Ολοένα και περισσότερο στο επίκεντρο των συζητήσεων βρίσκεται η καύση απορριμμάτων, με φορείς της αγοράς να εκφράζουν έντονες ενστάσεις τόσο για το κόστος όσο και για τις περιβαλλοντικές της συνέπειες. Υπενθυμίζεται πως το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας έχει θέσει σε δημόσια διαβούλευση τη Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) για τη δημιουργία του πρώτου ολοκληρωμένου δικτύου έξι μονάδων ενεργειακής αξιοποίησης (καύσης) Απορριμματογενών Ενεργειακών Πρώτων Υλών (ΑΕΠΥ) στην Ελλάδα.

Πρόκειται για ένα φιλόδοξο σχέδιο με ορίζοντα υλοποίησης το 2030, που εντάσσεται στον εθνικό σχεδιασμό για την κυκλική οικονομία και την αποτελεσματική διαχείριση των αστικών στερεών αποβλήτων (ΑΣΑ). Είχε ανακοινωθεί από τον ίδιο τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη το 2019 χωρίς μέχρι σήμερα να προχωρήσει.

Στελέχη επισημαίνουν στο energygame.gr ότι η συγκεκριμένη τεχνολογία, αν δεν σχεδιαστεί σωστά, ενέχει τον κίνδυνο να παρακάμψει τις προσπάθειες ανακύκλωσης και επαναχρησιμοποίησης, απορροφώντας ρεύματα που θα μπορούσαν να ανακτηθούν ως υλικά και να υπονομεύσει τους στόχους της κυκλικής οικονομίας. «Η τεχνολογία της καύσης πρέπει να διασφαλίσει ότι δεν θα παρακάμπτονται οι προσπάθειες ανακύκλωσης και επαναχρησιμοποίησης», σημειώνουν χαρακτηριστικά στελέχη της αγοράς υπογραμμίζοντας την ανάγκη οι συμβάσεις με τους αναδόχους να μην επιτρέπουν μελλοντική επέκταση της δυναμικότητας των μονάδων.

Παράλληλα, η βιομηχανία εκφράζει αντίστοιχες ενστάσεις, με τον Σέργιο Σαραφόπουλο, Γενικό Διευθυντή Ελλάδας της TITAN, να χαρακτηρίζει την καύση απορριμμάτων «ακριβή λύση» και να τονίζει ότι «μπορούμε να κερδίσουμε πολλά περισσότερα μέσα από τη συνεπεξεργασία στις τσιμεντοβιομηχανίες». Σημειώνεται ότι ήδη έχουν γίνει σημαντικές επενδύσεις από τον κλάδο ώστε να αξιοποιούνται υπολείμματα της ανακύκλωσης ως εναλλακτικά καύσιμα.

Εφόσον αυτές οι υποδομές δεν αξιοποιηθούν πλήρως, λένε εκπρόσωποι της αγοράς, δεν έχει λογική η δημιουργία νέων μονάδων καύσης, καθώς θα παρακάμπτονται τα προηγούμενα στάδια διαχείρισης αποβλήτων και θα τίθεται σε κίνδυνο η επίτευξη των εθνικών και ευρωπαϊκών στόχων ανακύκλωσης.

Οι ανησυχίες που αναδεικνύονται δεν περιορίζονται μόνο στο κόστος των νέων μονάδων αλλά και στην εφικτότητα του σχεδιασμού. Η Αττική, που παράγει σχεδόν το 40% των απορριμμάτων της χώρας, εξακολουθεί να στερείται βασικών υποδομών επεξεργασίας, με αποτέλεσμα να προεξοφλούνται νέες επεκτάσεις του ΧΥΤΑ Φυλής. Άνθρωποι της αγοράς προειδοποιούν ότι οι ΜΕΑ/ΜΑΑ δεν πρόκειται να ολοκληρωθούν έως το 2030, καθώς η παραγωγή απορριμματογενούς καυσίμου απαιτεί την αναβάθμιση των υπαρχουσών εγκαταστάσεων, άρα νέες δημοπρατήσεις και κατασκευές, γεγονός που μεταθέτει τα χρονοδιαγράμματα.

Αν και ο γενικός γραμματέας Διαχείρισης Αποβλήτων Μανώλης Γραφάκος εκτιμά ότι οι διαγωνισμοί θα προκηρυχθούν το 2026 ώστε οι μονάδες να λειτουργήσουν το 2029, η αγορά παραμένει επιφυλακτική. Παράλληλα, στελέχη της αγοράς υπενθυμίζουν ότι χωρίς προηγούμενη επεξεργασία και ανάκτηση υλικών, η ενεργειακή αξιοποίηση δεν έχει προοπτική, ενώ εκφράζονται φόβοι πως νέες μονάδες καύσης θα βρουν απέναντί τους τις τοπικές κοινωνίες.

Διαβάστε ακόμη