Ακριβά θα πληρώνουν πλέον όσοι επιχειρούν να «κλέψουν» ρεύμα, καθώς από την 1η Ιουνίου 2025 τίθεται σε εφαρμογή το νέο, αυστηρό ρυθμιστικό πλαίσιο που ενέκρινε η Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ) και δημοσιεύθηκε χθες σε ΦΕΚ. Η ρευματοκλοπή δεν είναι πλέον ούτε «εύκολη» ούτε χωρίς κόστος – αντιθέτως, αποτελεί πλέον παράβαση με ορατό, επώδυνο και μετρήσιμο οικονομικό τίμημα.
Η απόφαση επιχειρεί να βάλει οριστικό τέλος στην εποχή της «εύκολης ρευματοκλοπής», θεσπίζοντας νέα μεθοδολογία για τον υπολογισμό του ποσού που θα καλείται να καταβάλει όποιος εντοπίζεται να έχει παραβιάσει μετρητή ή να έχει συνδεθεί παράνομα στο δίκτυο. Η χρέωση δεν θα βασίζεται πλέον στα τιμολόγια της αγοράς, αλλά σε μια διοικητικά οριζόμενη τιμή (ΔΟΤ), η οποία θα συνοδεύεται από προσαύξηση έως και 100%, ανεβάζοντας το συνολικό κόστος σε επίπεδα ακόμη και τριπλάσια από τα συνήθη τιμολόγια.
Το φαινόμενο της ρευματοκλοπής δεν είναι καινούργιο. Για τη διόγκωση του φαινομένου είχε μιλήσει πρόσφατα ο ΔΕΔΔΗΕ, ο οποίος το τελευταίο τετράμηνο έχει εντείνει τους στοχευμένους ελέγχους του σε τομείς υψηλού κινδύνου. Μεταξύ Νοεμβρίου 2024 και Φεβρουαρίου 2025, πραγματοποιήθηκαν πάνω από 700 έλεγχοι σε επιχειρήσεις του κλάδου της εστίασης και της φιλοξενίας σε όλη τη χώρα. Από αυτούς, προέκυψαν 131 επιβεβαιωμένες περιπτώσεις ρευματοκλοπής, με συνολική ενέργεια που καταναλώθηκε χωρίς να καταγραφεί, να υπερβαίνει τις 4,8 GWh. Οι σχετικές απαιτήσεις –δηλαδή το ποσό που διεκδικείται για αποζημίωση– ξεπερνούν το 1,2 εκατομμύριο ευρώ. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι παράνομες συνδέσεις εμφανίζουν ραγδαία αύξηση την τελευταία τετραετία, καθώς οι ετήσιες απώλειες από το κλεμμένο ρεύμα από 201 εκατ. ευρώ το 2021 έχουν ξεπεράσει τα 400 εκατ. ευρώ. Οι «μη τεχνικές απώλειες» του δικτύου, όπως κωδικοποιούνται οι ρευματοκλοπές, από 0,2% της συνολικής κατανάλωσης την περίοδο 2003-2004 εκτινάχθηκαν στο 1,1% (2011-2013), σε 3,9% (2015-2016), σε 4,7% (2018-2020) και σε 5,3% το 2022.
Η νέα τιμολόγηση βάζει στο στόχαστρο κάθε μορφή ρευματοκλοπής – είτε πρόκειται για παράνομη σύνδεση στο δίκτυο είτε για παραβίαση του μετρητή με τεχνικά μέσα ή παρεμβάσεις τρίτων. Η ΡΑΑΕΥ δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών: ο παραβάτης δεν θα πληρώνει απλώς για την ενέργεια που κατανάλωσε χωρίς να καταγράψει, αλλά θα καλείται να καταβάλει ποσό σημαντικά υψηλότερο, ως αποζημίωση για τη ζημιά που προκάλεσε στο σύστημα και έμμεσα σε όλους τους συνεπείς καταναλωτές. Όπως προκύπτει από την απόφαση, το νέο σύστημα εισάγει για πρώτη φορά τιμή καταλογισμού με ποινή, η οποία προσαρμόζεται ανάλογα με την κατηγορία του καταναλωτή, τον τύπο της παροχής και το κοινωνικοοικονομικό του προφίλ.
Για τους οικιακούς καταναλωτές, η νέα Διοικητικά Οριζόμενη Τιμή (ΔΟΤ) υπολογίστηκε στα 236,08 ευρώ ανά μεγαβατώρα (MWh). Με την εφαρμογή προσαύξησης 100%, το τελικό τίμημα φτάνει στα 472,17 ευρώ/MWh, δηλαδή 47,2 λεπτά ανά κιλοβατώρα (kWh) – ποσό που ξεπερνά κατά πολύ ακόμη και τα ακριβότερα σταθερά τιμολόγια λιανικής που κυκλοφορούν σήμερα στην ελληνική αγορά. Για τους μη οικιακούς καταναλωτές – όπως μικρές επιχειρήσεις, επαγγελματικά ακίνητα και εμπορικές χρήσεις – η ΔΟΤ ορίζεται στα 270,61 ευρώ/MWh. Με την ίδια προσαύξηση, η τελική χρέωση ανεβαίνει στα 541,21 ευρώ/MWh ή 54,1 λεπτά/kWh. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι για κάθε 1.000 κιλοβατώρες που καταναλώθηκαν παρανόμως, ο παραβάτης θα χρεώνεται με πάνω από 540 ευρώ μόνο για την ενέργεια, χωρίς να υπολογιστούν τα έξοδα επιτόπιου ελέγχου, αυτοψίας ή αντικατάστασης μετρητή.
