Πρόστιμα δεκάδων εκατομμυρίων αναμένεται να γλιτώσουν οι ενεργοβόρες βιομηχανίες, καθώς με τροπολογία που κατέθεσε το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών λύθηκε η ασάφεια για τον ΦΠΑ  που αντιστοιχεί στη διακοψιμότητα.

Με τη συγκεκριμένη τροπολογία επιλύεται το θέμα που είχε δημιουργηθεί για το ύψος του συντελεστή ΦΠΑ για τη διακοψιμότητα, καθώς από το 2016 μέχρι τώρα ο ΦΠΑ ήταν 13% και 6% (δηλαδή ο ΦΠΑ που αντιστοιχεί στο ηλεκτρικό ρεύμα), αλλά η ΑΑΔΕ είχε εκτιμήσει πρόσφατα ότι θα έπρεπε οι ενεργοβόρες εταιρείες να πληρώνουν ΦΠΑ 24%.

Να σημειώσουμε ότι διακοψιμότητα είναι η αποζημίωση που λάμβαναν οι ενεργοβόρες βιομηχανίες από τον ΑΔΜΗΕ γιατί διέκοπταν τη λειτουργία τους για τη στήριξη του ηλεκτρικού συστήματος, προκειμένου να αποτραπεί black out.

Όπως αναφέρεται στο άρθρο 2 της τροπολογίας, που κατατέθηκε στο νομοσχέδιο για τη φορολογία των ελεύθερων επαγγελματιών:  «Η είσπραξη και απόδοση προς Δημόσιο, Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), εφαρμογή μειωμένου συντελεστή που έχει γίνει μέχρι έναρξη ισχύος του παρόντος από καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας για υπηρεσίες διακοπτόμενου φορτίου καλύπτει πλήρως φορολογική υποχρέωση, ως προς ΦΠΑ που γεννήθηκε τις τιμολογηθείσες υπηρεσίες. Δηλώσεις ΦΠΑ για περιόδους μέχρι έναρξη του παρόντος, οι οποίες περιλαμβάνουν συναλλαγές του πρώτου εδαφίου, είναι ακριβείς ως προς εφαρμοστέο συντελεστή για τις λόγω συναλλαγές».

Η ερμηνεία αυτή προκαλούσε σοβαρά προβλήματα και ασάφειες στην ενεργοβόρα βιομηχανία, καθώς στους ελέγχους που πραγματοποιούσε η ΑΑΔΕ τους προηγούμενους μήνες αξίωνε αναδρομικά (από το 2017 και μετά), τα οποία με τις προσαυξήσεις ήταν υπέρογκα. Με την νέα, όμως, τροπολογία, η εφαρμογή μειωμένου συντελεστή καλύπτει πλήρως τις φορολογικές υποχρεώσεις ως προς τον ΦΠΑ της διακοψιμότητας.

Πηγές από τον κλάδο της βιομηχανίας εμφανίστηκαν ικανοποιημένοι με την νέα νομοθετική ρύθμιση, ωστόσο τόνισαν ότι υπάρχουν πολλά ακόμη ζητήματα που χρήζουν επίλυσης. Τα θέματα αυτά αναφέρθηκαν και στην πρόσφατη συνάντηση της Ομάδας Εργασίας του ΣΕΒ για το ενεργειακό κόστος της βιομηχανίας με τον Γενικό Γραμματέα Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών Αριστοτέλη Αϊβαλιώτη αλλά και σε επιστολές της Ένωσης Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας (ΕΒΙΚΕΝ) προς την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ). Ένα από τα ζητήματα που τέθηκαν είναι το ζήτημα της αναθεώρησης του ποσοστού από τα έσοδα των δημοπρασιών CO2 που διατίθενται για την αντιστάθμιση του ενεργειακού κόστους της βιομηχανίας για τα έτη 2022 και 2023. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς που έχουν κάνει οι βιομήχανοι, τα ποσά δεν επαρκούν.

Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται στην επιστολή της ΕΒΙΚΕΝ, «Το ποσό που θα διατεθεί για την Αντιστάθμιση του 2021 εκτιμάται ότι θα πλησιάσει τα 100 εκ ευρώ συμπεριλαμβανομένης και της πρόσθετης αποζημίωσης που υπολογίζεται με τη χρήση της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας (GVA). Επομένως συνάγεται ότι το ποσό που θα απαιτηθεί για την Αντιστάθμιση του 2022 θα πλησιάσει τα 200 εκ ευρώ, ενώ το 11% επί των εσόδων από τις δημοπρασίες για το 2022 υπολογίζεται στα 146 εκ ευρώ».

Το 11% επί των εσόδων των δημοπρασιών δικαιωμάτων CO2 είναι το ποσοστό που έχει οριστεί για την χρηματοδότηση της αντιστάθμισης στη βάση Υπουργικής Απόφασης που κάθε χρόνο κατανέμει τα έσοδα από τις δημοπρασίες ρύπων. Για τους υπολογισμούς της η ΕΒΙΚΕΝ χρησιμοποιεί τη συνολική κατανάλωση ηλεκτρισμού που είχαν το 2021 οι επιλέξιμες βιομηχανίες, συμπεριλαμβανομένου και του κλάδου της διύλισης, με τιμή των δικαιωμάτων (EUA) στα 24,8 ευρώ/τόνο CO2, που ήταν ο μέσος όρος της τιμής των ρύπων κατά την προηγούμενη χρονιά, δηλαδή το 2020. Ο υπολογισμός για το 2022 θα γίνει με βάση την τιμή βάσει τα 53,3 ευρώ/τόνο CO2, δηλαδή του μέσου όρου του 2021 και για το 2023 με βάση τη μέση τιμή δικαιωμάτων CO2 του 2022 που ήταν 81 ευρώ/τόνο.

Στο πλαίσιο αυτό εκτιμάται ότι η αποζημίωση για την αντιστάθμιση υπερβαίνει τα 300 εκατ. ευρώ ενώ τα εκτιμώμενα έσοδα από τη δημοπρασία, με βάση το όριο του 11%, θα είναι 160 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα με πληροφορίες, η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ αναγνωρίζει το συγκεκριμένο αίτημα, ωστόσο δεν έχει προχωρήσει σε κάποιο μέτρο για να το ικανοποιήσει.

Η βιομηχανία θέτει το θέμα του μειωμένου ΕΤΜΕΑΡ

Ταυτόχρονα, η βιομηχανία θέτει το θέμα της εφαρμογής του μειωμένου ΕΤΜΕΑΡ για τις βιομηχανίες μέσης τάσης (που είχε προβλεφθεί με παλαιότερη νομοθετική ρύθμιση), με αίτημα την αντιμετώπιση όλων των εμποδίων που αντιμετωπίζει ο ΔΑΠΕΕΠ ώστε να προχωρήσει στην εκκαθάριση του ΕΤΜΕΑΡ για το 2022. Μέχρι σήμερα η εκκαθάριση έχει γίνει μόνο για το 2019 και το 2020 και είναι ακόμα σε εξέλιξη η διαδικασία για το 2021.

Όπως τονίζει η ΕΒΙΚΕΝ: «Η τιμή του μειωμένου ΕΤΜΕΑΡ έχει καθοριστεί στα 2,55 ευρώ/MWh με δυνατότητα περαιτέρω μείωσης βάσει της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας ανά Κωδικό δραστηριότητας της κάθε επιχείρησης, ανεξάρτητα από το επίπεδο τάσης (Μέση ή Υψηλή) που είναι συνδεδεμένος ένας καταναλωτής. Η ΡΑΕ έχει καθορίσει, έως και το 2023 τη χρέωση βάσης στα 17 ευρώ/MWh και ενώ ακόμα εκκαθαρίζονται τα ποσά για το 2021, δεν έχει υπάρξει καμία ενημέρωση για το πότε θα ξεκινήσει η εκκαθάριση των ετών 2022 και 2023. Μέχρι τότε οι επιλέξιμες για μειωμένο ΕΤΜΕΑΡ βιομηχανίες της Μέσης Τάσης θα χρεώνονται με 8,78 ευρώ/MWh αντί 2,55 ευρώ/MWh».