Εντείνονται οι διεργασίες γύρω από το σχέδιο για την ανάπτυξη μονάδων ενεργειακής αξιοποίησης απορριμμάτων. Μέσα στις επόμενες ημέρες αναμένεται να κατατεθεί η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) με τον Γενικό Γραμματέα Συντονισμού Διαχείρισης Αποβλήτων του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Μανώλη Γραφάκο να επισημαίνει σε πάνελ του συνεδρίου «Ενεργειακή Αξιοποίηση Αποβλήτων Βιομάζα – Βιομεθάνιο 2025» πως «το σχέδιο είναι σαφές και υλοποιήσιμο».
Ειδικότερα, το σχέδιο του ΥΠΕΝ για την ενεργειακή αξιοποίηση αποβλήτων ξεδιπλώνεται σε τρία διαδοχικά στάδια, με χρονικό ορίζοντα έως το 2026. Πρώτο βήμα είναι η κατάθεση της Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων. Στη συνέχεια, μέσα στο 2025, προγραμματίζεται η διαμόρφωση του θεσμικού πλαισίου, έπειτα από ανοιχτό διάλογο με την αγορά και την κοινωνία, το οποίο θα καθορίσει όλες τις βασικές παραμέτρους – μεταξύ αυτών και τις λεπτομέρειες του διαγωνισμού για τις νέες μονάδες.
Το τρίτο και καθοριστικό βήμα είναι να έχει ολοκληρωθεί το 2026 η δημοπράτηση όλων των μονάδων επεξεργασίας αποβλήτων, με τριετή περίοδο κατασκευής και δοκιμαστική λειτουργία. Με αυτό το χρονοδιάγραμμα τα νέα εργοστάσια προβλέπεται να τεθούν σε λειτουργία το 2030. Οι συζητήσεις κινούνται αυτή τη στιγμή πάνω σε τρεις άξονες. Αρχικά, αναμένεται να δούμε ποιο θα είναι το σχήμα των διαγωνισμών, με ανθρώπους της αγοράς να αναφέρουν πως το μοντέλο ΣΔΙΤ φαίνεται να προκρίνεται. Πολλοί σημαντικοί παίκτες της αγοράς (ΔΕΗ, ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, AKTOR, Μotor Oil, Metlen, Mesogeios) έχουν εκδηλώσει άτυπα το ενδιαφέρον τους και ετοιμάζονται να μπουν στην ενεργειακή αξιοποίηση των απορριμμάτων. Το ερώτημα που τίθεται στο τραπέζι είναι το σχήμα και το μοντέλο με το όποιο θα τρέξει η διαγωνιστική διαδικασία.
Ωστόσο, αν τα έργα προχωρήσουν με μοντέλο ΣΔΙΤ θα συμμετέχουν οι ιδιώτες με ιδιωτικά κεφάλαια και δάνεια αλλά και το Δημόσιο. Συνεπώς, για να προχωρήσουν οι μονάδες καύσης πρέπει να βρεθούν τα κονδύλια για τη συμμετοχή του Δημοσίου. Η σκέψη είναι να βγει ένας ενιαίος διαγωνισμός για όλες τις μονάδες. Οι μονάδες θα κατασκευαστούν από ιδιώτες με 25ετείς συμβάσεις λειτουργίας, στις οποίες το Δημόσιο θα δεσμεύεται να τις τροφοδοτεί με συγκεκριμένες ποσότητες απορριμματογενών καυσίμων.
Υπενθυμίζεται πως η μελέτη που έχει εκπονήσει η ENVIROPLAN για λογαριασμό του ΥΠΕΝ εξετάζει διάφορα σενάρια προκρίνοντας εκείνο της κατασκευής έξι μονάδων, δίνοντας μια ενδεικτική χωροθέτηση: Στη Ροδόπη, καλύπτοντας όλη την Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης. Στην Κοζάνη, καλύπτοντας Κεντρική Μακεδονία, Δυτική Μακεδονία, Ήπειρο, Θεσσαλία και Κέρκυρα. Στην Πελοπόννησο (σε μία από τις περιφερειακές ενότητες Αρκαδίας, Ηλείας ή Αχαΐας) καλύπτοντας τις Περιφέρειες Δυτικής Ελλάδας, Πελοποννήσου και το Ιόνιο πλην Κέρκυρας. Στη Βοιωτία, καλύπτοντας τμήματα της Στερεάς Ελλάδας και τη Δυτική Αττική. Στην Αττική, καλύπτοντας την Υπόλοιπη Αττική, τα νησιά του Βορείου Αιγαίου και τμήμα των Κυκλάδων και των Δωδεκανήσων. Τέλος, στο Ηράκλειο, καλύπτοντας όλη την Κρήτη, τη Σαντορίνη, την Κάρπαθο και τη Ρόδο.
