Η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με μια κρίση που βαθαίνει χρόνο με τον χρόνο, καθώς η λειψυδρία παύει πλέον να είναι απειλή του μέλλοντος και μετατρέπεται σε πραγματικότητα του παρόντος. Με φόντο την αυξανόμενη ανεπάρκεια υδάτινων αποθεμάτων, την επίμονη μείωση των βροχοπτώσεων και τις ασφυκτικές πιέσεις στα ταμιευτήρια και τα υδροδοτικά δίκτυα, παρουσιάστηκε σε κυβερνητική σύσκεψη στο Μέγαρο Μαξίμου το Εθνικό Σχέδιο για τη Διαχείριση των Υδάτων. Σύμφωνα με πληροφορίες του energygame.gr, προς τα τέλη Αυγούστου αναμένεται νέα δέσμη ανακοινώσεων για την εξειδίκευση των μέτρων και των παρεμβάσεων, με την κυβέρνηση να προετοιμάζει την επόμενη φάση ενεργοποίησης του σχεδίου.

Ο κατακερματισμός της διαχείρισης νερού στην Ελλάδα, με τις 739 επιχειρήσεις ύδρευσης και αποχέτευσης να λειτουργούν με ετερογενή χαρακτηριστικά και άνισες δυνατότητες συμμόρφωσης, καθιστά σύμφωνα με την πολιτική ηγεσία επιτακτική τη συγκρότηση ενός ενιαίου θεσμικού πυλώνα. Ο νέος εθνικός φορέας που προωθείται στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου για τα Ύδατα θα έχει κεντρικό ρόλο στον συντονισμό, την εποπτεία και την υποστήριξη όλων των παρόχων υπηρεσιών ύδατος, διασφαλίζοντας κοινά πρότυπα, επάρκεια υποδομών και συμμόρφωση με τις ευρωπαϊκές και εθνικές υποχρεώσεις.

Στο πλαίσιο αυτής της μεταρρυθμιστικής τομής, ενισχύεται και ο ρόλος της ΕΥΔΑΠ, η οποία πέρα από την ιστορική της αρμοδιότητα στην Αττική, φαίνεται πως θα αναλάβει ενεργό ρόλο στην τεχνική και επιχειρησιακή υποστήριξη και άλλων περιοχών της χώρας, προσφέροντας τεχνογνωσία, εργαλεία και εμπειρία, ώστε να μειωθούν οι ανισότητες και να βελτιωθεί η συνοχή στον τομέα των υδάτων.

Κι όλα αυτά την ώρα που η Ελλάδα συγκαταλέγεται πλέον στις 20 πιο ευάλωτες χώρες του κόσμου ως προς τον κίνδυνο λειψυδρίας, καταλαμβάνοντας την 19η θέση στη σχετική κατάταξη του World Resources Institute. Οι προβλέψεις του εργαλείου Aqueduct κατατάσσουν το σύνολο της ελληνικής επικράτειας – και στα δύο βασικά σενάρια έως το 2050 – σε περιοχή “υψηλού” έως “εξαιρετικά υψηλού” κινδύνου. Την εικόνα επιβαρύνουν περαιτέρω οι προβλέψεις της διαΝΕΟσις, σύμφωνα με τις οποίες η μέση ετήσια βροχόπτωση αναμένεται να μειωθεί κατά 10%-20% την περίοδο 2026–2045, την ώρα που η θερμοκρασία θα αυξηθεί, επιτείνοντας την κατανάλωση και τη λειψυδρία.

Ήδη σήμερα, η Αττική δέχεται σοβαρή πίεση ως προς τα απολήψιμα αποθέματα νερού που τη στηρίζουν, ενώ οι ταμιευτήρες των Υδροηλεκτρικών Σταθμών της ΔΕΗ βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά, παρά τις αυξημένες βροχοπτώσεις των τελευταίων μηνών. Η μειωμένη παραγωγή ρεύματος από ΥΗΣ δημιουργεί επιπλέον πίεση στο ενεργειακό ισοζύγιο, οδηγώντας σε αύξηση του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο συγκυριακό: πρόκειται για δομική και διαρκώς εντεινόμενη κρίση, με τη χώρα να αντιμετωπίζει ταυτόχρονα μειούμενα αποθέματα, αυξανόμενη ζήτηση, πιο θερμά και ξηρά καλοκαίρια και διαρκή απώλεια υδρολογικής ισορροπίας.

Η επιδείνωση της κατάστασης αντανακλάται με σαφήνεια και στην εικόνα των υδροηλεκτρικών σταθμών της ΔΕΗ, που βρίσκονται σε ένα από τα χαμηλότερα σημεία της τελευταίας δεκαετίας. Τα υδάτινα αποθέματα στους ταμιευτήρες των ΥΗΣ κινούνται τις τελευταίες ημέρες μεταξύ 1.920 και 1.930 GWh. Πέρυσι την ίδια περίοδο, τον Ιούλιο του 2024, τα επίπεδα είχαν φτάσει στις 2.200 GWh, ενώ δύο χρόνια πριν – τον Ιούλιο του 2023 – προσέγγιζαν τις 2.800 GWh. Μέσα σε μόλις μία διετία έχουν «χαθεί» περισσότερες από 800 GWh, ενώ η μείωση σε ετήσια βάση ξεπερνά τις 300 GWh. Σε ποσοστό, το απόθεμα εμφανίζεται μειωμένο κατά 12% σε σχέση με πέρυσι και κατά 31% συγκριτικά με το 2023.

