Το τελευταίο διάστημα επανέρχεται δυναμικά στον δημόσιο διάλογο, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, το ζήτημα ενός ενδεχόμενου μπλακάουτ, με αναλυτές και ειδικούς να επισημαίνουν ότι δεν μπορεί να αποκλειστεί στο μέλλον η επανάληψη ενός φαινομένου παρόμοιου με εκείνο που είχε σημειωθεί πρόσφατα στην Ισπανία και την Πορτογαλία. Οι συζητήσεις αυτές αναδεικνύουν την αυξανόμενη ανησυχία για την ενεργειακή σταθερότητα και ανθεκτικότητα των ευρωπαϊκών δικτύων, καθώς η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με προκλήσεις που αφορούν τόσο τη διασύνδεση των συστημάτων της, όσο και τη διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας.
Αναλυτές υπογραμμίζουν την ανάγκη η Ευρώπη να αποκτήσει μια ενιαία και συνεκτική στρατηγική για την ενεργειακή ασφάλεια, ενισχύοντας τις υποδομές και τις διασυνδέσεις μεταξύ των κρατών-μελών. Στο πλαίσιο αυτό, μέχρι το τέλος του έτους αναμένεται να παρουσιαστεί ένα πλέγμα μέτρων για την αναβάθμιση και ενίσχυση των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας. Μάλιστα, τον περασμένο μήνα, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ανακοίνωσε μια νέα πρωτοβουλία για τη δημιουργία “ενεργειακών λεωφόρων” — ενός φιλόδοξου σχεδίου που στοχεύει στη διευκόλυνση της διακίνησης καθαρής ενέργειας μεταξύ των κρατών-μελών, αξιοποιώντας τα πλεονεκτήματα των ανανεώσιμων πηγών και ενισχύοντας τη διασυνδεσιμότητα.
Χάσμα τιμών ενέργειας στην Ευρώπη
Παράλληλα, στο επίκεντρο των συζητήσεων βρίσκεται και το ζήτημα του χάσματος των χονδρεμπορικών τιμών ενέργειας μεταξύ του “άξονα” Ουγγαρίας–Ρουμανίας–Βουλγαρίας–Ελλάδας και της Κεντρικής Ευρώπης. Το θέμα αυτό έχει λάβει και πολιτικές διαστάσεις, καθώς επισημαίνει τις ανισορροπίες που υπάρχουν στις ενεργειακές αγορές εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Την ίδια ώρα, πάντως, κατά 21% χαμηλότερες του ευρωπαϊκού μέσου όρου ήταν το πρώτο εξάμηνο του 2025 οι τιμές λιανικής ρεύματος στην Ελλάδα, σύμφωνα με άρθρο της Eurostat, ποσοστό που κατατάσσει τη χώρα μας στην 10η θέση της Ε.Ε. με την φθηνότερη τιμή ρεύματος. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει η Eurostat, το διάστημα αυτό η μέση τιμή ηλεκτρικής ενέργειας για τα νοικοκυριά στην Ε.Ε. παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό σταθερή, στα 28,72 ευρώ ανά 100 kWh, μετά από μείωση κατά -0,5%, από 28,87 ευρώ το δεύτερο εξάμηνο του 2024. Πηγές του υπουργείου Ενέργειας σχολιάζουν πως συνεχίζεται η περίοδος σταθερότητας των τιμών, παρά το γεγονός ότι οι τιμές εξακολουθούν να είναι πολύ υψηλότερες από τα επίπεδα πριν από την ενεργειακή κρίση του 2022.
Ο υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Νίκος Τσάφος, μιλώντας σε συνέδριο του think tank Bruegel στην Αθήνα χαρακτήρισε το χάσμα αυτό «μεγάλη πολιτική πρόκληση». Όπως ανέφερε, «όταν κοιτάμε τις αγορές και λέμε ότι αυτό είναι ένα ευρωπαϊκό πρόβλημα, οι άνθρωποι θα μας δείξουν τον πίνακα με τις τιμές στο βορρά και στο νότο». Ο κ. Τσάφος υπογράμμισε ότι η Ελλάδα έχει κάνει σημαντικά βήματα προόδου, καταφέρνοντας να μεταβεί από χώρα εισαγωγής ενέργειας σε εξαγωγική χώρα. Ειδικότερα, επεσήμανε ότι το τελευταίο έτος η Ελλάδα έγινε εξαγωγική για πρώτη φορά μετά από 25 χρόνια, ενώ πριν από έξι χρόνια οι εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας έφταναν το 18%. «Η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική από το 2019. Η Ελλάδα, που κάποτε εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από τον λιγνίτη, έχει πλέον στραφεί στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως τα φωτοβολταϊκά, και προχωρά στην κατασκευή νέων έργων», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Στο ίδιο συνέδριο, η Γενική Διευθύντρια Στρατηγικής του Ομίλου ΔΕΗ, κα Έλενα Γιαννακοπούλου, στάθηκε ιδιαίτερα στην ανάγκη ενεργειακής ασφάλειας και στη σημασία της ευελιξίας στις αγορές. Όπως ανέφερε, «η ΔΕΗ είναι πλήρως καθετοποιημένη, καλύπτοντας απόλυτα τις ανάγκες των πελατών της στη λιανική αγορά». Η ίδια τόνισε ότι η επιχείρηση έχει αναπτύξει μεγάλο μέρος των έργων ηλιακής ενέργειας στην Ελλάδα, ενώ διαβλέπει σημαντικές προοπτικές για τη διοχέτευση πλεονάζουσας ενέργειας σε άλλα διασυνδεδεμένα ευρωπαϊκά συστήματα. Παράλληλα, επεσήμανε πως η ΔΕΗ δραστηριοποιείται πλέον και σε αγορές της Ανατολικής Ευρώπης, με τη Ρουμανία να αποτελεί τη δεύτερη μεγαλύτερη αγορά της μετά την Ελλάδα. «Στόχος μας είναι να βελτιστοποιήσουμε το χαρτοφυλάκιό μας σε όλες τις χώρες όπου δραστηριοποιούμαστε. Για εμάς, αυτή η διασύνδεση αποτελεί ένα εξαιρετικό πλεονέκτημα», ανέφερε. Η κ. Γιαννακοπούλου υπογράμμισε επίσης ότι η ΔΕΗ βρίσκεται σε θέση να προσφέρει μέγιστη ευελιξία στους καταναλωτές, ανταποκρινόμενη στις νέες ανάγκες της ενεργειακής αγοράς. Σημειώνεται ότι στις 18 Νοεμβρίου η εταιρεία θα ανακοινώσει τα οικονομικά της αποτελέσματα για το εννεάμηνο του 2025.
Πρόσφατα, ολοκληρώθηκε με επιτυχία το βιβλίο προσφορών για το “πράσινο ομόλογο” της ΔΕΗ, με τη δημόσια προσφορά να συγκεντρώνει ισχυρό ενδιαφέρον. Η εταιρεία άντλησε 775 εκατ. ευρώ με επιτόκιο 4,25%, ποσό που θα κατευθυνθεί στη χρηματοδότηση «επιλέξιμων πράσινων έργων». Τα έργα αυτά εντάσσονται στο επενδυτικό πλάνο ύψους 10 δισ. ευρώ έως το 2027, το οποίο περιλαμβάνει φωτοβολταϊκά, αιολικά πάρκα, έργα αποθήκευσης ενέργειας μέσω μπαταριών, καθώς και επενδύσεις για τον εκσυγχρονισμό και την ψηφιοποίηση των δικτύων διανομής στην Ελλάδα και τη Ρουμανία. Με τις πρωτοβουλίες αυτές, η ΔΕΗ επιδιώκει να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στην ενεργειακή μετάβαση της Ευρώπης, ενισχύοντας παράλληλα την ανθεκτικότητα και την αυτάρκεια του ελληνικού ενεργειακού συστήματος.
Διαβάστε ακόμη

 
                                         
						 
						