Ο ρωσικός ενεργειακός κολοσσός Gazprom διατήρησε τον Νοέμβριο σταθερές τις μέσες ημερήσιες ροές φυσικού αερίου προς την Ευρώπη μέσω του υποθαλάσσιου αγωγού TurkStream, με την παροχή να ανέρχεται σε περίπου 54,3 εκατομμύρια κυβικά μέτρα την ημέρα, σύμφωνα με υπολογισμούς του Reuters. Το επίπεδο αυτό ήταν ουσιαστικά ίδιο με εκείνο του προηγούμενου μήνα, γεγονός που υποδηλώνει μια μορφή σταθεροποίησης στις ροές, παρά τις έντονες γεωπολιτικές πιέσεις και τις ανατροπές που δέχεται ο ευρωπαϊκός ενεργειακός χάρτης.
Ο TurkStream έχει πια μετατραπεί στη μοναδική ενεργή διαδρομή μέσω της οποίας φτάνει ρωσικό φυσικό αέριο στην ευρωπαϊκή ήπειρο, μετά την απόφαση της Ουκρανίας να μην παρατείνει τη συμφωνία πενταετούς διάρκειας για τη διέλευση φυσικού αερίου από το έδαφός της. Η συμφωνία αυτή, η οποία αποτελούσε κρίσιμη δίοδο για τις εξαγωγές της Gazprom, έληξε την 1η Ιανουαρίου, στερώντας από τη Ρωσία έναν από τους παραδοσιακά μεγαλύτερους ενεργειακούς διαύλους της προς τη Δύση.
Αυξήθηκαν οι ροές ρωσικού αερίου προς την Ευρώπη μέσω Turkstream το 2025
Σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκέντρωσε το Reuters, οι συνολικές ροές ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη μέσω του TurkStream ανήλθαν στα 16,3 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα κατά τους πρώτους έντεκα μήνες του τρέχοντος έτους. Το ποσό αυτό υπερβαίνει τα 15,2 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα της αντίστοιχης περιόδου του 2024, μια αύξηση που καταδεικνύει ότι το συγκεκριμένο δίκτυο παραμένει ζωτικής σημασίας για τη Ρωσία, αλλά και για ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες που συνεχίζουν να εξαρτώνται από ρωσικό καύσιμο. Οι υπολογισμοί βασίστηκαν σε δεδομένα της ευρωπαϊκής πλατφόρμας μεταφοράς φυσικού αερίου Entsog.
Για λόγους σύγκρισης, οι συνολικές εξαγωγές αγωγών της Gazprom προς την Ευρώπη από τον Ιανουάριο έως τον Νοέμβριο του περασμένου έτους ανήλθαν σε 29,2 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα—ποσότητα που τότε περιελάμβανε και τις ροές μέσω της Ουκρανίας. Με την πλέον πλήρη διακοπή αυτής της διαδρομής, οι φετινές εξαγωγές αναμένεται να συρρικνωθούν σημαντικά.
Η Gazprom, η οποία έχει σταματήσει να δημοσιεύει μηνιαία στατιστικά στοιχεία από τις αρχές του 2023, δεν απάντησε στο αίτημα του Reuters για σχολιασμό. Η έλλειψη επίσημης ενημέρωσης καθιστά πιο δύσκολη την εκτίμηση των πραγματικών τάσεων της αγοράς, αφήνοντας σε μεγάλο βαθμό τις αναλύσεις να βασίζονται σε έμμεσες μετρήσεις και δεδομένα από ευρωπαϊκούς φορείς.
Μείωση 44% σε σχέση με το 2024 λόγω απώλειας των ροών μέσω Ουκρανίας
Εάν οι σημερινές ταχύτητες ροής διατηρηθούν μέχρι το τέλος του έτους, οι εξαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου στην Ευρώπη μέσω αγωγών θα μπορούσαν να φτάσουν περίπου τα 18 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα. Αυτό θα αντιστοιχούσε σε μείωση 44% σε σχέση με το 2024, με την πτώση να οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στην απώλεια της ουκρανικής διαδρομής μεταφοράς. Η μείωση αυτή υπογραμμίζει το μέγεθος της πρόκλησης που αντιμετωπίζει η Ρωσία, καθώς η Ευρώπη προσπαθεί να αποδεσμευτεί από την εξάρτησή της από το ρωσικό ενεργειακό μείγμα και να ενισχύσει τις εναλλακτικές της πηγές προμήθειας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2024 οι εξαγωγές φυσικού αερίου της Gazprom προς την Ευρώπη είχαν αυξηθεί κατά 13%, φτάνοντας περίπου τα 32 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα—μια προσωρινή ανάκαμψη σε σχέση με τα χαμηλά επίπεδα που είχαν καταγραφεί τα προηγούμενα χρόνια. Ωστόσο, το επίπεδο αυτό παραμένει εξαιρετικά χαμηλό αν συγκριθεί με τις χρυσές εποχές των ρωσικών εξαγωγών. Στις περιόδους 2018–2019, οι ροές ρωσικού φυσικού αερίου μέσω αγωγών προς την Ευρώπη ξεπερνούσαν τα 175 έως 180 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα ετησίως—ποσότητες που σήμερα μοιάζουν απρόσιτες μέσα στο νέο γεωπολιτικό περιβάλλον.
Επιπλέον, πέρα από τις ροές προς την Ευρώπη, η Τουρκία εξακολουθεί να αποτελεί έναν σημαντικό πελάτη της Gazprom, λαμβάνοντας περίπου 20 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου ετησίως μέσω ξεχωριστών συμφωνιών και αγωγών. Το γεγονός αυτό δίνει στη Μόσχα ένα επίπεδο σταθερότητας, έστω και περιορισμένο, στο πλαίσιο μιας συνολικά μειούμενης διεθνούς ζήτησης για ρωσικό φυσικό αέριο. Σε αυτό το νέο και πιο κατακερματισμένο περιβάλλον, η Gazprom προσπαθεί να επαναπροσδιορίσει τη στρατηγική της, με την ευρωπαϊκή αγορά να χάνει πλέον τον πρωταγωνιστικό της ρόλο—μια εξέλιξη που πριν από λίγα χρόνια φαινόταν σχεδόν αδύνατη.
Διαβάστε ακόμη
