«Το 60-65% παραμένει στα πράσινα τιμολόγια παρά το γεγονός πως υπάρχουν οικονομικότερες λύσεις», σημείωσε ο Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής του Ελληνικού Συνδέσμου Προμηθευτών Ενέργειας (ΕΣΠΕΝ), Κώστας Παπαμιχαήλ στο επίκεντρο Εσπερίδας που διοργάνωσε ο Κλάδος Ενέργειας της Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ) τη Δευτέρα στο πλαίσιο της 89ης ΔΕΘ.

Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά η αδράνεια αυτή περιορίζει τη δυνατότητα εξοικονόμησης και δείχνει πόσο δύσκολο είναι να αναπτυχθεί πραγματικός ανταγωνισμός. Ενδεικτικά, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η τακτική αλλαγή παρόχου θα μπορούσε να οδηγήσει σε ετήσιο όφελος έως 200 ευρώ. Στην Αυστρία, μελέτη της Επιτροπής Ανταγωνισμού και της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας κατέδειξε ότι το 2024 οι λογαριασμοί ήταν σημαντικά υψηλότεροι από ό,τι δικαιολογούσε η χονδρεμπορική τιμή, λόγω χαμηλής κινητικότητας και του μεγάλου βάρους των μη ανταγωνιστικών χρεώσεων. Στη χώρα μας, το ανταγωνιστικό σκέλος που μπορεί να επηρεάσει ο προμηθευτής –και κατ’ επέκταση ο καταναλωτής– αντιστοιχεί περίπου στο ένα τρίτο του λογαριασμού. Επιπλέον, ακόμα και στοιχεία που εντάσσονται θεωρητικά στο ανταγωνιστικό σκέλος, όπως το κόστος απωλειών ή η χρέωση της αγοράς εξισορρόπησης, συχνά βρίσκονται εκτός ελέγχου τόσο του προμηθευτή όσο και του καταναλωτή.

Αυτό σημαίνει ότι το τμήμα του λογαριασμού που οι καταναλωτές μπορούν πραγματικά να επηρεάσουν με τη συμπεριφορά και τις επιλογές τους είναι περιορισμένο. Το γεγονός αυτό αποτελεί σοβαρό εμπόδιο στην ενεργοποίηση του πολίτη, η οποία όμως είναι απαραίτητη για μια αποτελεσματική ενεργειακή μετάβαση που απαιτεί μεγαλύτερη ευελιξία και πιο αποδοτική διαχείριση ενέργειας και υποδομών.

Η ελληνική αγορά αρχίζει να δείχνει τα πρώτα δείγματα αντίδρασης. Υπενθυμίζεται πως όπως είχε αναφέρει το energygame.gr, τα πράσινα τιμολόγια κρατούν τα πρωτεία της αγοράς, αλλά αρχίσουν και δέχονται τα βέλη του ανταγωνισμού. Από μερίδιο 70,26 % τον Ιανουάριο, μειώθηκαν στο 68,99% τον Φεβρουάριο, στο 67,92% τον Μάρτιο και στο 67% τον Απρίλιο, για να κατέβουν ακόμη χαμηλότερα στο 64,9% τον Μάιο και σχεδόν 63,8% τον Ιούνιο. Σε απόλυτους αριθμούς, αυτό μεταφράζεται σε πτώση από περίπου 4,14 εκατομμύρια πελάτες στην αρχή του έτους σε 3,83 εκατομμύρια στο τέλος του πρώτου εξαμήνου.

Μέσα σε μόλις έξι μήνες, η κατηγορία των «μπλε» τιμολογίων όχι μόνο ενίσχυσε σημαντικά το μερίδιό της, αλλά κατέγραψε μια εντυπωσιακή αύξηση στον αριθμό των πελατών που την εμπιστεύονται, αφήνοντας πίσω την κόπωση των νοικοκυριών και επιχειρήσεων από τις συνεχείς διακυμάνσεις της χονδρεμπορικής αγοράς. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ), οι πελάτες με σταθερή τιμολόγηση ανήλθαν τον Ιανουάριο σε 867.161, καταλαμβάνοντας μόλις το 14,7% της αγοράς. Ωστόσο, μήνα με τον μήνα το ποσοστό αυτό άρχισε να ανεβαίνει σταθερά: 16,7% τον Φεβρουάριο, 18,6 % τον Μάρτιο και 19,1% τον Απρίλιο. Η επιτάχυνση έγινε ακόμη πιο εμφανής τον Μάιο, όταν τα σταθερά τιμολόγια εκτοξεύθηκαν στο 21,7% της λιανικής αγοράς, με περίπου 1,3 εκατομμύρια πελάτες, για να φτάσουν τον Ιούνιο στο υψηλότερο μέχρι στιγμής σημείο: 22,08%.

Ο κ. Παπαμιχαήλ συνδύασε αυτές τις διαπιστώσεις με το ευρωπαϊκό πλαίσιο. Μιλώντας για το Citizens Energy Package, διευκρίνισε ότι δεν πρόκειται για νέα νομοθεσία αλλά για έναν «οδικό χάρτη» που αναδεικνύει την κοινωνική διάσταση της ενεργειακής μετάβασης. Όπως υπογράμμισε, «χωρίς ενεργό πολίτη δεν υπάρχει ούτε δίκαιη ούτε αποτελεσματική αγορά». Το πακέτο συνδέεται με την εφαρμογή του Energy Market Design, όπως αυτή αποτυπώνεται στην Οδηγία 1711/2024 και τον Κανονισμό 1747/2024, και δίνει έμφαση στην προσαρμοστική ενημέρωση των πολιτών, στην προστασία από αποσυνδέσεις και στη διευκόλυνση της κοινής χρήσης ενέργειας. Μέσα από τη συμμετοχή του ΕΣΠΕΝ στον Ευρωπαϊκό Σύνδεσμο Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (EER), οι ελληνικές θέσεις φτάνουν στα κέντρα λήψης αποφάσεων, ενισχύοντας τη φωνή των προμηθευτών και των καταναλωτών στη διαδικασία.

Παράλληλα, στάθηκε στο Affordable Energy Action Plan της Κομισιόν, το οποίο εστιάζει στο βάρος που σηκώνουν οι λογαριασμοί. Οι επενδύσεις σε δίκτυα, όπως είπε, αναμένεται να φτάσουν τα 100 δισ. ευρώ ετησίως στην ΕΕ έως το 2050. Αν δεν υπάρξουν αντισταθμιστικά μέτρα, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε διπλασιασμό του κόστους για τους καταναλωτές. Είναι ενδεικτικό ότι ήδη το 2023 το κόστος συμμόρφωσης είχε διπλασιαστεί σε σχέση με το 2020. Για την αντιμετώπιση αυτής της πρόκλησης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κινείται σε τρεις κατευθύνσεις: εκσυγχρονισμό και ψηφιοποίηση των δικτύων, αύξηση της ευελιξίας και ενίσχυση της κινητικότητας των καταναλωτών. Με αυτά τα δεδομένα, ο κ. Παπαμιχαήλ τόνισε ότι η ενεργοποίηση του πολίτη δεν είναι απλώς ένα ζήτημα επιλογής τιμολογίου, αλλά μια προϋπόθεση για να λειτουργήσει η αγορά.

Διαβάστε ακόμη