Ένα από τα θερμότερα και ξηρότερα καλοκαίρια των τελευταίων δεκαετιών φαίνεται πως ετοιμάζεται να ζήσει η Ευρώπη, με τους μετεωρολόγους να προειδοποιούν ότι τα μακροπρόθεσμα μοντέλα δείχνουν πρωτοφανή ένταση και γεωγραφική έκταση ανωμαλιών θερμοκρασίας, ιδιαίτερα στη νότια και ανατολική Ευρώπη. Με κορυφώσεις που μπορεί να φτάσουν τους 40°C σε ορισμένες περιοχές κατά την περίοδο Ιουνίου–Αυγούστου, οι αναλυτές μιλούν στο Montel ήδη για έναν «καύσωνα κινδύνου» που απειλεί την ενεργειακή επάρκεια και σταθερότητα της ΕΕ, επαναφέροντας εφιαλτικά σενάρια τιμών ρεύματος που θυμίζουν το καλοκαίρι του 2022.
Ο μετεωρολόγος Todd Crawford από την εταιρεία Atmospheric G2 έκανε λόγο για τις πιο εντυπωσιακές προβλέψεις που έχουν καταγραφεί μέχρι σήμερα, υπογραμμίζοντας το εύρος και τη σφοδρότητα του αναμενόμενου κύματος καύσωνα. Την εκτίμηση αυτή ενίσχυσε και η 3BMeteo, με πρόβλεψη για θερμοκρασίες έως και 38°C σε αρκετές περιοχές της Ευρώπης, ενώ ο Matthew Dobson από τη MetDesk σημείωσε ότι ο καιρός θα αλλάξει αισθητά στα μέσα Ιουνίου, με επικράτηση θερμών, ξηρών και άπνοων συνθηκών, αυξημένης ηλιοφάνειας και μειωμένων βροχοπτώσεων.
Όπως αναφέρει το Montel η εικόνα αυτή δημιουργεί έναν συνδυασμό παραγόντων που μπορούν να προκαλέσουν σοβαρές διαταραχές στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, ειδικά για τις τεχνολογίες που εξαρτώνται από τα υδατικά αποθέματα, όπως η υδροηλεκτρική και η πυρηνική ενέργεια. Στη Γαλλία, ήδη αναδύεται το ενδεχόμενο διαταραχών στη λειτουργία των πυρηνικών σταθμών από τα τέλη Ιουνίου και κυρίως τον Ιούλιο και Αύγουστο, εφόσον οι θερμοκρασίες των ποταμών αυξηθούν υπερβολικά ή οι στάθμες μειωθούν κάτω από τα όρια ασφαλούς λειτουργίας. Όπως σημειώνει ο Thibault Laconde, επικεφαλής αναλύσεων στη Callendar, χρειάζονται περίπου πέντε ημέρες ακραίας ζέστης για να εκδηλωθούν σοβαρά προβλήματα. «Οι γαλλικοί σταθμοί δεν σχεδιάστηκαν για το σημερινό κλίμα», υπογράμμισε με νόημα.
Το 2022, η αδυναμία λειτουργίας αρκετών γαλλικών πυρηνικών μονάδων λόγω υψηλών θερμοκρασιών και προβλημάτων διάβρωσης είχε οδηγήσει σε τιμές-ρεκόρ στην ημερήσια χονδρική αγορά, με τιμές που ξεπερνούσαν τα 500 και 600 ευρώ ανά MWh. Αν και φέτος αναμένεται ελαφρώς υψηλότερη διαθεσιμότητα, με την παραγωγή να εκτιμάται στα 58 TWh για την περίοδο Ιουνίου–Αυγούστου (έναντι 57 TWh το 2024), οι προκλήσεις μεταφέρονται στην ανάγκη για επαρκή ευελιξία στο σύστημα, καθώς οι ΑΠΕ μειώνουν τη ζήτηση για πυρηνική ενέργεια κατά τη διάρκεια της ημέρας και τα δίκτυα εξαγωγής παραμένουν περιορισμένα, όπως σημειώνει ο Jean-Paul Harreman της Montel Analytics.