Κομβικό ζήτημα που τίθεται στον πυρήνα του σχεδιασμού είναι η ίδια η διαθεσιμότητα του υλικού που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί ενεργειακά. Όπως ξεκαθάρισε ο Μανώλης Γραφάκος, σήμερα δεν υπάρχει επαρκές υπόλειμμα για να στηρίξει τη λειτουργία ενός τέτοιου δικτύου μονάδων. Η πλειονότητα των απορριμμάτων είτε καταλήγει απευθείας στον πράσινο κάδο, είτε οδηγείται σε χώρους ταφής χωρίς να έχει προηγηθεί ουσιαστική διαλογή και επεξεργασία. Η παραγωγή ενεργειακά αξιοποιήσιμου υπολείμματος – όπως το δευτερογενές καύσιμο SRF – απαιτεί πρώτα την πλήρη ανάπτυξη του συστήματος υποδομών και διαλογής στην πηγή. Εκτιμάται ότι στη χώρα μας το 2030 θα παράγονται 1.450.339 τόνοι «απορριμματογενών ενεργειακών πρώτων υλών (ΑΕΠΥ)». Ο όρος αυτός αντιστοιχεί σε όλα τα προϊόντα της επεξεργασίας σύμμεικτων σκουπιδιών, όπως το SRF (που ονομάζεται και «κλάσης 3» και είναι καλύτερης ποιότητας) και το RDF, που είναι υποδεέστερης ποιότητας.
Πρόκειται ουσιαστικά για τα κοινά απορρίμματα που, αφού υποστούν μηχανική επεξεργασία στις μονάδες διαχείρισης, μετατρέπονται σε ένα συμπιεσμένο υλικό τύπου πέλετ, γνωστό ως SRF (Solid Recovered Fuel). Το υλικό αυτό αποτελεί το τελικό υπόλειμμα μετά την ανακύκλωση και την απομάκρυνση των οργανικών, και μπορεί να αξιοποιηθεί ως εναλλακτικό καύσιμο. Όλες οι μονάδες επεξεργασίας απορριμμάτων που έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια από το Υπουργείο Περιβάλλοντος παράγουν αυτό το δευτερογενές καύσιμο, το οποίο σήμερα κατευθύνεται σχεδόν αποκλειστικά στην τσιμεντοβιομηχανία. Εκεί χρησιμοποιείται ως υποκατάστατο συμβατικών καυσίμων, με τις βιομηχανίες να αποζημιώνονται για την ενεργειακή του χρήση.
Όπως επισημαίνεται στο χρονοδιάγραμμα του ΥΠΕΝ, η διαγωνιστική διαδικασία για τις ενεργειακές μονάδες δεν μπορεί να ξεκινήσει προτού συμβασιοποιηθούν και τεθούν σε λειτουργία όλες οι μονάδες επεξεργασίας αποβλήτων, οι οποίες θα διασφαλίσουν τη σταθερή και ποιοτική ροή υλικού. Μάλιστα, όπως σχολίασε ο κ. Γραφάκος η Ελλάδα διαθέτει σήμερα 13 μονάδες επεξεργασίας αποβλήτων σε λειτουργία, ενώ 25 βρίσκονται υπό κατασκευή. Μέσα στους επόμενους μήνες θα πέσουν οι υπογραφές για τις μονάδες σε Κέρκυρα, Λάρισα, Καβάλα. «Η ενεργειακή αξιοποίηση δεν μπορεί να προηγηθεί — είναι το τελικό στάδιο μιας αλυσίδας που σήμερα ακόμα ολοκληρώνεται», σχολίασε.
H τρίτη εκκρεμότητα αφορά το τέλος εισόδου, ή αλλιώς gate fee, δηλαδή το κόστος ανά τόνο απορριμμάτων που μπαίνει στις μονάδες επεξεργασίας και ενεργειακής αξιοποίησης. Η επιθυμία του ΥΠΕΝ, όπως εκφράστηκε από τον κ. Γραφάκο είναι να να κινείται στα ίδια επίπεδα με το τέλος ταφής ώστε να μην επιβαρυνθούν περαιτέρω οι πολίτες.
Διαβάστε ακόμη