Δύο από τις μεγαλύτερες βιομηχανικές δυνάμεις της Ευρώπης, η TotalEnergies και η Siemens, απηύθυναν κοινή επιστολή προς τις κυβερνήσεις Γαλλίας και Γερμανίας ζητώντας την πλήρη κατάργηση μίας από τις εμβληματικές νομοθεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εταιρική βιωσιμότητα. Η κίνηση αυτή αναζωπυρώνει τη συζήτηση γύρω από την ισορροπία ανάμεσα στη βιώσιμη ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Στην επιστολή, με ημερομηνία 6 Οκτωβρίου και περιεχόμενο που αποκάλυψε το Reuters, οι διευθύνοντες σύμβουλοι της TotalEnergies, Patrick Pouyanné, και της Siemens AG, Roland Busch, απευθύνονται προσωπικά στον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν και στον νέο Γερμανό καγκελάριο Φρίντριχ Μερτζ. Εκ μέρους 46 ευρωπαϊκών εταιρειών, οι δύο ηγέτες του επιχειρηματικού κόσμου καλούν για την κατάργηση της Οδηγίας για την Εταιρική Δέουσα Επιμέλεια στη Βιωσιμότητα (Corporate Sustainability Due Diligence Directive – CSDDD), η οποία εγκρίθηκε πέρυσι από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Σύμφωνα με το κείμενο, η κατάργηση της οδηγίας θα έστελνε «ένα σαφές και συμβολικό μήνυμα προς τις ευρωπαϊκές και διεθνείς επιχειρήσεις ότι οι κυβερνήσεις και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεσμεύονται πραγματικά να αποκαταστήσουν την ανταγωνιστικότητα στην Ευρώπη».
Επιχειρήματα Siemens και TotalEnergies
Η Siemens τόνισε σε δική της ανακοίνωση ότι η επιστολή αναδεικνύει την ανάγκη για συνολική μεταρρύθμιση του ευρωπαϊκού ρυθμιστικού πλαισίου, με έμφαση στο δίκαιο ανταγωνισμού και στη μείωση της υπερβολικής γραφειοκρατίας.
«Η παγκόσμια ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης απαιτεί αποφασιστική απομάκρυνση από την υπερρρύθμιση – σε όλους τους τομείς», ανέφερε η εταιρεία, προσθέτοντας ότι η κατάργηση των κανόνων βιωσιμότητας αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα ουσιαστικού βήματος προς αυτήν την κατεύθυνση.
Η TotalEnergies, από την πλευρά της, δεν σχολίασε άμεσα το περιεχόμενο της επιστολής.
Τι προβλέπει η ευρωπαϊκή οδηγία
Η οδηγία για την εταιρική βιωσιμότητα απαιτεί από τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην ΕΕ να εντοπίζουν και να επιλύουν ζητήματα παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων και περιβαλλοντικών επιπτώσεων σε ολόκληρη την εφοδιαστική τους αλυσίδα. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, προβλέπονται κυρώσεις που φτάνουν έως και το 5% του παγκόσμιου τζίρου μιας εταιρείας.
Το μέτρο αυτό αποτέλεσε πυλώνα της «Πράσινης Συμφωνίας» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ωστόσο έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις τόσο από επιχειρήσεις όσο και από ορισμένα κράτη-μέλη. Γερμανία και Γαλλία έχουν ήδη πιέσει για χαλάρωση των διατάξεων, ενώ αντίστοιχες ενστάσεις έχουν εκφράσει και οι Ηνωμένες Πολιτείες, το Κατάρ καθώς και ενεργειακοί κολοσσοί όπως η Exxon Mobil.
Η πολιτική αντιπαράθεση στις Βρυξέλλες
Η συζήτηση για το μέλλον της οδηγίας έχει καταστεί μία από τις πιο πολιτικά φορτισμένες μάχες στην ευρωπαϊκή ατζέντα για την πράσινη μετάβαση. Η Κομισιόν βρίσκεται ήδη σε διαδικασία επαναδιαπραγμάτευσης του κειμένου, με στόχο να το απλοποιήσει και να εξαιρέσει περισσότερες επιχειρήσεις, ώστε να μειωθεί το διοικητικό βάρος.
Ωστόσο, το αίτημα Siemens και Total για πλήρη κατάργηση της οδηγίας προχωρά πολύ πέρα από τις τρέχουσες διαπραγματεύσεις, δημιουργώντας νέα δεδομένα και ασκώντας πίεση στις κυβερνήσεις των δύο μεγαλύτερων οικονομιών της ΕΕ.
Ανάμεσα στη βιωσιμότητα και την ανταγωνιστικότητα
Η αντιπαράθεση αυτή αναδεικνύει το δίλημμα που αντιμετωπίζει η Ευρώπη: από τη μία, η δέσμευση στη βιώσιμη ανάπτυξη και στην προστασία ανθρωπίνων δικαιωμάτων· από την άλλη, η ανάγκη ενίσχυσης της βιομηχανικής ανταγωνιστικότητας σε μια περίοδο παγκόσμιας οικονομικής πίεσης και ενεργειακής κρίσης.
Η έκβαση της συζήτησης θα καθορίσει όχι μόνο το μέλλον της συγκεκριμένης οδηγίας, αλλά και την κατεύθυνση της ευρωπαϊκής πολιτικής ισορροπίας μεταξύ πράσινων δεσμεύσεων και οικονομικής ανάπτυξης.
Διαβάστε ακόμη