Στον «πάγο» παραμένει η ανακύκλωση φωτοβολταϊκών στην Ελλάδα, καθώς σύμφωνα με πηγές της αγοράς το τοπίο είναι θολό, ενώ εκκρεμούν ακόμα οι αποφάσεις αφενός για το ύψος της εισφοράς -αφού μέχρι σήμερα δεν έχει αποσαφηνιστεί αν υπόχρεος είναι ο εισαγωγέας των πάνελ ή ο κάτοχος του φωτοβολταϊκού- και αφετέρου για το καθεστώς διαχείρισης των «ιστορικών αποβλήτων». Η Ελλάδα δεν έχει καταφέρει μέχρι σήμερα να δώσει ξεκάθαρη απάντηση στο ζήτημα του τι συμβαίνει με τον φωτοβολταϊκό εξοπλισμό που αποσύρεται, την ώρα που η ηλιακή ενέργεια αναπτύσσεται με καταιγιστικούς ρυθμούς και προστίθενται περισσότερα από 2 GW νέων εγκαταστάσεων κάθε χρόνο.
Τα πρώτα μεγάλα έργα που υλοποιήθηκαν το 2010 πλησιάζουν σιγά – σιγά στο τέλος του κύκλου τους, καθώς οι συμβάσεις διάρκειας 27 ετών λήγουν η μία μετά την άλλη. Αυτό σημαίνει ότι χιλιάδες τόνοι πάνελ τίθενται εκτός λειτουργίας χωρίς να υπάρχει ακόμη θεσμοθετημένο και αξιόπιστο σύστημα ανακύκλωσης για τη διαχείρισή τους. Κι όμως, η τεχνολογία υπάρχει και εκτείνεται σε τρία στάδια: η ανακύκλωση ενός φωτοβολταϊκού πάνελ ξεκινά με την αποσυναρμολόγηση και την αφαίρεση των μεταλλικών μερών, συνεχίζεται με τη θραύση του ώστε να διαχωριστούν το γυαλί και το αλουμίνιο που αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος του βάρους, και ολοκληρώνεται με ειδικές διαδικασίες που επιτρέπουν την ανάκτηση πολύτιμων υλικών όπως το πυρίτιο, ο χαλκός και το ασήμι. Το αποτέλεσμα είναι ότι πάνω από το 85% των υλικών μπορεί να επαναχρησιμοποιηθεί, ενώ μόλις το 1% καταλήγει τελικά σε ταφή.
Στην πράξη, όπως παραδέχονται πηγές της αγοράς, ο γηρασμένος εξοπλισμός δεν οδηγείται σε μονάδες ανακύκλωσης, αλλά συσσωρεύεται, είτε στους ίδιους τους χώρους των πάρκων είτε σε αποθήκες που λειτουργούν πρόχειρα ως «ενδιάμεσοι σταθμοί». Ωστόσο, «ουδέν μονιμότερον του προσωρινού», με τους τόνους των παλαιών πάνελ να αυξάνονται συνεχώς και να συνθέτουν μια νέα, υποτιμημένη μέχρι σήμερα, περιβαλλοντική απειλή.
Αναφορικά με το ζήτημα της εισφοράς, πηγές της αγοράς τονίζουν ότι «αυτή τη στιγμή εκκρεμούν τα συμπεράσματα της ειδικής μελέτης που έχει αναθέσει ο ΕΟΑΝ, προκειμένου να οριστεί η τελική τιμή». Η μελέτη, η οποία έχει ανατεθεί σε ανεξάρτητη ελεγκτική εταιρεία, εκτιμάται ότι θα χρειαστεί ( στο καλύτερο δυνατό σενάριο) έξι μήνες για να ολοκληρωθεί, με τα πρώτα πορίσματα να αναμένονται στα τέλη του 2025 ή τις αρχές του 2026. Μέχρι τότε, το ποσό των 300 ευρώ ανά τόνο έχει υιοθετηθεί ως «προσωρινή ελάχιστη τιμή χρηματικής εισφοράς», γεγονός που προκαλεί ακινησία στην αγορά: «άλλοι φορείς θεωρούν το 300άρι υπερβολικά υψηλό σε σχέση με τις πραγματικές εκτιμήσεις κόστους που κινούνται γύρω στα 80–100 ευρώ, ενώ άλλοι υποστηρίζουν ότι μια υψηλή εισφορά είναι απαραίτητη για να διασφαλιστεί η χρηματοδότηση του συστήματος».
Η προηγούμενη πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ είχε εξετάσει τροποποίηση της νομοθεσίας, ώστε οι οφειλές να παρακρατούνται αυτόματα από τα έσοδα των επενδυτών μέσω του ΔΑΠΕΕΠ και να μην μπορεί να ηλεκτριστεί κανένα νέο έργο αν πρώτα δεν έχει καταβληθεί το τέλος ανακύκλωσης. Ωστόσο, οι αντιδράσεις που εκδηλώθηκαν «πάγωσαν» κάθε πρωτοβουλία, με αποτέλεσμα οι οφειλές να διογκωθούν και κανείς να μην γνωρίζει το πραγματικό τους ύψος. Η εκκρεμότητα αυτή έχει μετατραπεί σε ένα πρόβλημα «απειλεί να σκάσει στα χέρια της αγοράς», καθώς όπως σημειώνουν άνθρωποι με γνώση του θέματος «χωρίς ρύθμιση των παλιών χρεών είναι πρακτικά αδύνατο να στηθεί ένα αξιόπιστο σύστημα συλλογής και διαχείρισης των αποσυρμένων φωτοβολταϊκών πλαισίων».
