Θίσβη, Ιτέα και Λαύριο βρίσκονται στο επίκεντρο του σχεδιασμού για την εγκατάσταση μονάδων αφαλάτωσης, καθώς προκρίνονται – σύμφωνα με πληροφορίες του energygame.gr – ως οι επικρατέστερες μεταξύ έξι συνολικά περιοχών που εξετάζει η ΕΥΔΑΠ. Οι αφαλατώσεις αντιμετωπίζονται πλέον ως «στρατηγική εφεδρεία» για την ενίσχυση της υδροδότησης της Αττικής, σε μια περίοδο που η κλιματική αλλαγή, η παρατεταμένη ανομβρία και η αυξανόμενη κατανάλωση εντείνουν τις πιέσεις στο υδροδοτικό σύστημα της πρωτεύουσας.

Ο Χάρης Σαχίνης, διευθύνων σύμβουλος της ΕΥΔΑΠ, αναφερόμενος πρόσφατα στο ενδεχόμενο αξιοποίησης της τεχνολογίας αφαλάτωσης ως λύσης ενίσχυσης της υδροδοτικής επάρκειας, τόνισε ότι η διαδικασία θα μπορούσε να προχωρήσει με απλό και διαφανή τρόπο μέσω διαγωνισμού. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε στο πλαίσιο του Workshop που διοργάνωσε το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΤΕΕ), η ΕΥΔΑΠ, το Ινστιτούτο ΤΕΕ-ΤΜΕΔΕ και το Ινστιτούτο «We are Greece» σημασία έχει να βγουν τα σημεία και να αφήσουμε τους ενδιαφερόμενους να καταθέσουν τις προσφορές τους». Με τον τρόπο αυτόν εκτιμά ότι η υλοποίηση θα είναι πιο γρήγορη και τα κόστη πιο ανταγωνιστικά, ενώ δεν θα απαιτηθεί η κατασκευή νέων υποδομών για τη σύνδεση με το υφιστάμενο δίκτυο. Μεταξύ των ενδιαφερομένων περιλαμβάνονται ισχυροί ενεργειακοί όμιλοι, καθώς και ισραηλινές εταιρείες με σχετική εξειδίκευση.

Η ΕΥΔΑΠ εξετάζει και την ανάπτυξη μονάδων αφαλάτωσης με έμφαση στο υφάλμυρο νερό, το οποίο απαιτεί μικρότερο ενεργειακό κόστος επεξεργασίας σε σχέση με τη θαλασσινή αφαλάτωση. Για παράδειγμα η εγκατάσταση μονάδας αφαλάτωσης υφάλμυρου νερού είναι η Ιτέα, κοντά στην Κίρρα, λόγω της προσβασιμότητας σε υφάλμυρα αποθέματα. Η επιλογή της Ιτέας βασίζεται στο χαμηλότερο κόστος ενεργειακής επεξεργασίας του υφάλμυρου νερού, το οποίο είναι σημαντικά μικρότερο σε σύγκριση με τη θαλασσινή αφαλάτωση. Το εκτιμώμενο κόστος επεξεργασίας ανέρχεται σε 30-35 λεπτά ανά κυβικό μέτρο, που αντιστοιχεί περίπου στο 1/3 του κόστους της παραδοσιακής αφαλάτωσης θαλασσινού νερού.

Πηγές αναφέρουν ότι αυτή την περίοδο βρίσκονται σε εξέλιξη οι προμελέτες που εκπονεί η ΕΥΔΑΠ για την ακριβή χωροθέτηση των μονάδων αφαλάτωσης. Καθοριστικός παράγοντας για την τελική επιλογή των τοποθεσιών αποτελεί η εγγύτητα με υφιστάμενα δίκτυα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς πρόκειται για ενεργοβόρες εγκαταστάσεις με υψηλό λειτουργικό φορτίο. Υπό αυτό το πρίσμα, θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι η υλοποίηση των έργων θα συνοδευτεί από συμφωνίες προμήθειας πράσινης ενέργειας, με στόχο τόσο τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος όσο και τη διασφάλιση της οικονομικής τους βιωσιμότητας. Στο τραπέζι των συζητήσεων τίθενται και ορισμένες τεχνικές λεπτομέρειες οι οποίες σχετίζονται με τη διαδρομή που θα κάνει το νερό από την μονάδα αφαλάτωσης, γεγονός που αναμένεται να επηρεάσει και το τελικό κόστος.

Επίσης, σε αυτό το στάδιο, η περιβαλλοντική αδειοδότηση αναδεικνύεται σε κρίσιμο παράγοντα για την υλοποίηση των μονάδων αφαλάτωσης. «Κάθε έργο αφαλάτωσης απαιτεί την εκπόνηση Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ), η οποία αξιολογεί τις δυνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και καθορίζει τα απαραίτητα μέτρα μετριασμού. Η διαδικασία αυτή διασφαλίζει ότι οι μονάδες θα λειτουργούν με σεβασμό στο περιβάλλον, τηρώντας τις σχετικές νομοθετικές διατάξεις και προωθώντας τη βιώσιμη ανάπτυξη», επισημαίνουν πηγές με γνώση του θέματος.

Την ίδια ώρα, στο επίκεντρο τίθεται η ανάγκη επιτάχυνσης των διαδικασιών ωρίμανσης, ώστε να προχωρήσουν οι διαγωνιστικές διαδικασίες. Στόχος είναι να περιοριστεί ο χρόνος που απαιτείται για την προετοιμασία των δημοπρατήσεων και την εκκίνηση των έργων, αποτρέποντας ενδεχόμενες καθυστερήσεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε κρίσεις υδατικής επάρκειας στο άμεσο μέλλον. «Αν εφησυχάσουμε, θα το βρούμε μπροστά μας πολύ σύντομα», προειδοποιούν χαρακτηριστικά. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, στόχος είναι να έχουν ληφθεί οι πρώτες αποφάσεις εντός του καλοκαιριού.

Το δεύτερο φλέγον ζήτημα που αναδεικνύεται είναι το ποιος τελικά «θα πληρώσει τον λογαριασμό γι’ αυτά τα έργα». Κύκλοι της αγοράς επισημαίνουν στο energygame.gr πως το ερώτημα αυτό κυριαρχεί στις συζητήσεις του ΥΠΕΝ και της ΕΥΔΑΠ, με δεδομένο το γεγονός πως στον δημόσιο προϋπολογισμό δεν υπάρχουν διαθέσιμα 10 δισεκατομμύρια ευρώ για την κάλυψη των επενδύσεων που απαιτούνται για την αντιμετώπιση της λειψυδρίας μέχρι το 2030.

Ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σταύρος Παπασταύρου, σε δημόσια τοποθέτησή του έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στο κρίσιμο αυτό σκέλος, χαρακτηρίζοντας την εξεύρεση των απαραίτητων κονδυλίων ως τον δεύτερο θεμελιώδη πυλώνα της εθνικής στρατηγικής απέναντι στη λειψυδρία. Όπως υπογράμμισε η αναζήτηση και διάθεση πρόσθετων χρηματοδοτικών πόρων για την ενίσχυση των υφιστάμενων και τη δημιουργία νέων υποδομών αποτελεί μια δύσκολη πρόκληση, την οποία όμως η χώρα δεν μπορεί πλέον να αναβάλει. «Δεν υπάρχει πια χρόνος να μη γίνουν αυτές οι επενδύσεις», τόνισε χαρακτηριστικά, θέτοντας με σαφήνεια την αναγκαιότητα άμεσης κινητοποίησης όλων των διαθέσιμων εργαλείων για την κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού.

Διαβάστε ακόμη