Στην κορυφή της παγκόσμιας κατάταξης ESG βρίσκεται η Ευρώπη, με μέσο δείκτη 80,6 για τις μεγάλες εταιρείες της, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία για το 2024. Η Ελλάδα, ωστόσο, προσπαθεί ακόμη να βρει ρυθμό και να ακολουθήσει: οι εισηγμένες της επιχειρήσεις καταγράφουν μέση βαθμολογία μόλις 57,3, σημαντικά χαμηλότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η εικόνα αυτή ενισχύεται από την ποσοστιαία κατανομή των ESG βαθμολογιών για την περίοδο 2016–2023, όπου παρατηρείται στασιμότητα στο ποσοστό των εταιρειών με υψηλή επίδοση και μικρή βελτίωση στην κατηγορία «μέτριας» επίδοσης.

Οι διακυμάνσεις στις ESG επιδόσεις καταγράφονται βάσει δεδομένων της Refinitiv και ανάλυσης της HAEE. Όπως αναφέρεται, στην Ευρώπη, οι επιχειρήσεις με κορυφαίες επιδόσεις («leaders») είναι εκείνες που παρουσιάζουν ευθυγράμμιση με τον στόχο της κλιματικής ουδετερότητας, ενώ σε παγκόσμιο επίπεδο διαπιστώνονται περιφερειακές ανισότητες, με τις ανεπτυγμένες οικονομίες να υπερέχουν συστηματικά έναντι των αναδυόμενων. Ειδικά για την Ελλάδα, επισημαίνεται ότι οι περισσότερες εισηγμένες εξακολουθούν να κατατάσσονται στις κατηγορίες με χαμηλή έως μέτρια ESG απόδοση, γεγονός που ερμηνεύεται ως υστέρηση έναντι των ευρωπαϊκών απαιτήσεων.

Σε ό,τι αφορά την εγχώρια αγορά κεφαλαίου, σημειώνεται ότι ο δείκτης ATHEX ESG περιλαμβάνει 60 εταιρείες με συνολική κεφαλαιοποίηση 40,67 δισ. ευρώ και μέσο μέγεθος εταιρείας τα 677,8 εκατ. ευρώ. Ο εν λόγω δείκτης δεν αποτιμά το επίπεδο ESG επίδοσης, αλλά τη συμμόρφωση και την ύπαρξη πολιτικών και διαδικασιών, όπως ορίζεται στον Οδηγό Μεθοδολογίας: «Η αξιολόγηση βασίζεται στη διαθεσιμότητα δημοσιευμένων πληροφοριών ESG και όχι στο τελικό επίπεδο απόδοσης».

Από την πλευρά της τραπεζικής χρηματοδότησης, τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος αποτυπώνουν σαφή αύξηση των δανείων προς τον ενεργειακό τομέα από το 2017 έως το 2023. Το σύνολο των δανείων προς τις ενεργειακές επιχειρήσεις υπερδιπλασιάστηκε, καταγράφοντας σταθερά ανοδική πορεία, με τις χορηγήσεις να προσεγγίζουν τα 4 δισ. ευρώ το 2023. Παράλληλα, το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (Non-Performing Exposures – NPE) στον κλάδο εμφανίζεται σημαντικά μειωμένο έναντι άλλων τομέων της οικονομίας, γεγονός που συνδέεται με τη χαμηλή πιστωτική έκθεση και την αυξημένη ανθεκτικότητα των ενεργειακών επιχειρήσεων.

Η αυξητική αυτή τάση συμπίπτει με τη μετατόπιση των τραπεζικών πρακτικών προς ένα πιο αυστηρό ESG πλαίσιο, καθώς στις νέες χορηγήσεις ενσωματώνονται σταδιακά δείκτες βιωσιμότητας και προϋποθέσεις συμμόρφωσης με την ευρωπαϊκή ταξινομία. Οι πιστοδοτήσεις εξετάζονται πλέον όχι μόνο με βάση την οικονομική βιωσιμότητα, αλλά και την περιβαλλοντική και κοινωνική απόδοση του εκάστοτε έργου ή φορέα.

Σημειώνεται επίσης ότι, σύμφωνα με τα διαγράμματα της ανάλυσης, ο ενεργειακός τομέας αποτελεί έναν από τους βασικούς αποδέκτες χρηματοδοτήσεων στο πλαίσιο του RRF και των πράσινων εργαλείων της ΕΕ. Η σύνδεση ESG–χρηματοδότησης παγιώνεται και θεσμικά, με τις ενεργειακές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις ΑΠΕ και σε τεχνολογίες καθαρής ενέργειας να αποκτούν συγκριτικό πλεονέκτημα στην πρόσβαση σε δανειακά κεφάλαια μέσω πράσινων ομολόγων και ειδικών τραπεζικών προϊόντων, όπως τα sustainability-linked loans.

Η συγκλίνουσα αυτή πορεία ESG επίδοσης και τραπεζικής αξιολόγησης διαμορφώνει ένα νέο περιβάλλον στην αγορά ενέργειας, όπου η συμμόρφωση δεν είναι πλέον απλώς ρυθμιστική απαίτηση, αλλά καθοριστικός παράγοντας ανταγωνιστικότητας και κόστους χρηματοδότησης.

Διαβάστε ακόμη