Η Βρετανία θα μειώσει τους λογαριασμούς ενέργειας κατά περίπου 150 λίρες (198,23 δολάρια) ετησίως κατά μέσο όρο, μεταφέροντας ορισμένα κόστη στη γενική φορολογία και περικόπτοντας ένα υφιστάμενο πρόγραμμα χρηματοδότησης για βελτιώσεις κατοικιών, όπως δήλωσε την Τετάρτη η υπουργός Οικονομικών Ρέιτσελ Ριβς. Σύμφωνα με το Reuters, η απόφαση εντάσσεται στη συνολική προσπάθεια της κυβέρνησης να ελαφρύνει την οικονομική πίεση που δέχονται τα νοικοκυριά από τις υψηλές τιμές ρεύματος και αερίου, οι οποίες έχουν επιβαρυνθεί τα τελευταία χρόνια από γεωπολιτικές εντάσεις, διακυμάνσεις στις τιμές φυσικού αερίου και τη γενικότερη ανάγκη αναδιάρθρωσης του ενεργειακού συστήματος.

Το πρόγραμμα Energy Company Obligation (ECO), το οποίο υποχρεώνει τις ενεργειακές εταιρείες να χρηματοδοτούν μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας για νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος—όπως θερμομόνωση, αναβάθμιση θέρμανσης και άλλες ενεργειακές παρεμβάσεις—θα καταργηθεί τον Απρίλιο του 2026, όπως ανακοίνωσε η Ριβς. Το σύστημα είχε καθιερωθεί για να βοηθάει ευάλωτες ομάδες να μειώσουν την κατανάλωση ενέργειας και να βελτιώσουν τις συνθήκες διαβίωσης, μεταφέροντας μέρος του κόστους στους παρόχους ενέργειας οι οποίοι στη συνέχεια το επιμερίζονταν στους καταναλωτές μέσω των λογαριασμών ρεύματος.

Το πρόγραμμα ECO βρίσκεται στο στόχαστρο της βρετανικής κυβέρνησης

Το ECO βρέθηκε στο επίκεντρο κριτικής τον προηγούμενο μήνα, μετά από έκθεση του National Audit Office, η οποία προειδοποίησε για πιθανές περιπτώσεις απάτης, κακοδιαχείρισης και χαμηλής ποιότητας εργασιών. Τα ευρήματα αυτά εγείρουν σοβαρά ερωτήματα σχετικά με την αποτελεσματικότητα και την εποπτεία του συστήματος, ενισχύοντας τα κυβερνητικά επιχειρήματα υπέρ της κατάργησής του. Ωστόσο, οργανώσεις περιβάλλοντος και κοινωνικής πολιτικής αντιτάχθηκαν έντονα στην πλήρη κατάργηση, υποστηρίζοντας ότι μια μεταρρύθμιση θα ήταν πιο αποτελεσματική και κοινωνικά δίκαιη λύση.

Η Greenpeace UK, δια της επικεφαλής πολιτικής Άμι ΜακΚάρθι, σχολίασε ότι «η περικοπή του προγράμματος θερμομόνωσης και της σχετικής χρηματοδότησης κινδυνεύει να αφήσει εκατομμύρια νοικοκυριά αντιμέτωπα με ενεργειακή φτώχεια, παγιδευμένα σε κρύα και υγρά σπίτια». Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις τονίζουν ότι, μακροπρόθεσμα, τα μέτρα ενεργειακής απόδοσης εξασφαλίζουν χαμηλότερους λογαριασμούς και μειωμένες εκπομπές, και ότι η κατάργησή τους μπορεί να αποδειχθεί επιβαρυντική τόσο για τα νοικοκυριά όσο και για τους κλιματικούς στόχους του Ηνωμένου Βασιλείου.

Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση ανακοίνωσε και ένα ακόμη βήμα προς τη μείωση των λογαριασμών: το 75% του κόστους του Renewables Obligation —ενός μηχανισμού που χρηματοδοτεί την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές— θα μεταφερθεί επίσης στη γενική φορολογία, σύμφωνα με τα έγγραφα του προϋπολογισμού. Το Renewables Obligation αποτελεί βασικό εργαλείο στήριξης των επενδύσεων σε πράσινη ενέργεια, αλλά το κόστος του μετακυλίεται στους καταναλωτές μέσω των λογαριασμών, αυξάνοντας το τελικό ποσό που πληρώνουν.

Η κυβέρνηση επιδιώκει να μειώσει το κόστος των λογαριασμών ενέργειας

Με τη μεταφορά μεγάλου μέρους αυτών των επιβαρύνσεων στους κρατικούς πόρους, η κυβέρνηση επιδιώκει να μειώσει άμεσα το κόστος που αντιμετωπίζουν τα νοικοκυριά, ιδιαίτερα ενόψει του χειμώνα. Ωστόσο, αναλυτές επισημαίνουν ότι η μεταφορά αυτών των δαπανών στη φορολογία μπορεί να έχει δημοσιονομικές επιπτώσεις που θα χρειαστούν προσεκτική διαχείριση.

Σύμφωνα με την Ofgem, τον ρυθμιστικό φορέα ενέργειας, χωρίς αυτές τις παρεμβάσεις το ενεργειακό price cap—δηλαδή το ανώτατο όριο τιμών στους τυπικούς λογαριασμούς—θα έφθανε τον Ιανουάριο τις 1.758 λίρες ετησίως, περίπου 12% υψηλότερα από το επίπεδο των 1.568 λιρών στο οποίο βρισκόταν όταν το κόμμα των Εργατικών ανέλαβε την εξουσία τον Ιούλιο του 2024. Τα στοιχεία αυτά αντικατοπτρίζουν τις έντονες αυξομειώσεις της αγοράς ενέργειας και τονίζουν τη σημασία της κυβερνητικής παρέμβασης για την προστασία των καταναλωτών.

Συνολικά, οι αλλαγές αυτές δείχνουν μια προσπάθεια αναμόρφωσης του τρόπου με τον οποίο χρηματοδοτούνται οι ενεργειακές πολιτικές στη Βρετανία, με στόχο τη μείωση του βραχυπρόθεσμου κόστους για τα νοικοκυριά, αλλά με ανοικτό ακόμη το ερώτημα για το πώς θα διασφαλιστεί η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα και η κοινωνική δικαιοσύνη του συστήματος.

Διαβάστε ακόμη