισεκατομμύρια σε εκστρατείες παραπληροφόρησης σχετικά με τα πλαστικά.

Μία νέα έρευνα του αμερικανικού γραφείου της Greenpeace αποκαλύπτει τη συντονισμένη προσπάθεια των λεγόμενων «Εμπόρων του Μύθου», δηλαδή της βιομηχανίας πλαστικού, των εταιρειών λιανικής πώλησης, των κορυφαίων εμπορικών σημάτων που βασίζονται στο πλαστικό και των σχετικών εμπορικών ενώσεων, να παραπλανήσουν το κοινό προωθώντας την ανακύκλωση, να προστατεύσουν τα κέρδη τους και να καθυστερήσουν τη νομοθετική δράση σχετικά με τη μείωση της παραγωγής πλαστικού μιας χρήσης.

Οι ερευνητές καταδεικνύουν ότι η ανακύκλωση πλαστικού έχει ουσιαστικά αποτύχει, μετά από δεκαετίες προώθησης της από τις εταιρείες ως λύση στο πρόβλημα της πλαστικής ρύπανσης, διότι πολύ απλά παράγουμε περισσότερα προϊόντα απ’ ότι μπορούμε να ανακυκλώσουμε. Η έρευνα αποκάλυψε ότι μόνο το ένα πέμπτο (⅕) από τους 8,8 εκατομμύρια τόνους των πιο συχνά παραγόμενων τύπων πλαστικών, οι οποίοι βρίσκονται σε αντικείμενα όπως μπουκάλια, κανάτες, δοχεία τροφίμων και καπάκια, είναι στην πραγματικότητα ανακυκλώσιμοι. Επιπλέον, τα ποσοστά ανακύκλωσης στις ΗΠΑ έχουν μειωθεί στο μισό από το 2014, πέφτοντας από το 9,5% σε περίπου 5-6% σήμερα. Η έρευνα καταλήγει ότι η ανακύκλωση πλαστικού δεν είναι πιο βιώσιμη λύση σήμερα απ’ όσο ήταν το 1950.

Μεγάλες εταιρείες όπως η Coca-Cola, η Unilever και η Nestlé αποσύρουν σιωπηλά τις δεσμεύσεις βιωσιμότητας, ενώ συνεχίζουν να βασίζονται στις πλαστικές συσκευασίες μίας χρήσης. Επιπλέον, η βιομηχανία πλαστικού υπονομεύει την ουσιαστική ρύθμιση για τα πλαστικά, με ψευδείς ισχυρισμούς ότι τα προϊόντα τους ανακυκλώνονται, ώστε να αποφύγει τις απαγορεύσεις και την κατακραυγή των πολιτών. Καθώς η παγκόσμια παραγωγή πλαστικού συνεχίζει να αυξάνεται και προβλέπεται να τριπλασιαστεί ως το 2050, η έρευνα εξετάζει την αναποτελεσματικότητα των οικειοθελών δεσμεύσεων χωρίς νομική υποστήριξη.

Μερικά επιπλέον ευρήματα της έρευνας σχετικά με την αναποτελεσματικότητα της ανακύκλωσης πλαστικού στις ΗΠΑ είναι:

  • Κενά στην πρόσβαση στην ανακύκλωση: ως και 43% των αμερικανικών νοικοκυριών δεν έχουν πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες ανακύκλωσης. Η συμμετοχή στην ανακύκλωση επίσης μειώνεται.
  • Περιορισμοί στις υποδομές: από τις 380 δημοτικές εγκαταστάσεις ανακύκλωσης σε εθνικό επίπεδο, μόνο οι 46 είναι ικανές να επεξεργαστούν κοινά πλαστικά καταναλωτών.
  • Περιορισμοί στην τεχνολογία: μόνο μία στις έξι μονάδες “προηγμένης ανακύκλωσης” μπορεί να διαχειριστεί μικτά απόβλητα μετά την κατανάλωση – και ακόμα και σε πλήρη λειτουργία, αυτές οι μονάδες δεν μπορούν να πετύχουν το ποσοστό ανακύκλωσης 60% που απαιτείται από τον νόμο.
  • Κόστος για τους φορολογούμενους: οι πολίτες πρέπει να πληρώσουν για τη συλλογή και τη διαλογή των πλαστικών, ενώ τα περισσότερα από αυτά καταλήγουν στις χωματερές μαζί με τα υπόλοιπα απορρίμματα.

Ο John Hocevar, Διευθυντής της εκστρατείας των ωκεανών στο αμερικανικό γραφείο, είπε: “Η ανακύκλωση είναι ένα τοξικό ψέμα που προωθείται από τη βιομηχανία πλαστικού και το οποίο τώρα στηρίζεται από ένα αφήγημα υπέρ του πλαστικού προερχόμενο από τον Λευκό Οίκο. Αυτές οι εταιρείες και οι συνεργάτες τους συνεχίζουν να λένε στο κοινό ένα καθησυχαστικό ψέμα για να κρύψουν τη σκληρή αλήθεια: ότι απλά πρέπει να σταματήσουν να παράγουν τόσο πολύ πλαστικό. Αντί να επενδύουν σε αληθινές λύσεις, έχουν ρίξει δισεκατομμύρια σε καμπάνιες δημοσίων σχέσεων που μας κρατούν εξαρτημένους από το πλαστικό μιας χρήσης, ενώ οι κοινότητές μας, οι ωκεανοί και ο οργανισμός μας πληρώνει το τίμημα.”

Παρά την αυξανόμενη ευαισθητοποίηση του κοινού για τις συνέπειες των πλαστικών και των μικροπλαστικών στο περιβάλλον και στην υγεία, η έρευνα αποκαλύπτει ότι πολλές εταιρείες έχουν εντείνει τις εκστρατείες παραπληροφόρησης και την επιθετική άσκηση πίεσης (lobbying), και υποστηρίζονται από μία ελεγχόμενη κυβέρνηση.

Τα ανησυχητικά αυτά ευρήματα εντείνουν την πίεση για μια ισχυρή Παγκόσμια Συνθήκη για τα Πλαστικά. Είναι επιτακτική ανάγκη να προκύψει μια συμφωνία που θα αντιμετωπίζει το πρόβλημα στη ρίζα του, δηλαδή την ίδια την παραγωγή πλαστικού. Απαιτείται μείωση τουλάχιστον 75% στην παραγωγή πλαστικού έως το 2040, ενσωμάτωση στη Συνθήκη μιας ισχυρής πολιτικής για τις συγκρούσεις συμφερόντων, προτεραιότητα σε όσους πλήττονται περισσότερο από την κρίση των πλαστικών. Η Greenpeace και οι σύμμαχοί της δεν θα σταματήσουν μέχρι να αποκτήσουμε μια ισχυρή, αποτελεσματική Παγκόσμια Συνθήκη για τα Πλαστικά.

Διαβάστε ακόμη