Την ίδια στιγμή, παραμένει ανοιχτό και το δεύτερο κρίσιμο ζήτημα: από ποια χρονιά ξεκινά η ευθύνη του παραγωγού για τα λεγόμενα «ιστορικά απόβλητα». «Δεν υπάρχει σαφές θεσμικό πλαίσιο που να υποχρεώνει τους επενδυτές φωτοβολταϊκών και ειδικά τους παλαιούς, να πληρώνουν τέλος ανακύκλωσης για τα πάρκα τους». Το μεγαλύτερο πρόβλημα αφορά τα παλαιά έργα, καθώς η ευρωπαϊκή Οδηγία που ισχύει από το 2012 ξεκαθαρίζει ότι υπεύθυνοι για την καταβολή του τέλους ανακύκλωσης δεν είναι οι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά οι εταιρείες που εισήγαγαν τον φωτοβολταϊκό εξοπλισμό στην Ελλάδα. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι ελάχιστοι κατέβαλαν το σχετικό τέλος, καθώς η πλειονότητα των πάνελ που εγκαταστάθηκαν στη χώρα εισήχθησαν από την Κίνα μέσω άλλων χωρών της ΕΕ, χωρίς να περνούν από τα ελληνικά τελωνεία και συνεπώς χωρίς να καταγράφονται. Να σημειωθεί πως οι πληροφορίες λένε πως μέχρι το 2023 έχουν ανακυκλωθεί μόλις 36 τόνοι φωτοβολταϊκών πάνελ. Με δεδομένο ότι η συνολική εγκατεστημένη ισχύς ξεπερνά τα 5 GWp, εκτιμάται ότι μέχρι το 2040 θα προκύψουν χιλιάδες τόνοι αποβλήτων, καθιστώντας επιτακτική τη δημιουργία αξιόπιστου συστήματος ανακύκλωσης.
Στο επίκεντρο των αδυναμιών βρίσκεται και η καταγραφή των υπόχρεων παραγωγών, μαζί με την ιχνηλασιμότητα του εξοπλισμού. «Θεωρητικά, κάθε εισαγωγέας ή κατασκευαστής φωτοβολταϊκών πλαισίων οφείλει να είναι εγγεγραμμένος στο Εθνικό Μητρώο Παραγωγών (ΕΜΠΑ). Στην πράξη, όμως, το Μητρώο παραμένει ελλιπές, με αποτέλεσμα πολλοί εισαγωγείς να μένουν «αόρατοι» και να μην αποδίδουν τις εισφορές που τους αναλογούν», σημειώνουν πηγές. Την ίδια ώρα, η ευρωπαϊκή νομοθεσία έχει ήδη θεσπίσει το εργαλείο του ψηφιακού διαβατηρίου προϊόντος, που θα μπορούσε να εξασφαλίσει πλήρη ιχνηλασιμότητα: από την εισαγωγή του πάνελ μέχρι την τελική του διάθεση. Παράλληλα, οι τελωνειακές αρχές διαθέτουν τα στοιχεία για τους κωδικούς προϊόντων που αντιστοιχούν σε φωτοβολταϊκά, ωστόσο μέχρι σήμερα κανείς δεν έχει αξιοποιήσει αυτά τα δεδομένα για να εντοπιστούν οι πραγματικοί υπόχρεοι. Το αποτέλεσμα είναι ένα κενό εποπτείας που υπονομεύει την ίδια τη βιωσιμότητα του συστήματος ανακύκλωσης.
Η αγορά της ανακύκλωσης φωτοβολταϊκών, παρά τις εκκρεμότητες και τα εμπόδια, προσελκύει ολοένα και μεγαλύτερο επενδυτικό ενδιαφέρον. Ενδεικτικό είναι ότι πέρα από τα 2 εργοστάσια μικρής δυναμικότητας, που λειτουργούν στην Κρήτη και τη Ριτσώνα, πληροφορίες αναφέρουν πως υπάρχει και νέος παίκτης που θέλει να μπει στην αγορά. Σημειώνεται επίσης πως έχουν ήδη δημιουργηθεί και νέα συστήματα ανακύκλωσης τα οποία έρχονται να πλαισιώσουν την πολυετή παρουσία της Φωτοκύκλωσης. Πρόκειται για την «Ανακύκλωση – Ελληνικά Λατομεία Μ.Α.Ε. – RE-LAT ΑΕ» συμφερόντων του ομίλου AKTOR, την «PV REVIVE Συλλογικό Σύστημα Εναλλακτικής Διαχείρισης Α.Ε.», που αναπτύχθηκε με πρωτοβουλία της κινεζικής Jinko σε συνεργασία με την ΚΑΥΚΑΣ, καθώς και την «Ανακύκλωση Φωτοβολταϊκών Συστημάτων Α.Ε. – ANA.FOS» με έδρα τη Θεσσαλονίκη.
Διαβάστε ακόμη