Τον στόχο να ολοκληρώσουν την κατασκευή του διασυνδετήριου αγωγού φυσικού αερίου έως τα τέλη του 2027 και να τον θέσουν σε εμπορική λειτουργία στις αρχές του 2028 θέτουν η Σερβία και η Βόρεια Μακεδονία, επιταχύνοντας έναν κρίσιμο ενεργειακό σχεδιασμό με σαφή περιφερειακή και ευρωπαϊκή διάσταση. Το έργο, με προβλεπόμενη ετήσια δυναμικότητα 1,5 δισ. κυβικών μέτρων φυσικού αερίου, εντάσσεται στη στρατηγική διαφοροποίησης πηγών και οδεύσεων εφοδιασμού που ακολουθούν οι δύο χώρες.

Τον οδικό χάρτη του έργου παρουσίασε η υπουργός Μεταλλείων και Ενέργειας της Σερβίας, Ντουμπράβκα Τζέντοβιτς Χαντάνοβιτς, μετά τη συνάντησή της με την υπουργό Ενέργειας, Μεταλλείων και Ορυκτών Πόρων της Βόρειας Μακεδονίας, Σάνια Μποζίνοβσκα. Όπως ανέφερε, μετά την ολοκλήρωση του διασυνδετήριου αγωγού φυσικού αερίου με τη Βουλγαρία, η Σερβία συνεχίζει συστηματικά να επεκτείνει το δίκτυο εναλλακτικών διαδρομών προμήθειας, με τον διασυνδετήριο αγωγό με τη Βόρεια Μακεδονία να αποτελεί έργο προτεραιότητας.

Σύμφωνα με την ίδια, το σερβικό τμήμα του αγωγού θα έχει μήκος 144 χιλιόμετρα και εκτιμώμενο κόστος κατασκευής 153 εκατ. ευρώ. Το χρονοδιάγραμμα προβλέπει την έκδοση της οικοδομικής άδειας στα μέσα του 2026 και την άμεση έναρξη των εργασιών. Η όδευση του αγωγού στη σερβική επικράτεια θα ακολουθήσει τη διαδρομή Ορλιάνε – Λέσκοβατς – Βράνιε, καταλήγοντας στα σύνορα με τη Βόρεια Μακεδονία.

Η κ. Τζέντοβιτς Χαντάνοβιτς έθεσε τον νέο διασυνδετήριο αγωγό στο ευρύτερο πλαίσιο της ενεργειακής στρατηγικής της χώρας, επισημαίνοντας ότι «η δυναμικότητα του διασυνδετήριου αγωγού φυσικού αερίου με τη Βουλγαρία ανέρχεται σε 1,8 δισ. κυβικά μέτρα ετησίως και, με την ολοκλήρωση του διασυνδετήριου αγωγού με τη Βόρεια Μακεδονία, καθώς και του προγραμματισμένου διασυνδετήριου αγωγού με τη Ρουμανία, δυναμικότητας μεταξύ 1,6 και 2,5 δισ. κυβικών μέτρων, θα έχουμε πλήρως διαφοροποιημένο εφοδιασμό φυσικού αερίου μέσα στα επόμενα χρόνια». Όπως υπογράμμισε, «ο στόχος είναι να υπάρχουν όσο το δυνατόν περισσότερες επιλογές προμήθειας, να μην εξαρτόμαστε από έναν μόνο προμηθευτή και να διασφαλίσουμε μεγαλύτερη ασφάλεια, αλλά και καλύτερη διαπραγματευτική θέση ως προς τις τιμές και τη διαθέσιμη δυναμικότητα».

Από την πλευρά της, η υπουργός της Βόρειας Μακεδονίας, Σάνια Μποζίνοβσκα, χαρακτήρισε τον διασυνδετήριο αγωγό φυσικού αερίου με τη Σερβία καθοριστικής σημασίας για την πρόσβαση της χώρας της σε νέες πηγές φυσικού αερίου και για την ενίσχυση της περιφερειακής ενεργειακής ασφάλειας. «Πρόκειται για ένα από τα σημαντικότερα περιφερειακά έργα υποδομής – σημαντικό όχι μόνο για τη Βόρεια Μακεδονία και τη Σερβία, αλλά για ολόκληρη την Ευρώπη. Με αυτή τη νέα ενεργειακή σύνδεση, και οι δύο χώρες αποκτούν πρόσβαση σε εναλλακτικές πηγές και διαδρομές, ενώ η Ευρώπη κερδίζει ένα ισχυρότερο και καλύτερα διασυνδεδεμένο Βαλκάνιο», δήλωσε χαρακτηριστικά.

Η κ. Μποζίνοβσκα σημείωσε επίσης ότι οι δύο πλευρές έχουν ήδη ολοκληρώσει τις απαραίτητες μελέτες, έχουν συμφωνήσει στη χάραξη της όδευσης, έχουν εξασφαλίσει τη στήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και έχουν καθορίσει σαφές χρονοδιάγραμμα υλοποίησης, στοιχείο που, όπως τόνισε, επιτρέπει τη μετάβαση από τον σχεδιασμό στην πράξη.

Στην ατζέντα της συνάντησης βρέθηκε και ο συντονισμός των δύο χωρών απέναντι στον Μηχανισμό Συνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (CBAM), ο οποίος έχει προγραμματιστεί να τεθεί σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2026. Η Σέρβα υπουργός ανέφερε ότι Βελιγράδι και Σκόπια συμφώνησαν να κινηθούν από κοινού, ζητώντας αναβολή στην εφαρμογή του μηχανισμού. «Επιστολές από όλα τα συμβαλλόμενα μέρη της Ενεργειακής Κοινότητας θα αποσταλούν την επόμενη εβδομάδα, ώστε να συνεχιστεί ο διάλογος με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κάτι που είναι σημαντικό όχι μόνο για τη Σερβία και τη Βόρεια Μακεδονία, αλλά και για τα υπόλοιπα συμβαλλόμενα μέρη», δήλωσε.

Παράλληλα, σύμφωνα με ανακοίνωση του σερβικού υπουργείου Μεταλλείων και Ενέργειας, οι συνομιλίες περιλάμβαναν και τη διερεύνηση της δυνατότητας η Βόρεια Μακεδονία να καλύψει μέρος της ζήτησης της Σερβίας σε πετρελαϊκά προϊόντα, κυρίως στις νότιες περιοχές της χώρας. Η συζήτηση αυτή εντάσσεται στη γενικότερη προσπάθεια ενίσχυσης της ενεργειακής συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών, σε μια περίοδο κατά την οποία η ασφάλεια εφοδιασμού και η περιφερειακή ενεργειακή διασύνδεση βρίσκονται ψηλά στην ευρωπαϊκή ενεργειακή ατζέντα.

Διαβάστε ακόμη