Για πρώτη φορά, η ρύθμιση εισάγει επίσημα διακριτές χρεώσεις ανά κατηγορία καταναλωτή. Πέρα από τις βασικές ομάδες (οικιακοί – μη οικιακοί), ορίζονται τρεις επιπλέον κατηγορίες που αφορούν τους ευάλωτους δικαιούχους του Κοινωνικού Οικιακού Τιμολογίου (ΚΟΤ). Εκεί, το ποσοστό προσαύξησης διατηρείται στο 50%, με αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση της τελικής χρέωσης. Έτσι, για τους δικαιούχους ΚΟΤ Α’, το ποσό διαμορφώνεται στα 191,21 ευρώ/MWh ή 19,1 λεπτά/kWh. Για τους ΚΟΤ Β’, η τελική χρέωση φτάνει στα 286,63 ευρώ/MWh (28,7 λεπτά/kWh), ενώ για τους δικαιούχους της κατηγορίας ΚΟΤ Γ’ ορίζεται στα 153,71 ευρώ/MWh ή 15,4 λεπτά/kWh. Παρότι οι ελαφρύνσεις είναι σαφείς, η βασική αρχή παραμένει: ακόμη και οι πιο ευάλωτοι καλούνται να πληρώσουν για τη ρευματοκλοπή, χωρίς να απαλλάσσονται από την ευθύνη της παράβασης.
Το μοντέλο υπολογισμού των χρεώσεων δεν είναι αυθαίρετο, αλλά βασίζεται σε πλήρως τεκμηριωμένα στοιχεία κατανάλωσης και ισχύος. Οι μέσες μηνιαίες καταναλώσεις καθορίστηκαν στις 180 kWh για τους οικιακούς καταναλωτές και 480 kWh για τους μη οικιακούς, ενώ η συμφωνημένη ισχύς ορίστηκε στα 8 kVA και 25 kVA αντίστοιχα. Η τιμολόγηση του ανταγωνιστικού σκέλους της ΔΟΤ προέκυψε από τον μέσο όρο των πέντε μεγαλύτερων παρόχων με σταθερά τιμολόγια, βάσει δεδομένων του δεύτερου εξαμήνου του 2024. Το ρυθμιζόμενο σκέλος, αντίστοιχα, περιλαμβάνει τις χρεώσεις ΕΤΜΕΑΡ, ΥΚΩ, ΧΧΣ και ΧΧΔ, οι οποίες προστίθενται ως σταθερό κόστος για κάθε κιλοβατώρα. Η συνολική μεθοδολογία αναπτύχθηκε από τον ΔΕΔΔΗΕ, αξιολογήθηκε από τη ΡΑΑΕΥ και εγκρίθηκε μετά από διαβούλευση και τεχνική επεξεργασία.
Εκτός από την τιμή της ενέργειας, ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται και στο διαχειριστικό κόστος που συνεπάγεται η αποκάλυψη και η επιβεβαίωση μιας ρευματοκλοπής. Όσοι εντοπίζονται να έχουν προβεί σε τέτοια παραβατική πράξη επιβαρύνονται με συγκεκριμένες διοικητικές χρεώσεις, οι οποίες διαφοροποιούνται ανάλογα με την κατηγορία παροχής και τις τεχνικές εργασίες που απαιτούνται. Για παράδειγμα, στην περίπτωση μονοφασικής παροχής χαμηλής τάσης χωρίς αντικατάσταση μετρητή, το κόστος ορίζεται στα 294,54 ευρώ. Αν απαιτηθεί αντικατάσταση του μετρητή, το ποσό ανεβαίνει στα 407,07 ευρώ. Για τις παροχές μέσης τάσης, όπου οι τεχνικές παρεμβάσεις είναι πιο σύνθετες, η χρέωση μπορεί να φτάσει τα 662,21 ευρώ. Όλα τα παραπάνω ποσά προστίθενται στο βασικό τίμημα της ενέργειας και καθιστούν το τελικό κόστος για τον παραβάτη εξαιρετικά υψηλό.
Η απόφαση της ΡΑΑΕΥ προβλέπει, επιπλέον, την περιοδική αναθεώρηση της μεθοδολογίας και των τιμών, ανάλογα με τις μεταβολές της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και τις ανάγκες του συστήματος διανομής. Στόχος είναι να διατηρείται το αντικίνητρο σταθερό και λειτουργικό, χωρίς όμως να δημιουργούνται υπερβολικές ή άδικες επιβαρύνσεις. Παράλληλα, μέρος των εσόδων που θα συγκεντρώνονται από τις χρεώσεις ρευματοκλοπής θα κατευθύνεται σε ειδικό αποθεματικό ταμείο, το οποίο θα χρηματοδοτεί δράσεις πρόληψης και ενίσχυσης των ελέγχων – από την εγκατάσταση έξυπνων μετρητών έως την υλοποίηση ειδικών επιχειρησιακών σχεδίων για περιοχές με υψηλή παραβατικότητα.
Με το νέο αυτό πλαίσιο, η ΡΑΑΕΥ στέλνει ένα καθαρό και ηχηρό μήνυμα: το φαινόμενο της ρευματοκλοπής δεν μπορεί πλέον να θεωρείται κοινωνικά ανεκτό ή τεχνικά αόρατο. Οι κανόνες αυστηροποιούνται, τα κόστη αυξάνονται και η ανοχή περιορίζεται. Η παράνομη κατανάλωση ρεύματος δεν θα είναι στο εξής ούτε φθηνή ούτε εύκολη. Θα είναι η ακριβότερη επιλογή που μπορεί να κάνει ένας καταναλωτής.
Διαβάστε ακόμη