Την προσδοκία τους για εξελίξεις στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας στη χώρα μας εκφράζουν πηγές της αγοράς στο energygame.gr. Ωστόσο, τα πράγματα μόνο εύκολα δεν είναι, καθώς εάν τελικά η Πολιτεία επιλέξει να εντάξει αυτήν την πηγή ενέργειας στον ενεργειακό χάρτη της χώρας, θα χρειαστούν περίπου 15 χρόνια μέχρι να πάρει σάρκα και οστά ο πρώτος πυρηνικός αντιδραστήρας, ενώ θα πρέπει να προηγηθούν χρόνια προετοιμασίας και θέσπισης του ρυθμιστικού πλαισίου. Ως ενθαρρυντικές ερμηνεύονται οι πρόσφατες δηλώσεις του υφυπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Νίκου Τσάφου, ο οποίος συμμετείχε στη συνάντηση της Πυρηνικής Συμμαχίας ως παρατηρητής.

Υπενθυμίζεται πως ο κ. Τσάφος είχε δηλώσει ότι «η πυρηνική ενέργεια είναι απόλυτα απαραίτητη για το ευρωπαϊκό σύστημα — για να πετύχουμε τους στόχους της κλιματικής ουδετερότητας και της στρατηγικής αυτονομίας. Αν και η Ελλάδα δεν διαθέτει πυρηνική ενέργεια, επωφελείται από την παρουσία της στο ευρωπαϊκό ενεργειακό σύστημα. Πρέπει να βλέπουμε το συνολικό κόστος του συστήματος και όχι μόνο το κόστος μιας τεχνολογίας καθαυτό· κάτι τέτοιο αναδεικνύει τη συνεισφορά της πυρηνικής ενέργειας».

Πηγές της αγοράς αναφέρουν ότι αυτή η θετική στάση του ΥΠΕΝ θα πρέπει να συνοδευτεί από συγκεκριμένες κινήσεις, όπως η ένταξη της πυρηνικής ενέργειας στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ). Όπως υπογραμμίζουν, «η πυρηνική ενέργεια δεν είναι βραχυπρόθεσμη λύση, αλλά μακροπρόθεσμη. Για να δημιουργηθεί ένα πυρηνικό πρόγραμμα δεν αρκεί μια μέρα· απαιτείται η εμπλοκή πολλών φορέων και θεσμών». Οι ίδιες πηγές προσθέτουν ότι θα χρειαστεί τουλάχιστον μια οκταετία για να διαμορφωθεί το απαραίτητο πλαίσιο — πρωτίστως το ρυθμιστικό. Θα πρέπει να θεσπιστεί νόμος και να συσταθεί ρυθμιστικός φορέας πυρηνικής ενέργειας. Από τη στιγμή που θα ολοκληρωθεί αυτή η φάση, θα απαιτηθεί ακόμη περίπου μια 15ετία έως την κατασκευή και λειτουργία του πρώτου πυρηνικού αντιδραστήρα.

Το κρίσιμο ερώτημα, ωστόσο, είναι κατά πόσο η κοινή γνώμη είναι θετική απέναντι στην προοπτική ανάπτυξης της πυρηνικής ενέργειας στη χώρα. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της εταιρείας MARC για λογαριασμό της Athlos Energy, που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στην Καθημερινή, 30% των πολιτών δηλώνουν υπέρ της πυρηνικής ενέργειας, 40% κατά, ενώ ένα 20% εμφανίζονται αναποφάσιστοι. Επομένως, όπως σημειώνουν πηγές της αγοράς, το ζήτημα είναι και πολιτικό: κατά πόσο το πολιτικό σύστημα θα ανοίξει τη συζήτηση αυτή ή θα επιλέξει μια φοβική στάση, λόγω του πολιτικού κόστους που μπορεί να συνεπάγεται η υποστήριξη της πυρηνικής ενέργειας. Άλλωστε, όπως τονίζουν, ακόμη και οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), οι οποίες είναι ήδη ευρέως διαδεδομένες στη χώρα, συναντούν συχνά τοπικές αντιδράσεις. Αναλυτές, πάντως, επισημαίνουν ότι το σημερινό μοντέλο ανάπτυξης των ΑΠΕ έχει φτάσει στα όριά του, κάτι που καθιστά αναγκαία τη διερεύνηση νέων τεχνολογικών λύσεων.

Σε διεθνές επίπεδο, υπάρχουν παραδείγματα χωρών που ξεκίνησαν από το μηδέν και κατάφεραν να αναπτύξουν πυρηνικό πρόγραμμα, αν και η διαδικασία αυτή χρειάστηκε πολλά χρόνια. Στην Ευρώπη χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Εσθονίας, όπου προηγήθηκαν εκτενείς μελέτες και η χώρα είναι πλέον έτοιμη να προχωρήσει στο επόμενο βήμα. Παράλληλα, τεχνολογικοί κολοσσοί όπως η Microsoft και η Google εκδηλώνουν ενδιαφέρον για τη χρήση πυρηνικής ενέργειας, ενώ η Amazon Web Services (AWS) έχει ήδη υπογράψει συμφωνίες για την ανάπτυξη μικρών αρθρωτών πυρηνικών αντιδραστήρων (SMR), με στόχο την τροφοδοσία των κέντρων δεδομένων της.

Σε κάθε περίπτωση, οι γεωπολιτικές εξελίξεις στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες αποτελούν καθοριστικό παράγοντα που επηρεάζει τον ενεργειακό χάρτη κάθε χώρας. Όσον αφορά την Ελλάδα, δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο το γεγονός ότι η Τουρκία προχωρά δυναμικά το πυρηνικό της πρόγραμμα. Πρόσφατα, ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν υπέγραψε συμφωνία με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ για την εισαγωγή τεχνολογίας πυρηνικής ενέργειας από τις ΗΠΑ, ενώ παράλληλα η Τουρκία συνεργάζεται με τη ρωσική εταιρεία Rosatom για την κατασκευή του πυρηνικού εργοστασίου στο Άκουγιου, το οποίο αναμένεται να λειτουργήσει μέσα στην επόμενη χρονιά. Με άλλα λόγια, η Άγκυρα ακολουθεί μια πλουραλιστική στρατηγική στο ζήτημα της πυρηνικής ενέργειας, αξιοποιώντας παράλληλα σχέσεις τόσο με τις ΗΠΑ όσο και με τη Ρωσία.

Διαβάστε ακόμη