Την ίδια στιγμή, τα σενάρια ξηρασίας ενισχύουν τους φόβους για περαιτέρω κατάρρευση της υδροηλεκτρικής παραγωγής, κυρίως στην κεντρική και νοτιοανατολική Ευρώπη. Ο οργανισμός Vaisala προβλέπει χαμηλότερα από τα κανονικά επίπεδα βροχοπτώσεων για τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, με τον Francesco Sassi, ερευνητή στο Πανεπιστήμιο του Όσλο, να τονίζει ότι τα προβλήματα είναι δομικά και αφορούν πλέον πολλές χώρες – όχι μόνο την Ιταλία, αλλά και την Κεντρική Ευρώπη γενικότερα. Ο Harreman υπογραμμίζει ότι τα χαμηλά αποθέματα υδροηλεκτρικών ταμιευτήρων θα καταστήσουν την περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης εξαρτώμενη από εισαγωγές.
Τα στοιχεία από την περασμένη χρονιά είναι αποκαλυπτικά: το καλοκαίρι του 2024, η Ισπανία κατέγραψε πτώση 39% στην υδροηλεκτρική παραγωγή, ενώ η Ιταλία 38%. Αντίστοιχες ήταν οι εξελίξεις και στα Δυτικά Βαλκάνια – Αλβανία, Σερβία και Βόρεια Μακεδονία υπέστησαν επαναλαμβανόμενες απώλειες ισχύος, περιορίζοντας τη δυνατότητα εξισορρόπησης του ηλεκτρικού τους συστήματος. Από τον Ιανουάριο έως τον Μάιο του 2025, η παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη ήταν μειωμένη κατά 13% σε σχέση με πέρυσι, ενώ ο Μάιος κατέγραψε την χαμηλότερη απόδοση των τελευταίων οκτώ ετών.
Οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες, σε συνδυασμό με τα αυξανόμενα ποσοστά παραγωγής από ΑΠΕ χωρίς αντίστοιχη ανάπτυξη υποδομών αποθήκευσης, δημιουργούν ένα παράδοξο διπλής κατεύθυνσης: αφενός κινδύνους για ακραίες τιμές ανόδου και αφετέρου εξίσου συχνές ώρες αρνητικών τιμών. Όπως επισημαίνει ο Harreman, η αγορά αντιμετωπίζει «ταυτόχρονα τον κίνδυνο για ρεκόρ υψηλών και ρεκόρ χαμηλών τιμών», με την ανάγκη για ενίσχυση της ευελιξίας να είναι πιο επιτακτική από ποτέ.
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλούν οι απογευματινές αιχμές ζήτησης, όταν η παραγωγή ΑΠΕ υποχωρεί και τα ορυκτά καύσιμα καλούνται να καλύψουν την αυξημένη κατανάλωση λόγω της χρήσης κλιματιστικών. Ο συνδυασμός αυτός μπορεί να οδηγήσει σε ακραίες τιμές όπως εκείνες που καταγράφηκαν πέρυσι στην Ουγγαρία, με απογευματινή αιχμή στα 891 ευρώ/MWh. Και φέτος, με την ευρύτερη γεωγραφική εξάπλωση των υψηλών θερμοκρασιών, δεν αποκλείεται τέτοιου τύπου τιμές να εμφανιστούν σε ακόμα περισσότερες αγορές της νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Από την άλλη πλευρά, η ταχεία αύξηση της παραγωγής από ΑΠΕ, κυρίως φωτοβολταϊκά, χωρίς παράλληλη επένδυση σε αποθήκευση, έχει οδηγήσει σε εκτίναξη των ωρών με αρνητικές τιμές στην ημερήσια αγορά. Όλο και περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες καταγράφουν ιστορικά ρεκόρ σε τέτοιες ώρες, επισημαίνει η Montel, ενώ και η ICIS προειδοποιεί σε πρόσφατη ανάλυση για νέα επεισόδια απότομης αύξησης τιμών το δεύτερο εξάμηνο του 2025.
Η ισορροπία στο σύστημα ενέργειας της Ευρώπης δοκιμάζεται με κάθε νέο ακραίο καιρικό φαινόμενο, καθώς η απουσία ευελιξίας και αποθηκευτικών δυνατοτήτων καθιστά την αγορά ολοένα και πιο ευάλωτη. Ο φετινός καύσωνας δεν θα είναι απλώς μια ακόμα πρόκληση: μπορεί να αποδειχθεί ο καταλύτης για την πλήρη επαναξιολόγηση της ενεργειακής στρατηγικής της Ευρώπης.
Διαβάστε ακόμη: