Από το περασμένο έτος, η ηλεκτροπαραγωγική ικανότητα από μονάδες ιδιωτικών εταιρειών στην Αλβανία ξεπερνά πλέον εκείνη που διαχειρίζεται η κρατική εταιρεία ηλεκτρισμού KESH, σηματοδοτώντας μια ιστορική μεταβολή στην ενεργειακή δομή της χώρας. Όπως επισημαίνει το Balkan Green Energy News, ο κύριος παράγοντας αυτής της ανατροπής είναι η εκρηκτική ανάπτυξη της ηλιακής ενέργειας, η οποία μετασχηματίζει σταδιακά τον ενεργειακό τομέα.

Η κρατική KESH έχασε το μονοπώλιό της στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας ήδη από το 2007, όταν η αλβανική κυβέρνηση εισήγαγε ένα σύστημα παραχωρήσεων για ιδιωτικές υδροηλεκτρικές μονάδες. Ωστόσο, σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας της Αλβανίας (ERE), οι ιδιωτικές μονάδες έχουν πλέον κατακτήσει την πλειοψηφία της συνολικής εγκατεστημένης ισχύος.

Το 2024, η συνολική ισχύς της χώρας αυξήθηκε κατά 537 MW, φτάνοντας τα 3,21 GW, κυρίως χάρη στη ραγδαία επέκταση του τομέα των φωτοβολταϊκών. Η KESH λειτουργεί σήμερα 1,56 GW (ή 48,6%) της συνολικής ισχύος, ενώ οι ιδιωτικές εταιρείες διαχειρίζονται 1,65 GW. Έναν χρόνο νωρίτερα, η κρατική επιχείρηση κατείχε το 56% της εγκατεστημένης ισχύος, κάτι που δείχνει τη γρήγορη αναδιάρθρωση του ενεργειακού τοπίου. Ωστόσο, επισημαίνεται ότι μια υδροηλεκτρική μονάδα παράγει τρεις φορές περισσότερη ενέργεια από ένα φωτοβολταϊκό πάρκο ίσης ισχύος, γεγονός που διατηρεί την υδροηλεκτρική παραγωγή κυρίαρχη σε όρους παραγόμενης ενέργειας.

Η Αλβανία εξαρτάται από την υδροηλεκτρική ενέργεια

Η Αλβανία, μοναδική περίπτωση στα Δυτικά Βαλκάνια, δεν διαθέτει μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με λιγνίτη ή άνθρακα και παράγει σχεδόν όλη την ηλεκτρική της ενέργεια μέσω υδροηλεκτρικών σταθμών. Αυτή η εξάρτηση, ωστόσο, την καθιστά ευάλωτη σε περιόδους ξηρασίας, καθώς η παραγωγή μειώνεται σημαντικά όταν τα επίπεδα νερού υποχωρούν. Η KESH διατηρεί κυρίαρχη θέση χάρη στο υδροηλεκτρικό σύστημα του ποταμού Δρίνου, το οποίο αποτελεί τη ραχοκοκαλιά του ενεργειακού της δικτύου.

Στον ιδιωτικό τομέα, ξεχωρίζουν διεθνείς εταιρείες όπως η νορβηγική Statkraft, που δραστηριοποιείται στην κοιλάδα του ποταμού Devoll, η τουρκική Ayen Enerji με έργα στη λεκάνη του ποταμού Fan, και η αυστριακή Verbund, η οποία διαχειρίζεται το υδροηλεκτρικό σύμπλεγμα Ashta επίσης στον Δρίνο.

Προσπάθεια διεύρυνσης του ενεργειακού μείγματος

Παράλληλα, καταβάλλονται έντονες προσπάθειες για διεύρυνση του ενεργειακού μείγματος, με επενδύσεις σε φωτοβολταϊκά, αιολικά και συστήματα αποθήκευσης ενέργειας. Παρόλα αυτά, καμία ανεμογεννήτρια δεν έχει εγκατασταθεί ακόμη στη χώρα. Υπάρχουν, επίσης, προοπτικές ενίσχυσης της ενεργειακής ασφάλειας μέσω της αξιοποίησης του φυσικού αερίου από τον Διαδριατικό Αγωγό (TAP), που διέρχεται από το έδαφος της Αλβανίας.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ERE, μέσα στους πρώτους οκτώ μήνες του 2025, η χώρα συνέδεσε στο δίκτυο δύο φωτοβολταϊκά πάρκα συνολικής ισχύος 150 MW και μία υδροηλεκτρική μονάδα 48,9 MW.

Η Αλβανία φιλοξενεί πλέον ένα από τα μεγαλύτερα φωτοβολταϊκά των Βαλκανίων, το Karavasta, με ισχύ 140 MW. Η γαλλική εταιρεία Voltalia, που το λειτουργεί, κατασκευάζει επίσης το Spitalla (100 MW), έχοντας εξασφαλίσει και τα δύο έργα μέσω δημοπρασιών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που προκήρυξε η αλβανική κυβέρνηση.

Τέλος, πρόσφατα η CWP Europe υπέγραψε κοινή διακήρυξη συνεργασίας με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Αλβανική Υπηρεσία Ανάπτυξης Επενδύσεων, με σκοπό την υποστήριξη της δημιουργίας του αιολικού πάρκου Tropoja, επιβεβαιώνοντας τη στροφή της χώρας προς ένα πιο διαφοροποιημένο και βιώσιμο ενεργειακό μέλλον.

Διαβάστε ακόμη