Χωρίς την υλοποίηση νέων έργων υποδομής, το ισοζύγιο υδάτων της χώρας αναμένεται να επιδεινωθεί δραματικά: από έλλειμμα -20% το 2026, σε -45% το 2037. Σε πολλές περιοχές – μεταξύ των οποίων η Κρήτη, οι Κυκλάδες, η Στερεά Ελλάδα και τα νησιά του Νοτίου Αιγαίου – η υδατική πίεση είναι ήδη ορατή, με την κατανάλωση να ξεπερνά σταθερά τα φυσικά όρια αναπλήρωσης.

Η κυβέρνηση προβάλλει ως επιχείρημα ότι από το 2019 μέχρι σήμερα έχουν υλοποιηθεί συνολικά 278 έργα ύδρευσης και άρδευσης σε 13 περιφέρειες της χώρας, με χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ, το Ταμείο Ανάκαμψης και το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων. Την ίδια ώρα, βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη 1.327 έργα (1.090 ύδρευσης και 237 άρδευσης), με ιδιαίτερη ένταση στις περιφέρειες του Νοτίου Αιγαίου, της Κρήτης, της Κεντρικής Μακεδονίας και της Ηπείρου. Ωστόσο, ο αποσπασματικός χαρακτήρας των παρεμβάσεων μέχρι σήμερα και η έλλειψη ενοποιημένης στρατηγικής ανέδειξαν την ανάγκη για έναν συνεκτικό και κεντρικά διαχειριζόμενο σχεδιασμό.

Το Εθνικό Σχέδιο για τα Ύδατα περιλαμβάνει πέντε στρατηγικούς άξονες. Ο πρώτος αφορά την αδιαπραγμάτευτη διατήρηση του δημόσιου χαρακτήρα του νερού, όπως ορίζει το Σύνταγμα και η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας. Ο δεύτερος άξονας επικεντρώνεται στη δημιουργία βιώσιμων και οικονομικά υγιών παρόχων ύδρευσης, άρδευσης και αποχέτευσης, με ενίσχυση των ΔΕΥΑ και των ΟΕΒ/ΤΟΕΒ και στόχο την αποδοτική λειτουργία με κοινωνικά αποδεκτές χρεώσεις. Ο τρίτος άξονας αφορά την καθιέρωση ενός ενιαίου, ολιστικού σχεδιασμού, που θα επιβλέπει την εκτέλεση όλων των απαραίτητων έργων και θα εξαλείψει τον σημερινό κατακερματισμό. Ο τέταρτος περιλαμβάνει την άμεση εφαρμογή δράσεων εντός εξαμήνου, με έμφαση σε γρήγορες παρεμβάσεις και ενημερωτική εκστρατεία για την υπεύθυνη χρήση νερού. Ο πέμπτος προβλέπει την ενεργή αξιοποίηση νέων τεχνολογιών, όπως μονάδες αφαλάτωσης, επαναχρησιμοποίησης και ανακύκλωσης νερού, ιδίως σε τουριστικές και άνυδρες περιοχές.

Το σχέδιο δεν αποσιωπά τις δομικές αδυναμίες του συστήματος. Περίπου το 40% του νερού που διοχετεύεται στα δίκτυα ύδρευσης και το 60% στα αρδευτικά συστήματα χάνεται λόγω διαρροών. Η χαμηλή εισπραξιμότητα, οι υπερβολικές καθυστερήσεις στην υλοποίηση έργων, οι ελλείψεις στον έλεγχο και η ανυπαρξία ενιαίου συστήματος εποπτείας επιβαρύνουν δραματικά το σύστημα. Σήμερα όπως αναφέρθηκε λειτουργούν 739 πάροχοι – δημοτικές επιχειρήσεις, οργανισμοί εγγείων βελτιώσεων και άλλοι φορείς – χωρίς συντονισμό ή κεντρική ευθύνη. Επιπλέον, οι παράνομες γεωτρήσεις και η αλόγιστη χρήση αρδευτικού νερού συνεχίζουν να επιβαρύνουν τα υπόγεια αποθέματα.

Το επόμενο κρίσιμο ορόσημο τοποθετείται στο τέλος Αυγούστου, οπότε – σύμφωνα με πηγές – αναμένεται νέα φάση ανακοινώσεων για την εφαρμογή του σχεδίου, με επικαιροποίηση των περιφερειακών προτεραιοτήτων και των πρώτων έργων-σημαία. Η φιλοδοξία είναι σαφής: η μετατροπή ενός τεχνικού σχεδίου σε λειτουργικό εργαλείο πολιτικής για τη βιώσιμη και ανθεκτική διαχείριση του νερού στη χώρα.

Διαβάστε ακόμη