Ενώ η διεθνής αγορά δείχνει να έχει μαγευτεί από τα SMR, τις μικρές, ευέλικτες μονάδες που υπόσχονται να αλλάξουν την εικόνα της πυρηνικής ενέργειας, φωνές μέσα από τον κλάδο προειδοποιούν: «ας μη βιαζόμαστε να ξεγράψουμε τους μεγάλους αντιδραστήρες».
Κι αυτό γιατί, όπως τονίζουν ειδικοί της αγοράς, οι μεγάλοι αντιδραστήρες παραμένουν το πιο ασφαλές, δοκιμασμένο και ώριμο τεχνολογικά στοίχημα. Διαθέτουν τα πιο εξελιγμένα συστήματα ασφαλείας, στηρίζονται σε δεκαετίες τεχνογνωσίας και εμπειρίας, και το κυριότερο – γνωρίζουμε ήδη πώς κατασκευάζονται, ποια είναι τα τεχνικά τους όρια και ποιο είναι το πραγματικό τους κόστος.
Αντίθετα, οι SMR, όσο κι αν αποτελούν τεχνολογικό θαύμα στα χαρτιά, παραμένουν σε μεγάλο βαθμό θεωρητικοί στη Δύση. Η συζήτηση για το κόστος, τη λειτουργικότητα και τις ρυθμιστικές απαιτήσεις τους βρίσκεται ακόμη στο επίπεδο των μοντέλων. Το πρώτο έργο SMR που πραγματικά δοκιμάζει τη Δύση είναι αυτό της General Electric στο Οντάριο του Καναδά. Κι όμως, πριν ακόμη ξεκινήσει να λειτουργεί, έχει ήδη ξεπεράσει χρονικούς και οικονομικούς «λογαριασμούς». Αν αυτό το πρώτο εγχείρημα αποτύχει, η ζημιά στο αφήγημα των SMR θα είναι τεράστια – γιατί θα φανεί ότι η «οικονομία κλίμακας» και η ευελιξία τους δεν είναι τόσο απλές όσο φαντάζουν στα συνέδρια και στα powerpoints.
Με αυτά τα δεδομένα, όσοι γνωρίζουν τον ενεργειακό σχεδιασμό εκ των έσω λένε πως μια χώρα που ξεκινά από το μηδέν –όπως η Ελλάδα– δεν μπορεί να πειραματίζεται. Αν πρόκειται να γίνει το πρώτο βήμα, πρέπει να γίνει με μια τεχνολογία ώριμη, αποδεδειγμένη, αξιόπιστη. Γιατί, όπως σημειώνουν, η Ελλάδα δεν χρειάζεται απλώς 300 MW, αλλά ισχύ που να καλύπτει σταθερά το φορτίο βάσης: το 80% των ωρών του έτους, η χώρα καταναλώνει πάνω από 1,2 GW ορυκτών καυσίμων.
«Δεν αρκεί να λες ότι θες πυρηνική ενέργεια», επισημαίνει έμπειρος μηχανικός του κλάδου. «Πρέπει πρώτα να ξέρεις τι πρόβλημα πας να λύσεις». Και γι’ αυτό, όπως εξηγούν πηγές, «η επιλογή δεν μπορεί να γίνει με μόδα ή εντυπωσιασμούς, αλλά με ρεαλισμό και τεχνική επάρκεια».
Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα οφείλει να εξετάσει όλα τα σενάρια, από τις πιο ώριμες τεχνολογίες σχάσης μέχρι τα μελλοντικά σχήματα σύντηξης – αλλά με μια σταθερή προϋπόθεση: να αποκτήσει πρώτα το θεσμικό και τεχνικό υπόβαθρο που θα επιτρέψει να μπει στο τραπέζι η καινοτομία.
Γιατί, όπως παρατηρούν άνθρωποι της αγοράς, «στις εργοστασιακές ρυθμίσεις του ελληνικού κράτους δεν περιλαμβάνεται η τεχνολογία».
Διαβάστε ακόμη
