Η εκτεταμένη διακοπή ρεύματος που έπληξε την Ισπανία και την Πορτογαλία τη Δευτέρα 28 Απριλίου 2025, θέτει σε κρίσιμη δοκιμασία την ετοιμότητα του ευρωπαϊκού ηλεκτρικού δικτύου απέναντι στις προκλήσεις της ενεργειακής μετάβασης και της ταχείας ηλεκτροδότησης της οικονομίας, όπως επιτάσσει η Πράσινη Συμφωνία της ΕΕ και η νέα γεωπολιτική πραγματικότητα μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Η αποσύνδεση της Ισπανίας από το ευρωπαϊκό σύστημα προκάλεσε ένα ντόμινο εξελίξεων, με αποτέλεσμα να διακοπεί η ηλεκτροδότηση όχι μόνο στην Ισπανία, αλλά και στην Πορτογαλία, την Ανδόρα και τμήματα της νότιας Γαλλίας. Την εκδοχή αυτή προβάλλει επισήμως και η Eurelectric, η ένωση των εταιρειών ηλεκτρισμού της Ευρώπης, κάνοντας λόγο για «καταλυτική αστοχία δικτύου».

Παρότι τα ακριβή αίτια του συμβάντος παραμένουν υπό διερεύνηση —καθώς οι Διαχειριστές Συστημάτων Μεταφοράς (TSOs) καλούνται να παραδώσουν πλήρη έκθεση εντός έξι μηνών, όπως προβλέπει ο ευρωπαϊκός κανονισμός— ένα στοιχείο θεωρείται βέβαιο: δεν υπήρχε έλλειψη παραγωγής πριν την κατάρρευση. Αντιθέτως, λίγο πριν από το συμβάν, η ηλιακή ενέργεια κάλυπτε πάνω από το 50% της ζήτησης στην Ισπανία και η χώρα εξήγαγε πλεονάζουσα ενέργεια προς τη Γαλλία μέσω της υφιστάμενης διασύνδεσης των 2,8 GW. Ωστόσο, μέσα σε λίγα λεπτά, πάνω από 10 GW ηλιακής ισχύος και όλο το ενεργειακό μίγμα σταμάτησαν απότομα, χωρίς ακόμη να έχει διευκρινιστεί τι ακριβώς προκάλεσε την απότομη αποσύνδεση.

Το μπλακάουτ φέρνει στην επιφάνεια μια από τις πιο συστημικές και χρόνια παραγνωρισμένες αδυναμίες της ΕΕ: τα ελλιπή και ασυντόνιστα δίκτυα μεταφοράς. Η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει αναγνωρίσει ότι το υπάρχον ηλεκτρικό δίκτυο δεν είναι επαρκές για να υποστηρίξει τη μαζική ηλεκτροδότηση των μεταφορών και της θέρμανσης, με την αντικατάσταση των ορυκτών καυσίμων από ηλεκτρικά αυτοκίνητα και αντλίες θερμότητας να καθίσταται κεντρικός πυλώνας της πράσινης μετάβασης.

Ήδη από τον Φεβρουάριο, η Κομισιόν δεσμεύτηκε, μέσω του Clean Industrial Deal, να προωθήσει νομοθετικό «πακέτο για τα δίκτυα» το 2026, βασισμένο στο σχέδιο δράσης που είχε παρουσιαστεί στα τέλη του 2023. Πλέον, όμως, το χρονοδιάγραμμα φαίνεται να επισπεύδεται, με το νέο πακέτο να αναμένεται προς τα τέλη του 2025. Η πίεση από τη βιομηχανία είναι έντονη. «Καθώς η κοινωνία βασίζεται όλο και περισσότερο στην ηλεκτρική ενέργεια, είναι κρίσιμο να είναι αξιόπιστη», σημείωσε χαρακτηριστικά ο γενικός γραμματέας της Eurelectric, Kristian Ruby.

Ο στόχος για το 2030 προβλέπει ότι κάθε χώρα της ΕΕ θα πρέπει να διαθέτει εσωτερικές και διασυνοριακές γραμμές μεταφοράς ικανές να εισάγουν ή να εξάγουν τουλάχιστον το 15% της εθνικής της ισχύος. Ωστόσο, 11 χώρες —στις οποίες συγκεντρώνεται το 86% της συνολικής αιολικής και ηλιακής ισχύος της ΕΕ— δεν πληρούν ακόμη το κριτήριο αυτό. Ανάμεσά τους και η Ισπανία, η οποία βρίσκεται στο μόλις 4%, πίσω ακόμα και από την Ελλάδα, την Ιταλία και την Πολωνία (όλες στο 5%). Αν εξαιρεθούν η Κύπρος και η Ιρλανδία που είναι νησιωτικά κράτη, η Ισπανία είναι η πιο απομονωμένη ενεργειακά χώρα της ηπειρωτικής Ευρώπης. Η δεύτερη διασύνδεση με τη Γαλλία, μέσω του Κόλπου της Γασκώνης, βρίσκεται υπό κατασκευή και αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία το 2028.

Το ενεργειακό αυτό «μωσαϊκό» και η ελλιπής ευρωπαϊκή διαλειτουργικότητα οδηγούν σε τεράστιες απώλειες ενέργειας και πόρων. Εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ χάνονται ετησίως από την αναγκαστική παύση λειτουργίας φωτοβολταϊκών και ανεμογεννητριών, επειδή το παραγόμενο ρεύμα δεν μπορεί να απορροφηθεί από το σύστημα ή να εξαχθεί σε άλλη χώρα. Το ίδιο πρόβλημα δεν είναι μόνο ισπανικό. Η Γαλλία, παρά την ισχυρή πυρηνική της βάση, μπορεί να μεταφέρει διασυνοριακά μόλις το 6% της παραγωγής της, ενώ η Γερμανία φτάνει το 11%.

Το γιατί δεν υπάρχει ήδη μια ισχυρή ενιαία υποδομή ηλεκτρισμού στην ΕΕ εξηγείται εν μέρει από το γεγονός ότι ο σχεδιασμός του δικτύου παραμένει στα χέρια των εθνικών Διαχειριστών Συστημάτων Μεταφοράς, οι οποίοι συνεργάζονται μέσω του οργανισμού ENTSO-E. Όπως υποστηρίζει ο Ronnie Belmans, ομότιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο KU Leuven και ειδικός επί δεκαετίες στα ενεργειακά δίκτυα, αυτή η δομή δημιουργεί εγγενή σύγκρουση συμφερόντων. «Δεν γίνεται να κάθονται σε ένα τραπέζι και να καταθέτουν τα δικά τους εθνικά σχέδια, βασισμένα στα δικά τους οικονομικά συμφέροντα, και να περιμένουμε ευρωπαϊκή συνοχή», δηλώνει χαρακτηριστικά.

Ο ίδιος προτείνει τη σύσταση ενός ανεξάρτητου, υπερεθνικού Διαχειριστή Συστήματος Μεταφοράς υπό την εποπτεία του ACER, της ευρωπαϊκής ρυθμιστικής αρχής ενέργειας, με αρμοδιότητα να προσδιορίζει αντικειμενικά τις αναγκαίες επενδύσεις στο διασυνδεδεμένο ευρωπαϊκό δίκτυο, πέρα από τα εθνικά σύνορα.

Ανεξαρτήτως του τι προκάλεσε τη διακοπή στην Ιβηρική, το συμπέρασμα είναι ήδη σαφές: το ηλεκτρικό δίκτυο της Ευρώπης δεν είναι έτοιμο για την ενεργειακή επανάσταση που σχεδιάζει να υλοποιήσει. Το επεισόδιο της 28ης Απριλίου ήταν απλώς το πιο ηχηρό καμπανάκι κινδύνου μέχρι σήμερα. Αν η ΕΕ επιθυμεί πράγματι να πετύχει τους κλιματικούς και ενεργειακούς της στόχους, το πρώτο που οφείλει να εξασφαλίσει είναι ένα ισχυρό, ενιαίο και έξυπνο ηλεκτρικό δίκτυο. Χωρίς αυτό, ούτε το μέλλον των ΑΠΕ, ούτε η ενεργειακή ασφάλεια, ούτε η ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας είναι διασφαλισμένα.

Διαβάστε ακόμη